Γιατί οι Αμερικανοί δεν τιμωρούν την Τουρκία; Έως πού θα φθάσει η «στρατηγική» συνεργασία Τουρκίας-Ρωσίας; Πώς είναι δυνατόν η Τουρκία να συνεχίζει να προκαλεί, ενώ είναι απομονωμένη; Τα συγκεκριμένα είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα που τίθενται από καιρού εις καιρόν και αφορούν τον πυρήνα του τουρκικού γεωστρατηγικού ρόλου. Ορίζουν το παίγνιο με ipso facto δεδομένα, όπως «η Τουρκία ανήκει στο ΝΑΤΟ» ή/και «η Τουρκία έχει αυξημένη ενεργειακή εξάρτηση από την Ρωσίας», τα οποία όμως δεν μπορούν να οδηγήσουν σε a priori εκτιμήσεις. Και αυτό είναι το δυστύχημα στο πεδίο της ανάλυσης και αποτύπωσης της γενικής τάσης.
Τα τελευταία χρόνια, και εμφορούμενη με την περιφερειακή κατανομή ισχύος, η τουρκική απειλή έχει καταστεί περισσότερο σαφής και επικίνδυνη.
Πρόκειται για απειλή στρεφόμενη προφανώς εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και εις βάρος συνολικά της σταθερότητας του διακρατικού συστήματος. Σε επίπεδο (νεοοθωμανικών) προθέσεων, οφείλεται να σημειωθεί ότι αυτές είναι εγγενείς και δεν αποτελούν κάτι το νέο. Η αλλαγή αφορά αφενός την κατανομή ισχύος, η οποία –όπως η ίδια εκτιμά και αντιλαμβάνεται– την ευνοεί, και αφετέρου την ίδια την εσωτερική γραφειοκρατική συγκρότησή της, η οποία είναι ομολογουμένως συντεταγμένη και έχει αποκωδικοποιήσει –ελέω Αχμέτ Νταβούτογλου– τη νεοοθωμανική κοσμοθεωρία σε μια ορθολογική στρατηγική πρόταση.
Έτσι, η Τουρκία θεωρεί ότι έχει βρεθεί ενώπιον μιας συστημικής ευκαιρίας την οποία, για να την εκμεταλλευτεί, απαιτούνται ισχυροποίηση και αυτονόμηση των ιδίων οικονομικών δομών, αλλά και συμμαχίες τόσο με αποσταθεροποιητικούς δρώντες όπως ο ISIS όσο φυσικά και με μεγάλες δυνάμεις, από τις οποίες ζητά τουλάχιστον την ανοχή τους. Προς αυτή την κατεύθυνση, έχει αναγνώσει ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον τόσο ευαίσθητες στο κόστος της προσέγγισης κάποιου συμμάχου τους με τη Ρωσία, καθότι η γεωκλιματική αλλαγή γεννά προκλήσεις για την περίφημη περίμετρο του Spykman, οι προτεραιότητές τους έχουν μετακυληθεί στον Ειρηνικό και στην Κίνα, ενώ και η Μόσχα δεν διαδραματίζει πλέον πλανητικό ρόλο με αξιώσεις.
Έχοντας πραγματοποιήσει αυτή την εκτίμηση, η Τουρκία εστίασε στην ισχυροποίησή της (εσωτερική εξισορρόπηση), την οποία δύνατο να προσφέρει η Ρωσία μέσω σταθερής πρόσβασης σε φθηνή ενέργεια (Blue Stream), μεταφοράς τεχνογνωσίας και τεχνολογίας για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών (Akkuyu) και χορήγησης οπλικών συστημάτων, διαδικασία η οποία λειτουργεί πολλαπλασιαστικά, καθώς η αυτονόμηση της αμυντικής βιομηχανίας συνιστά απαράβατο όρο για την αποτελεσματική εκμετάλλευση της συστημικής ευκαιρίας. Η συζήτηση για τα F-35 και τους S-400 υπήρξε ενδεικτική, όπως και η διαρκής τουρκική περίσκεψη για το ποια επιλογή προσφέρει τη μεγαλύτερη αυτονόμηση στο επίπεδο των αμυντικών συστημάτων και κατ’ επέκταση όσον αφορά τον ευρύτερο γεωστρατηγικό ρόλο που φιλοδοξεί να υιοθετήσει.
