Λιγκουίνι με σάλτσα λεονταρόψαρου, φιλέτο γερμανού με μαύρο πιπέρι και πάπρικα, ροδέλες τρομπέτας με σάλτσα αβοκάντο, σοτέ λεονταρόψαρου με χόρτα είναι μερικές από τις συνταγές που προτείνουν σεφ για το μαγείρεμα βρώσιμων ξενικών ειδών στο πλαίσιο του προγράμματος «Φά’ το πριν τα φάει»!
Το ηλεκτρονικό βιβλίο «Συνταγές βρώσιμων ξενικών ειδών» είναι μια πρωτοβουλία της περιβαλλοντικής οργάνωσης iSea και του Cyclades Preservation Fund με σκοπό τη γευστική γνωριμία με τα ξενικά είδη και την προώθηση της κατανάλωσής τους.
Όπως αναφέρει στην ηλεκτρονική έκδοση του βιβλίου η διευθύντρια Ερευνών του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) Αργυρώ Ζενέτου, «το πρόγραμμα “Φά’ το πριν τα φάει” έχει ως στόχο την ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση τόσο των κατοίκων των Κυκλάδων όσο και των εμπλεκόμενων φορέων σχετικά με τις επιπτώσεις που επιφέρουν τα ξενικά είδη στην οικονομία, στον τουρισμό και στην ανθρώπινη υγεία, και μεταξύ των μέτρων αντιμετώπισης του προβλήματος έχει προταθεί η κατανάλωση των βρώσιμων ξενικών ειδών».
«Παράλληλα», προσθέτει ο Νίκος Δούμπας από την iSea, «στόχος του προγράμματος είναι να δημιουργήσουμε μια αλυσίδα ζήτησης και προσφοράς ανάμεσα στους κατόχους καταστημάτων εστίασης και τους επαγγελματίες αλιείς με αποτέλεσμα τον μετριασμό του προβλήματος των ξενικών ειδών».
Στο βιβλίο, που είναι αναρτημένο στην ηλεκτρονική σελίδα της iSea, υπάρχουν 12 συνταγές από τους σεφ Αλέξανδρο Ουντίλα, Κώστα Αγγελόπουλο και Χρήστο Χίτο, με βασικά συστατικά τρία θαλάσσια ξενικά είδη, το λεονταρόψαρο, τον γερμανό και την τρομπέτα.
Το λεονταρόψαρο εισήλθε από την Ερυθρά Θάλασσα στη Μεσόγειο και καταγράφηκε επίσημα πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2015, στη Ρόδο, ενώ υπάρχει αναφορά του στην Κάλυμνο από το 2008. Η γεωγραφική εξάπλωσή του στις ελληνικές θάλασσες επεκτείνεται με ραγδαίους ρυθμούς. Πρόκειται για δηλητηριώδες είδος που το τσίμπημά του μπορεί να προκαλέσει οξύ πόνο, οίδημα, και σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις αλλεργικό σοκ.
«Παρ’ όλα αυτά», επισημαίνεται στο βιβλίο, «το κρέας του θεωρείται από τα πιο εύγεστα και σε πολλές περιοχές του κόσμου αποτελεί εκλεκτό και ακριβό γεύμα, ενώ απαραίτητη και μοναδική προϋπόθεση για την κατανάλωσή του, είναι η προσοχή κατά το καθάρισμά του». Όλα τα αγκάθια της ράχης, της κοιλιάς, των πλευρών και της ουράς πρέπει να αφαιρούνται με ένα ψαλιδάκι και φορώντας σκληρό λαστιχένιο γάντι.
Δύο είδη γερμανών εντοπίζονται στην Ελλάδα, γνωστά και με τις ονομασίες αγριόσαλπα ή κουρκούνα. Αν και στη χώρα μας υπάρχουν εδώ και αρκετά χρόνια, δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλή, παρά τη γευστική τους αξία. Σε άλλες μεσογειακές χώρες, όπως η Κύπρος, τα συγκεκριμένα είδη αποτελούν εκλεκτό και καλοπληρωμένο έδεσμα.
Η μικρή ποσότητα δηλητηρίου στα αγκάθια της ράχης και της κοιλιάς τους επιβάλει προσοχή στο χειρισμό κατά το καθάρισμά τους.
Η τρομπέτα, ή αλλιώς φιστουλάρια, καταγράφηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2001 και έκτοτε έχει επεκταθεί σε όλο το νότιο Αιγαίο, το νότιο Ιόνιο και τις Κυκλάδες. Το κρέας της είναι αρκετά εύγευστο και, παρά το σχήμα της, έχει αρκετή σάρκα για να μαγειρευτεί. Το είδος είναι εμπορεύσιμο σε χώρες της ΝΑ Μεσογείου (Τουρκία, Συρία, Λίβανος).
- Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Νατάσα Καραθάνου.