Στην Ελλάδα της κρίσης και της τελευταίας στιγμής εξακολουθεί να υπάρχει ανθρώπινο δυναμικό που σε κάνει να απορείς με το πώς αυτοί οι άνθρωποι καταφέρνουν όχι μόνο να δημιουργούν στον τομέα τους, αλλά να παράγουν έργο ανεκτίμητο για τις γενιές που έρχονται. Μια τέτοια περίπτωση, μόνο μία από τις πολλές που μπορεί να εντοπίσει κανείς στα ελληνικά πανεπιστήμια, είναι αυτή του Εργαστηρίου Εφαρμογών Πληροφορικής και Υπολογιστικών Οικονομικών (ΕΕΠΥΟ) του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Εκεί, υπό την καθοδήγηση του διευθυντή του, επίκουρου καθηγητή Αθανάσιου Σταυρακούδη, εκπονείται μελέτη καταγραφής των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922.
Το έργο –πολυποίκιλο, σύνθετο και με πολλές διαστάσεις– υλοποιείται σε συνεργασία με τον βραβευμένο στο χώρο των κοινωνικών επιστημών καθηγητή Στέλιο Μιχαλόπουλο (Brown University, ΗΠΑ).
Τι ακριβώς κάνει το ΕΕΠΥΟ και οι συνεργάτες του
Φοιτητές και καθηγητές δουλεύουν πάνω στον κατάλογο αγροτών προσφύγων της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ) του 1928, που είναι διαθέσιμος σε ψηφιακή μορφή (σκαναρισμένο PDF), όπως εξηγεί στο pontos-news.gr ο Αθανάσιος Σταυρακούδης. Σε αυτόν αναφέρονται περίπου 250.000 πρόσφυγες και οι 2.000 οικισμοί της Ελλάδας όπου εγκαταστάθηκαν όσοι πήραν αγροτική γη.
Ο κατάλογος περιέχει πληροφορίες για το όνομα του δικαιούχου, τον τόπο καταγωγής και τον τόπο εγκατάστασης. Στο πλαίσιο της μελέτης αποδελτιώνουν τον κατάλογο σε ψηφιακή μορφή, μεταγράφοντας τα δεδομένα σε βάση δεδομένων. Παράλληλα, εντοπίζουν τους οικισμούς εγκατάστασης και τους συνδέουν με την απογραφή του 1928 που είναι δημοσιευμένη στην ψηφιακή βιβλιοθήκη της ΕΛΣΤΑΤ.
Στη συνέχεια συνδέουν τους οικισμούς του 1928 με αυτούς του σήμερα (τελευταία απογραφή του 2011) σταδιακά μέσα από τις απογραφές των ετών 1940, 1951, 1961, 1971, 1981, 1991, 2001. Η εργασία είναι σύνθετη και δύσκολη λόγω της μη τυποποιημένης ονομασίας των οικισμών, λαθών, παραλείψεων, κτλ. «Σημειώνω πως η απογραφή του 1928 είναι η μόνη που διαχωρίζει τον πληθυσμό σε προσφυγικό και γηγενή», διευκρινίζει.
Με αυτήν τη μέθοδο εργασίας κατάφεραν να δημιουργήσουν χάρτη με την απογραφή του 1928, κάτι που γίνεται για πρώτη φορά.
Η ομάδα των συμμετεχόντων εντοπίζει τους οικισμούς προέλευσης των προσφύγων. «Εντοπισμός σημαίνει την εύρεση τού ονόματος, της θέσης στο χάρτη (χωρικές συντεταγμένες), των αναφορών του οικισμού σε άλλες βάσεις δεδομένων (τουρκική απογραφή, wikipedia, κτλ.). Η μέχρι τώρα δουλειά μας αποτυπώνεται σε χάρτη. Η εκτίμησή μας είναι πως είμαστε ακόμη στο 30-40%!», λέει στο pontos-news.gr ο επίκουρος καθηγητής.
