Ο δικέφαλος αετός κοιτάζει σε Δύση και Ανατολή με παράπονο. Ούτε η Δύση ούτε η Ανατολή εννόησαν στο βαθμό και στην πληρότητα που έπρεπε τα διδάγματα του ελληνικού πνεύματος. Η σπουδαία Γαλλίδα κλασική φιλόλογος και ελληνίστρια Ζακλίν ντε Ρομιγί (1913-2010) στο τελευταίο από τα βιβλία της που κυκλοφόρησε στα ελληνικά με τον τίτλο Το ανθρώπινο μεγαλείο στον αιώνα του Περικλή (εκδ. Ωκεανίδα, Αθήνα 2010), επισημαίνει μερικά πράγματα με τρόπο που συγκινεί.
Γιατί τα γράφει στο κατώφλι του θανάτου και μάς τ’ αφήνει ως διαθήκη.
Γράφει: «έχω γεράσει πολύ, είμαι πάνω από ενενήντα πέντε ετών και έζησα κάτω από την επιρροή αυτών των Ελλήνων συγγραφέων για τουλάχιστον ογδόντα χρόνια, οπότε πρέπει να μιλήσω κι εγώ, με τη σειρά μου, για εκείνη τη δύναμη και το φως, για εκείνη την πίστη και την ελπίδα που πάντοτε αντλούσα από αυτούς». Κι ύστερα αναφέρει: «για εμένα είναι, φυσικά, οδυνηρό να βλέπω σήμερα ότι επικρατεί μια τάση να τα παραμελούν: κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα σοβαρό επειδή ζούμε σε μια ταραγμένη εποχή, μαρτυρική, οικονομικής κρίσης και –κατά συνέπεια– ηθικής κρίσης».
Μια ματιά γύρω μας στον κόσμο αρκεί. Ποιος κουτοπόνηρος, ποιος ιδιοτελής, ποια καλοπληρωμένη γραφίδα με εντεταλμένη αποστολή τον εφησυχασμό των συνειδήσεων θα μας απαντήσει; Πού το «γνώθι σαυτόν»; Πού η αρετή; Πού «το καλόν καγαθόν»; Πού το «μέτρον» εκείνο «το άριστον»; Πού το «ευ αγωνίζεσθαι»; Πού η εγκράτεια; Πού εκείνο το «ελεύθερον το εύψυχον»; Ή το άλλο το «μηδέν υπολογιζόμενον μήτε θάνατον μήτε άλλο μηδέν προ του αισχρού»;1
Μαρτυρική χαρακτηρίζει την εποχή η εμπνευσμένη ακαδημαϊκός∙ προκαλεί εντύπωση ο χαρακτηρισμός. Συμφωνεί με τους σύγχρονους αγίους της ορθόδοξης πίστης μας, οι οποίοι μίλησαν γι’ αυτό το άλλου είδους μαρτύριο, για τους ιδιότυπους μάρτυρες και ήρωες του καιρού μας. Τους βλέπει κανείς πλήθος γύρω του σήμερα, σε μια Ελλάδα που ’χει χάσει το δρόμο και τον μπούσουλά της τον πνευματικό. Πρόκειται για το μαρτύριο της συνείδησης∙ για μάρτυρες «τη βουλήσει άνευ διωγμών, άνευ μαστίγων» καταπώς το θέτει ο Μέγας Βασίλειος στον εγκωμιαστικό λόγο του για τους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Στην Ελλάδα βιώνουμε με τον πλέον δραματικό τρόπο την εποχή αυτή της υποκρισίας, της διαβολής, της παραφθοράς, της ηδονοδοξίας,2 της σχετικοποίησης των πάντων και της άκρας φιλαυτίας. Την εποχή στην οποία οι στάσεις για περίσκεψη στη διαδρομή θέλω-μπορώ-κάνω έχουν γίνει επικίνδυνα σύντομες.
