Η πανδημία του Covid-19 είναι η μεγαλύτερη παγκόσμια κρίση αυτού του αιώνα. Το βάθος και η κλίμακα της είναι τεράστια. Η σημερινή κρίση της δημόσιας υγείας απειλεί κάθε ένα από τα 7,8 δισεκατομμύρια ανθρώπων στη Γη. Ο αντίκτυπος της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης θα μπορούσε να υπερβεί τη μεγάλη ύφεση του 2008-2009. Καμία κρίση όμως δεν θα αλλάξει τον θεμελιώδη συγκρουόμενο χαρακτήρα της παγκόσμιας πολιτικής. Όλες οι προηγούμενες πανδημίες, συμπεριλαμβανομένης και της Ισπανικής γρίπης του 1918-1919, δεν περιόρισαν τις αντιπαλότητες, ούτε έφεραν την πολυπόθητη νέα εποχή στην παγκόσμια συνεργασία.
Η πανδημία δεν θα αλλάξει επίσης ούτε τις θεμελιωδώς παγκόσμιες οικονομικές κατευθύνσεις.
Θα επισπεύσει μόνο μια αλλαγή που είχε ήδη ξεκινήσει: την απομάκρυνση από την παγκοσμιοποίηση που επικεντρώθηκε στις ΗΠΑ, σε μια παγκοσμιοποίηση που θα βασίζεται περισσότερο στην Κίνα. Η τάση αυτή θα επιταχυνθεί διότι οι πληθυσμοί της Δύσης έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους, στις κυβερνήσεις τους και στο διεθνές εμπόριο, σε αντίθεση με τους Κινέζους που βιώνουν μια έκρηξη πολιτικής εμπιστοσύνης, καθώς πιστεύουν πως μπορούν να ανταγωνισθούν οποιονδήποτε, οπουδήποτε. Ενώ η Κίνα η οποία φέρει ακέραια την ευθύνη της πρόκλησης της σημερινής δοκιμασίας της ανθρωπότητας, αντέδρασε άμεσα στην έλεγχο της διασποράς του ιού, όπως έπραξε και η Νότια Κορέα και η Σιγκαπούρη, η Ευρώπη και η Αμερική αντέδρασαν με μεγάλη καθυστέρηση αμαυρώνοντας την αύρα που απέπνεε μέχρι πρόσφατα η οργάνωση, η πρόνοια, το σύστημα και ο σχεδιασμός των κρατών του δυτικού κόσμου.
Εκτός από την καθυστερημένη αντίδραση της, η Ευρώπη κατηγορείται επιπλέον και για την έλλειψη αλληλεγγύης, αφού καμία κυβέρνηση δεν προσέτρεξε σε βοήθεια των πλέον πληττόμενων χωρών, τουλάχιστον στην αρχή της διασποράς του ιού.
Η στάση αυτή των χωρών της ΕΕ αλλά και της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, ήρθε μετά την πρόσφατη και υπεροπτική επιβολή των αυστηρών δημοσιονομικών μέτρων, για την αντιμετώπιση της τελευταίας οικονομικής κρίσης, με συνέπεια δύο μεγάλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου (Ιταλία, Ισπανία), να δοκιμάζονται σήμερα από τον κορονοϊό και εξαιτίας της περιστολής των υγειονομικών δαπανών των κρατών τους, στην προσπάθεια τους να πετύχουν τους χρηματοδοτικούς όρους της ΕΕ. Η ψυχρή αντίδραση στην ένσταση της Ιταλίας, στην αρχή της κρίσης τουλάχιστον, από πλευράς της Ευρώπης αλλά και του ΝΑΤΟ, υπογραμμίζει και ένα άλλο μεγαλύτερο θέμα, πώς θα ανταποκρίνονταν οι σύμμαχοι σε περίπτωση μιας κρίσης, ακόμα πιο καταστροφικής από τον κορονοϊό –όπως για παράδειγμα μια τεράστια κυβερνοεπίθεση που μπορεί να προσβάλει ταυτόχρονα κάποιες πρωτεύουσες, για παρατεταμένο χρονικό διάστημα; Εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να προσφέρει πιο στοχοθετημένη βοήθεια στους 500 εκατομμύρια πολίτες της, οι εθνικές κυβερνήσεις ενδέχεται να αναλάβουν εφεξής περισσότερη εξουσία από τις Βρυξέλλες. Η Ελλάδα βιώνει συνεχώς την πολιτική ουδετερότητα του NATO και την έλλειψη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, λόγω της πίεσης που υφίσταται από την τουρκική επιθετικότητα και την προσφυγική κρίση. Την σκληρή αυτή πραγματικότητα είναι ώρα πλέον να συνειδητοποιήσει και να λάβει σοβαρά υπόψη της η ελληνική κοινωνία.
Ο Covid-19 θα δημιουργήσει ένα κόσμο λιγότερο ανοικτό, λιγότερο ελεύθερο και με λιγότερη ευημερία. Η πανδημία θα διευρύνει το κράτος και θα ενισχύσει τον εθνικισμό.
Οι κυβερνήσεις όλων των πολιτικών αποχρώσεων θα λάβουν περαιτέρω μέτρα έκτακτων αναγκών για την διαχείριση κρίσεων και δύσκολα θα ξεπεράσουν τους σημερινούς φόβους.
Στο μέλλον μπροστά στον κίνδυνο φυσικών ή ανθρωπογενών καταστροφών, οι κυβερνήσεις θα επιλέγουν ευκολότερα την περιστολή των ατομικών ελευθεριών και των οικονομικών δικαιωμάτων. Ως ανθρωπογενείς καταστροφείς θα λογίζονται πλέον για ορισμένους πολιτικούς, και η χαμηλή παραγωγικότητα μιας χώρας, τα μεγάλα ελλείμματα, κτλ… Αυτό θα είναι το τίμημα που θα πληρώσουν οι λαοί της Δύσης, εξαιτίας της επιταχυνόμενης μετακίνησης της εξουσίας και της επιρροής στην Ασία. Αυτή θα είναι και η στιγμή της εκδίκησης της ιστορίας για τα ακριβοπληρωμένα στελέχη των Βρυξελλών και της Ουάσινγκτον, τα οποία εκτίθενται σήμερα από έναν ιό. Οικοδόμησαν έναν πρωτοφανή για την ανθρώπινη ιστορία πολιτισμό, σε σαθρά όμως θεμέλια.
Αργά αλλά σταθερά οι σύγχρονες δημοκρατίες θα βγουν πάλι από το κέλυφος του εθνικισμού, όπως συνέβη την περίοδο του ’30 και του ’40, θα αναπτυχθεί πάλι ένα βραδύ αλλά εξελισσόμενο αντίθετο ρεύμα δημοκρατίας, όπως συνέβη αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένα ρεύμα για μια ισχυρή δημοκρατία ικανή να ανταγωνισθεί την οικονομία της ολοκληρωτικής Κίνας.
Στις καταιγιστικές αυτές παγκόσμιες εξελίξεις, η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή από την διασφάλιση της ίδιας της υπόστασης της.
Γεώργιος Μουρουζίδης
- Με πληροφορίες από Foreign Policy, Foreign Affairs.