Στόχος των ερευνητών είναι, όταν το έργο ολοκληρωθεί, να έχουν πλήρη και αναλυτικό προσδιορισμό του κάθε πρόσφυγα ως προς τον τόπο προέλευσης και τον τόπο εγκατάστασης. «Θα μπορούμε επίσης να κάνουμε ονομαστική αναζήτηση. Για παράδειγμα, αναζήτηση προσφύγων που ήρθαν από την Απολλωνία της Προύσας, είτε αναζήτηση προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στον Άγιο Αθανάσιο Δράμας. Οι προκλήσεις είναι πολύ μεγάλες, ειδικά για τον τόπο καταγωγής. Τα ονόματα των οικισμών προέλευσης δίνονται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους, με πολλές διαφορετικές ορθογραφίες και με αρκετές ανακρίβειες (π.χ. το Μπάσκιοϊ της Προύσας, από τις σχετικά απλές περιπτώσεις)».
Ένα σπουδαίο έργο με υψηλές απαιτήσεις
Πέρα από τον ονομαστικό κατάλογο των αγροτών προσφύγων –έχει ολοκληρωθεί περίπου το 30%– η ομάδα εργασίας ερευνά «και τους εκλογικούς καταλόγους του 1924-25 όπου επίσης γίνεται διάκριση σε προσφυγικό και γηγενή πληθυσμό. Αυτό κυρίως στις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Βόλο). Από κει και μετά κάνουμε επίσης ψηφιοποίηση σε χάρτες της εγκατάστασης προσφύγων όπως αυτή καταγράφηκε το 1923, αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Επίσης ψηφιοποιούμε τις απογραφές 1907, 1913 και 1920 ώστε να δούμε την επίδραση της εγκατάστασης προσφύγων στην εξέλιξη του πληθυσμού (π.χ. η εξέλιξη του πληθυσμού στο Νομό Σερρών)».
Κατά τη διάρκεια της έρευνας συλλέγουν μια σειρά επιπλέον πληροφορίες όπως η εγγύτητα των οικισμών σε δίκτυα δρόμων, σιδηροδρόμων, τηλεγραφείων, ταχυδρομείων, κτλ., ή η εγγύτητά τους σε έλη (μεγάλο μέρος της Ελλάδας αποτελούνταν από έλη εκείνη την εποχή) και η θνησιμότητα από ελονοσία.
«Ολοκληρώνουμε τη μελέτη μας συνδέοντας όλα τα προηγούμενα με τη νεότερη εποχή, αναλύοντας τα μικροδεδομένα των απογραφών (ΕΛΣΤΑΤ) 1971-2011: εκπαίδευση, εργασία συνθήκες κατοικίας κτλ.», εξηγεί ο διευθυντής του ΕΕΠΥΟ.
Η μελέτη είναι χρονοβόρα και χρειάζεται βοήθεια και υποστήριξη σε δύο επίπεδα: χρηματοδότησης και μεταφοράς γνώσης.
Προς το παρόν η μελέτη στηρίζεται σε εργασίες φοιτητών, σε εθελοντική εργασία και σε πρακτική άσκηση. Ωστόσο, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, πρόκειται για ένα μεγαλόπνοο έργο που για να ολοκληρωθεί απαιτεί τη συμβολή επαγγελματιών σε διάφορα επίπεδα, γεγονός που σύντομα θα μεταφράζεται σε ανάγκη για ανεύρεση οικονομικών πόρων. Η χρηματοδότηση από δημόσιες ή ιδιωτικές πηγές αποτελεί μονόδρομο, με δεδομένο μάλιστα πως το ΕΕΠΥΟ έχει ανάγκη από πολύ καλύτερες υποδομές από αυτές που διαθέτει.
Όσον αφορά τη μεταφορά γνώσης, λέει ο Αθανάσιος Σταυρακούδης, «υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζουν πολλά και με λεπτομέρειες. Η συμμετοχή τους στο έργο θα είναι πολύτιμη. Προσπαθούμε να οργανώσουμε αυτήν τη διεσπαρμένη γραπτή ή/και προφορική γνώση σε οργανωμένο πληροφοριακό σύστημα. Κάθε βοήθεια είναι χρήσιμη και ευπρόσδεκτη».
Εάν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τη σπουδαία και εθνικά ωφέλιμη μελέτη της καταγραφής των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922 μπορείτε να επισκεφθείτε τις ιστοσελίδες stavrakoudis.econ.uoi.gr/deth/prosfyges1922.html και facebook.com/refugee1922.
Πόπη Παπαγεωργίου