Περνάμε τις στάσεις αυτές εν τάχει∙ απερίσκεπτα, επιπόλαια, αναίσθητα, όπως γυρίζουμε με το δάχτυλο στο κινητό τηλέφωνο τις ηλεκτρονικές σελίδες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που δεν μας κινούν το ενδιαφέρον. Θέλω-μπορώ-κάνω∙ φραπ, φραπ, φραπ…
Ναι, είναι φρικτό το μαρτύριο της συνείδησης για εμάς. Γιατί εμείς εδώ –που να πάρει η ευχή!– έπρεπε να ξέρουμε καλύτερα… Ο ελληνισμός, αναζητώντας την αλήθεια με τον ορθολογισμό, την επιστήμη, τη φιλοσοφία, την τέχνη, με την παιδεία και την πρότασή του για τη ζωή γενικότερα πάλεψε ως άλλος Οδυσσέας και δοκιμάστηκε. Την βρήκε, όμως, την Ιθάκη. Την βρήκε! Κι άλλο πιο σπουδαίο απ’ αυτό δεν έχει. Βρήκε την Αλήθεια στο πρόσωπο του Χριστού και κρατάει το χάρτη που δείχνει τον μόνο ορθό δρόμο προς αυτόν το θησαυρό∙ ο χάρτης αυτός ο νοητός λέγεται Ορθοδοξία.
Και τώρα; Ποια τρέλα, ποια ανοησία, ποια αδόκητη σύγχυση φρενών μάς προστάζει –κι εμείς ζαλισμένοι υπακούμε– ν’ αφήσουμε την Ιθάκη μας για να επιστρέψουμε απευθείας πίσω στα τείχη της Τροίας; Όχι με περιπέτειες στη διαδρομή, χωρίς συμβάντα στο ταξίδι∙ απευθείας. Γιατί η ευγενική αναζήτηση της Ιθάκης δίνει «τ’ ωραίο ταξίδι» καταπώς γράφει στο ποίημά του ο Καβάφης. Η αδιανόητη επιστροφή στην Τροία, στην εκζήτηση της βίας, της εξουσίας και της θεραπείας των κάθε είδους θέλω γίνεται απευθείας – φραπ, φραπ.
Είναι όντως μαρτύριο. Έτσι σοφοί που γίναμε, με τόση πείρα, θα έπρεπε ήδη να έχουμε καταλάβει καλά η Ιθάκη τι σημαίνει – ας το πω έτσι, παραφράζοντας το στίχο του Αλεξανδρινού ποιητή. Αλίμονο, ότι εμπίπτουμε στην τραγική κατηγορία των ασυγχώρητων κατά τον Απόστολο Παύλο. Ρητά το γράφει πως «αδύνατον γαρ τους άπαξ φωτισθέντας γευσαμένους τε της δωρεάς της επουρανίου και μετόχους γενηθέντας Πνεύματος Αγίου και καλόν γευσαμένους Θεού ρήμα δυνάμεις τε μέλλοντος αιώνος, και παραπεσόντας, πάλιν ανακαινίζειν εις μετάνοιαν, ανασταυρούντας εαυτοίς τον υιόν του Θεού και παραδειγματίζοντας» (Εβρ. 6,4-6).
Όχι μόνον (πνευματικώ τω τρόπω) προ Χριστού γυρίζουμε, αλλά ακόμα πιο πίσω οπισθοχωρούμε.
Πίσω κι από αυτούς που ο Μακρυγιάννης χαρακτηρίζει «γοναίγους όλης της ανθρωπότης» – αυτούς που τόσο αγάπησε η Ρομιγί. Ας γράφει ο Άγιος Νεκτάριος ότι «ο Έλλην εγεννήθη κατά θείαν πρόνοιαν διδάσκαλος της ανθρωπότητος […] διότι η ανθρωπότης δείται αιωνίων διδασκάλων». Κι ας λέγει ότι στον ελληνισμό εμπιστεύτηκε η θεία πρόνοια καθήκοντα σχετικά με «την θρησκείαν της αποκαλύψεως και το θείον έργον της αποστολής αυτής, το αιώνιον έργον της σωτηρίας διά της διαπλάσεως απάσης της ανθρωπότητος κατά τας αρχάς της αποκαλυφθείσης θρησκείας».
Μας έχει «απατάγη η ’διοτέλεια» κι «όλο εις τον κρεμνόν κυλάμεν κάθε ’μέρα», που λέει κι ο στρατηγός.
_____
1. Απολογία Σωκράτους, 28d.
2. Ι. Γ. Κουρεμπελές, Ηδονοδοξία. Κριτική στη μεταπατερική θεώρηση της Παρθενίας της Θεοτόκου, εκδ. Αθ. Αλτιντζή, Θεσσαλονίκη 2019.