Η αντιπαράθεση στον Ανατολική Μεσόγειο και στη Λιβύη αν δεν ελεγχθεί από ισχυρές δυνάμεις που θα επιβάλλουν ένα ειρηνευτικό πλαίσιο μπορεί να ξεφύγει και να αποτελέσει τη θρυαλλίδα μιας ευρύτερης αποσταθεροποίησης στη Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια που θα απειλήσει την ειρήνη και στην Ευρώπη. Η μεταβατική περίοδος που διανύουμε, κατά την οποία επαναπροσδιορίζεται το παγκόσμιο σύστημα που πρόεκυψε από τις αλλαγές του 1989 προσφέρεται για μεγάλες αστάθειες.
Στον Α΄ και τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ήταν η επιθυμία της Γερμανίας να αναζητήσει ζωτικό χώρο για τις ανάγκες της βιομηχανίας της που οδήγησε στις πολεμικές τραγωδίες. Σήμερα, στο ρόλο του διεθνούς αμφισβητία και ταραξία βρίσκεται η Τουρκία.
Οι συσχετισμοί και οι αναλογίες δεν είναι ίδιες, αλλά η Τουρκία αν επιμείνει να ξεπεράσει τις κόκκινες γραμμές της Ελλάδας δεν υπάρχουν περιθώρια ελέγχου της κατάστασης.
Δεν είναι μόνο η αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας που δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη. Η καταπάτησή τους από την Τουρκία είτε στο Καστελόριζο είτε στο Αιγαίο είτε νότια της Κρήτης θα είναι απλώς η αρχή για την ελληνική έκλειψη από την περιοχή. Όχι μόνο γεωπολιτική, αλλά και ως οντότητας. Ανθρώπινης, πολιτειακής και πολιτισμικής. Γι’ αυτό και η πιο διαλλακτική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί μια υποχώρηση από όσα δικαιούται. Δεν πρόκειται για πετρέλαιο και αέριο, αλλά για κάτι ουσιαστικότερο. Τα διεθνή κέντρα που διαμορφώνουν τις εξελίξεις δεν μπορούν να το αγνοήσουν αυτό.
Είναι ορθή η απόφαση αλλαγής του στρατιωτικού δόγματος. Δεν υπάρχει θέμα τοπικής σύρραξης και ενός θερμού επεισοδίου. Αν υπάρξει αντιπαράθεση θα είναι γενική. Ολοκληρωτική. Ποιον συμφέρει μια ακραία ελληνική αποσταθεροποίηση; Ποιος πιστεύει πως μια πολεμική αναμέτρηση Ελλάδας-Τουρκίας θα αφήσει αλώβητα τα Βαλκάνια, την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, ακόμη και την ίδια την Τουρκία; Προφανώς οι Τούρκοι ιθύνοντες θα γνωρίζουν πολύ καλά πως υπάρχουν αρκετοί που περιμένουν η χώρα τους να ανοίξει μέτωπο με την Ελλάδα για να διευκολυνθούν στις δικές τους επιδιώξεις.
Το μήνυμα αλλαγής του στρατιωτικού δόγματος στάλθηκε δυτικά και ανατολικά με τις αλλαγές στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνος Φλώρος και ο Διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού Άγγελος Ιλαρίδης είναι στρατιωτικοί του κλίματος προετοιμασίας αναμέτρησης με την Τουρκία. Έχουν κάνει δηλώσεις στο πρόσφατο παρελθόν (τέτοιες δηλώσεις δεν γίνονται εν αγνοία της πολιτικής ηγεσίας) μετάθεσης της buffer zone από τη λογική τού «δεν διεκδικούμε τίποτε» σε πιο προχωρημένο επίπεδο. Και ο ελληνικός λαός θα πρέπει να αντιληφθεί πως εκείνο που πλέον διακυβεύεται δεν είναι κάποιο πετρέλαιο ή φυσικό αέριο για το οποίο δεν αξίζει να διακινδυνεύσει. Το ζήτημα είναι υπαρξιακό. Αν θα συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως πολιτειακή και πολιτισμική παρουσία στον ελλαδικό χώρο. Αυτή η επίδειξη αποφασιστικότητας είναι ίσως η μόνη που μπορεί να αποτρέψει τον πόλεμο.
