Στο προηγούμενο άρθρο μας αναπτύξαμε την υψηλή ισλαμική στρατηγική και την εθνική στρατηγική της Τουρκίας του Ερντογάν, την οποία ξεδιπλώνει σταδιακά σε διάφορα μέτωπα. Σήμερα θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε την στρατηγική που ακολουθεί ο Ερντογάν για να ανατρέψει την εις βάρος της Τουρκίας κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην Αν. Μεσόγειο, κυρίως μετά τις εξελίξεις στην ΑΟΖ της Κύπρου και στην υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας νοτίως της Κρήτης, που οδηγούν στην κατασκευή του αγωγού East Med.
Το πρόβλημα που αντιμετώπιζε η Τουρκία είχε να κάνει με το Διεθνές Δίκαιο και τη διεθνή νομιμότητα, που ήταν υπέρ της Κύπρου και της Ελλάδας.
Δηλαδή, ενώ η Κυπριακή Δημοκρατία έκανε διεθνείς διαγωνισμούς για τα θαλάσσια τεμάχια της δικής της ΑΟΖ και έδειξαν ενδιαφέρον μεγάλοι ενεργειακοί «παίκτες», η Τουρκία, απομονωμένη διεθνώς, έκανε συμφωνία με το ψευδοκράτος και αναγκάστηκε να αποκτήσει η ίδια εξοπλισμό, για να κάνει μόνη της παράνομες και πειρατικές έρευνες και γεωτρήσεις, ελλείψει διεθνούς νομιμοποίησης.
Το ίδιο έγινε και με τα θαλασσοτεμάχια στην υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας, νοτίως της Κρήτης, όπου και πάλι μεγάλες ξένες εταιρείες έδειξαν έμπρακτο ενδιαφέρον, κερδίζοντας το δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης, όπως έγινε στην Κύπρο.
Αυτό που σήμανε συναγερμό στην Άγκυρα, ήταν η σχετική «ωρίμανση» ενός σχεδίου το οποίο την απέκλειε οριστικά από το μεγάλο ενεργειακό παιχνίδι της Αν. Μεσογείου. Το σχέδιο κατασκευής και λειτουργίας του αγωγού φυσικού αερίου East Med.
Η Τουρκία προσπάθησε να καταγγείλει διεθνώς τα τεκταινόμενα στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και στην ελληνική υφαλοκρηπίδα νοτίως της Κρήτης, όμως δεν βρήκε πουθενά στήριξη. Το μόνο που πέτυχε, ήταν η έκδοση και επίδοση ρηματικής από την κυβέρνηση Σαράτζ στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών στα τέλη Σεπτεμβρίου, με το οποίο αμφισβητεί το δικαίωμα της Ελλάδας να παραχωρήσει στην Total και την ExxonMobil θαλασσοτεμάχια νοτιοδυτικά και δυτικά της Κύπρου, υιοθετώντας την τουρκική θέση, ότι δηλαδή η Κρήτη δεν δικαιούται υφαλοκρηπίδα πέραν της αιγιαλίτιδας ζώνης, που εκτείνεται μέχρι τα έξι ναυτικά μίλια.
Μετά από λίγες εβδομάδες ακολούθησε η υπογραφή της συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, η οποία, παρότι αμφισβητήθηκε από όλες τις γειτνιάζουσες χώρες, δίνει την πρωτοβουλία των κινήσεων στην Άγκυρα, καθότι η Ελλάδα δεν έχει προβεί σε οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στην περιοχή που έκλεψε στην κυριολεξία η Τουρκία με την ως άνω συμφωνία.
Μετά τη δημιουργία αυτής της δυσάρεστης κατάστασης, η ελληνική κυβέρνηση και ο υπουργός Εξωτερικών έχει επιδοθεί σε έναν μαραθώνιο διπλωματικών προσπαθειών που είναι στη σωστή κατεύθυνση.
Όμως θα πρέπει να σημειώσουμε και να υπογραμμίσουμε το εξής: Ότι η Τουρκία έχει οριοθετήσει τις θαλάσσιες ζώνες της στην Αν. Μεσόγειο με παράνομες και πειρατικού χαρακτήρα συμφωνίες που υπέγραψε με το ψευδοκράτος και τη Λιβύη και μονομερώς με την Αίγυπτο και με την Ελλάδα.
Ακολούθως δε δήλωσε ότι θα στείλει ερευνητικά σκάφη και θα υπερασπιστεί την οριοθετηθείσα περιοχή με κάθε μέσον, που εννοεί και με τη χρήση στρατιωτικής βίας.
Την ίδια στιγμή και η Ελλάδα δηλώνει περίπου τα ίδια, για μια περιοχή όμως που δεν έχει οριοθετήσει, ούτε έχει γνωστοποιήσει τις συντεταγμένες της στον ΟΗΕ, και άρα τα όριά της είναι μέχρι στιγμής ακαθόριστα, εκτός κι αν ακολουθήσει το επόμενο διάστημα υπογραφή συμφωνίας οριοθέτησης με Αίγυπτο και Κύπρο.