Το κόστος από την αμερικανική αντίδραση είναι υποφερτό για την Τουρκία, καθώς είναι ελεγχόμενο.
Οι ΗΠΑ δεν επιλέγουν να πλήξουν καίρια την Τουρκία, ακριβώς επειδή γνωρίζουν ότι Άγκυρα και Μόσχα αποτελούν δύο εγγενώς ανταγωνιστικούς γεωστρατηγικούς δρώντες και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα στο πεδίο της Συρίας, ενώ επεκτείνεται στον πρώην σοβιετικό χώρο (Ουκρανία, Καύκασος, Κεντρική Ασία), στον Εύξεινο Πόντο και στα Στενά. Συνεπώς, η Συρία αποτελεί μια ενδεικτική περίπτωση, η οποία επαληθεύει την εκτίμηση των ΗΠΑ για τα όρια της ρωσοτουρκικής συνεργασίας.
Τα παραπάνω δεν τα γνωρίζουν οι Τούρκοι, οι Ρώσοι ή οι Αμερικανοί; Η απάντηση έχει ήδη δοθεί στον προσεκτικό αναγνώστη, καθώς έχει υπογραμμισθεί η έννοια της εκτίμησης όπως την έχει καταθέσει στην επιστημονική συζήτηση ο Robert Jervis:
- Η Τουρκία εκτιμά ότι μπορεί να εκμεταλλευτεί την ανοχή όλων και να εγκαθιδρύσει μια de facto κατάσταση στο επιχειρησιακό επίπεδο, η οποία κατόπιν δεν θα αντιστρέφεται και θα αποτελέσει αποφασιστικό βήμα για τη μετατροπή σε περιφερειακή δύναμη.
- Η Ρωσία εκτιμά ότι η Τουρκία δεν θα τα καταφέρει και θα υποστεί ήττα, η οποία δεν θα της επιτρέψει να συνεχίσει τις επεμβάσεις της στην περιφέρεια. Η εκτίμηση της Μόσχας συνάδει με τη βούλησή της να μην αποκοπεί από τη Μέση Ανατολή.
- Οι ΗΠΑ εκτιμούν ότι η Τουρκία εισέρχεται σε έναν πόλεμο κατατριβής, ο οποίος είναι ελεγχόμενος, αλλά αρκετός για να αυξήσει τη δέσμευσή της (commitment) στον αμερικανικό παράγοντα στο πλαίσιο της επί δεκαετίας πελατειακής σχέσης τους.
Με γνώμονα τις εν λόγω εκτιμήσεις λαμβάνονται και οι αποφάσεις, με τη Ρωσία να κάνει τα πάντα προς την κατεύθυνση της τουρκικής ήττας στη Συρία, τις ΗΠΑ να απέχουν επιχειρησιακά αλλά να ανοίγουν «το δρόμο προς την παγίδα» και τη φθορά με διπλωματικά μέσα, και την Τουρκία να λειτουργεί όπως θα έπραττε κάποιος που αισθάνεται ότι του έχει παρουσιαστεί μια ευκαιρία ζωής.
Όλοι γνωρίζουν τα πάντα, απλώς ο καθένας εκτιμά και πιστεύει ότι μπορεί να τα καταφέρει. Κάπως έτσι κάνει κύκλους και η ιστορία…
Η αποτελεσματικότητα στο θέατρο πολέμου κρίνει την τελική κατάληξη, η οποία σε πρώτη φάση δεν είναι δραματική, δηλαδή δεν θα επιφέρει τη στρατηγική εκμηδένιση της Τουρκίας ούτε αντίστοιχα την αναγωγή της σε περιφερειακό ηγεμόνα. Θα την θέσει, όμως, ενώπιον νέων προκλήσεων και διακυβευμάτων, καθώς η όρεξή της είναι δεδομένα μεγάλη και μια νίκη θα τη χορτάσει πρόσκαιρα, ενώ μια ήττα θα την αφήσει πεινασμένη. Μια νίκη θα την φέρει πιο κοντά στη θέση της αξιόπιστης περιφερειακής δύναμης, ενώ μια ήττα θα την στρέψει σε άλλους αντιπάλους, οι οποίοι θα δικαιώσουν τη στρατηγική της ιδιοσυστασία ως επαναστατικό κράτος.