Από τη Μέση Ανατολή ως τον Ατλαντικό υπάρχουν δύο χολερικές δυνάμεις που μονίμως απειλούν με αποσταθεροποίηση αν δεν ικανοποιούνται, πάντα, οι επιθυμίες τους. Η Γερμανία και η Τουρκία. Δυστυχώς, στον άξονά τους προστίθεται η Ρωσία του Πούτιν.
Είναι αυτό το συνειδητό τρίπολο που συνεργάζεται και καθιστά τις εξελίξεις επικίνδυνες. Ο άλλος άξονας που διαμορφώθηκε (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ, Αίγυπτος, Ιορδανία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία) είναι για να αντιμετωπίσει αυτήν την επικίνδυνη τριάδα. Και είναι επικίνδυνη η συνεργασία του πρώτου πόλου, διότι δείχνει να μην έχει ενδοιασμούς να αναδιαμορφώσει την περιοχή με την προβολή σκληρής ισχύος, όπως το επιδιώκει.
Μόλις η Ευρώπη ξέφυγε από τη δυνατότητά της να έχει στους κόλπους της μια ευρωπαϊκή Γερμανία και εξελίχθηκε σε γερμανική Ευρώπη, αποκαλύφθηκε για άλλη μια φορά η μύχια διάθεση των Γερμανών.
Να κυριαρχήσουν παντί τρόπω. Γι’ αυτό είναι λάθος η μετατροπή της Ευρώπης σε οικονομικό χώρο. Η Ευρώπη συγκροτήθηκε τύποις οικονομικά αλλά ουσία πολιτικά, για να ελέγξει τις (μονίμως) αποσταθεροποιητικές δυνάμεις από το να την οδηγήσουν σε νέο πόλεμο. Η γερμανική κυριαρχία αφήνει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.
Ο αποκλεισμός της Ελλάδας από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τους εμβριθείς αναλυτές δεν είχε το νόημα υποβάθμισης του ρόλου και της αξίας μιας μικρομεσαίας χώρας που μόνη της απαξιώθηκε. Έδειξε τις συμμαχίες που επιδιώκει το Βερολίνο. Το ίδιο αποκαλύπτει και η Πρωτοβουλία για τα Δυτικά Βαλκάνια που έχει πάρει πάλι η Γερμανία. Η Ελλάδα, αν και η πιο βαλκανική χώρα, αποκλείστηκε και από αυτήν την πρωτοβουλία.
Στο βάθος υπάρχει μια αμερικανογερμανική αντιπαράθεση. Η αντιπαράθεση αυτή δημιούργησε πόλους, και η Γερμανία θεωρεί πως η Ελλάδα βρίσκεται πιο κοντά στην Ουάσινγκτον. Αυτήν τη στάση της πληρώνει η Αθήνα από το Βερολίνο.
Μπορεί όμως η δύναμη που ηγείται της ΕΕ, η Γερμανία, να δημιουργεί προϋποθέσεις αποσύνθεσης της Ένωσης;
Ανάγκασε τη Βρετανία να αποχωρήσει, βρίσκεται απέναντι στη Γαλλία, υπονομεύει τα ελληνικά συμφέροντα και διαμορφώνει άξονες με δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Τουρκία. Το ζήτημα της γερμανικής συμπεριφοράς πρέπει να τεθεί στην Ένωση.
Η Ελλάδα κινείται, βεβαίως, στο πλαίσιο της Ατλαντικής Συμμαχίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά δεν μπορεί να έχει τόσο κακές σχέσεις με τη Ρωσία. Πρέπει να βρει τρόπους να τις βελτιώσει. Όπως και τις σχέσεις της με το Ιράν, το Ιράκ, τον Λίβανο και τη Συρία. Ακόμη και με τους Κούρδους. Αλλά και με την Τουρκία να διατηρήσει τις γέφυρες. Αν η Τουρκία εγκαταλείψει την αμφισβήτηση των ελληνικών δικαιωμάτων και δώσει μια καλή λύση στο Κυπριακό δεν μπορεί να είναι εκτός ορίζοντα η συνεργασία μαζί της, ακόμη και στα ενεργειακά. Ο τουρκικός λαός δεν είναι οι ορδές των πρώτων Μογγόλων.
Η Ιταλία και η Βουλγαρία θέλουν προσοχή. Η Αλβανία παρουσιάζει ιδιαιτερότητες, και στη Βόρεια Μακεδονία η θετική εξέλιξη είναι ο Ζόραν Ζάεφ.