Πάντως, το σκηνικό αυτήν τη στιγμή έχει ως εξής: Δύο χώρες, η Ελλάδα και η Τουρκία, δηλώνουν ότι θα υπερασπιστούν την ίδια περιοχή, με κάθε μέσον.
Ας βγάλει ο κάθε αναγνώστης το δικό του συμπέρασμα για το πού οδηγεί αυτή η κατάσταση.
Πάντως η Τουρκία, για να σπάσει το καθεστώς διεθνούς απομόνωσης που έχει στο ζήτημα αυτό, έχει συγκροτήσει μια στρατηγική ανατροπής της κατάστασης, με μια διπλωματική πανστρατιά η οποία είναι ήδη σε εξέλιξη.
Εκτός από το Πακιστάν (το οποίο επίτηδες το έβαλε στο παιχνίδι της υπεράσπισης της Αν. Μεσογείου) και της «Γαλάζιας Πατρίδας» με την παρουσία αεροναυτικών δυνάμεων, τώρα σχεδιάζει να φέρει και το στρατό του Αφγανιστάν να συμμετέχει σε άσκηση προσομοίωσης κατάληψης ελληνικού νησιού στο Αιγαίο.
Επίσης, ασκεί ασφυκτικές πιέσεις στην κυβέρνηση του Λιβάνου να υιοθετήσει τις θέσεις της για το εύρος της ΑΟΖ των νησιών, δηλαδή της Κύπρου – πιέσεις που ήδη έχουν φέρει αποτέλεσμα, αν ληφθεί υπόψη το πρόσφατο διάβημα εις βάρος της Ελλάδας, για παραβίαση της ΑΟΖ από ελληνόκτητο πλοίο.
Στο ίδιο πλαίσιο κινείται η Τουρκία και προς το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Ο διευθυντής υπηρεσίας Αεροναυτιλίας και Χαρτογράφησης του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, Τσαγατάι Ερτζιγιές, δήλωσε ότι «η συμφωνία με τη Λιβύη και οι προτάσεις που έκανε η Τουρκία προς τον Λίβανο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, ίσως οδηγήσουν τις κυβερνήσεις των χωρών αυτών να αναθεωρήσουν τελικά τις συμφωνίες τους με την ελληνοκυπριακή διοίκηση».
Ο δε υφυπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Γιαβούζ Σελίμ Κιράν, δήλωνε έτοιμος να διαπραγματευτεί με όλες αυτές τις χώρες.
Όμως, εκτός από τις προσπάθειες που καταβάλλει η Τουρκία για να αποκτήσει συμμάχους και διεθνή ερείσματα για τους σχεδιασμούς και τις ενέργειές της στην ΑΟΖ της Αν. Μεσογείου και για το ενδεχόμενο μιας ελληνοτουρκικής κρίσης, τις τελευταίες μέρες έχει επιδοθεί σε μια σειρά ενεργειών που αποσκοπούν στην αποτροπή της ανατροπής της κυβέρνησης Σαράτζ, στην Τρίπολη της Λιβύης.
Εκτός από την οικονομική στήριξη που έχει από το Κατάρ, έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη και από την Αλγερία, που μεταφράζεται και σε υποστήριξη σε επίπεδο παροχής οπλισμού και πυρομαχικών στους πολιτοφύλακες του Σαράτζ που μεταφέρονται με αεροσκάφη από την Αλγερία στη Μισράτα της Λιβύης.
Τελευταία είδαμε την προσπάθεια του Ερντογάν να πείσει τον πρόεδρο της Τυνησίας να επιτρέψει τη χρησιμοποίηση λιμανιών και αεροδρομίων της χώρας του από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, για να υποστηρίξουν από εκεί την κυβέρνηση του Σαράτζ.
Τέλος, σε διπλωματικό επίπεδο ο Ερντογάν αναμένεται να κάνει άλλο ένα ανατολίτικο παζάρι, στις συνομιλίες που θα έχει με τον Πούτιν, ο οποίος θα επισκεφθεί την Τουρκία τις 8 Ιανουαρίου, με σκοπό να πετύχει αυτό που πέτυχε στη Συρία, δηλαδή άσκηση επιρροής με την άδεια της Ρωσίας.
Το παιχνίδι σκληραίνει και χρειάζεται προσοχή.
Ας ελπίσουμε η ελληνική διπλωματία, η οποία, μετά από μια περίοδο πολιτικής σχιζοφρένειας, έχει αρχίσει να αποκτά τα παλιά καλά αντανακλαστικά της, να καταφέρει να βγάλει ασπροπρόσωπη την Ελλάδα από αυτήν την εξαιρετικά δύσκολη και πολυπαραμετρική κατάσταση, από την έκβαση της οποίας θα κριθεί στην κυριολεξία το μέλλον της Κύπρου και της Ελλάδας, το μέλλον και η επιβίωση του ελληνισμού.