Μικρά παιδιά ήρθαν στην Ελλάδα, πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, κι εγκαταστάθηκαν στον Κουκλουτζά, στο Χαρμάνκιοϊ και το Νέο Κορδελιό της Θεσσαλονίκης. Κι αφού πέρασαν βάσανα και κακουχίες, δεν δίστασαν καθόλου να πάνε το ’40 στο μέτωπο μαζί με τους ντόπιους συναγωνιστές τους να πολεμήσουν. Τα κόκκαλά τους τα άφησαν στα βουνά της Αλβανίας, δεν βρέθηκαν καν οι τάφοι τους. Ο Σάββας Ιντζίρης, με καταγωγή από τη Σινώπη, ο Αλέξανδρος Μαξούρας από τη Σμύρνη και ο Κωνσταντίνος Κοντός από τον Νέο Κουκλουτζά Θεσσαλονίκης (Εύοσμο) ήταν τρεις μόνον από τους 7.976 στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας στο αλβανικό μέτωπο και έμειναν άταφοι ή ενταφιάστηκαν σε πρόχειρους τάφους.
Αφορμή για να έρθει στην επικαιρότητα το θέμα των στρατιωτών που έχασαν τη ζωή τους στο πόλεμο και δεν βρέθηκαν ποτέ οι σοροί τους αποτέλεσε ένα τηλεφώνημα που δέχτηκε το 2004 από έναν Βορειοηπειρώτη ο πρώην υπουργός και νυν πρόεδρος της Ένωσης Συγγενών Πεσόντων κατά το Έπος 1940-41 Γεώργιος Σούρλας.
«Οργώνω το χωράφι μου και το αλέτρι μου βγάζει οστά των μαχητών του ’40· θρυμματίζει κρανία και διερωτώμαι εσείς εκεί στην Ελλάδα πού είστε; Γιατί τους εγκαταλείψατε στα βουνά και στα λαγκάδια; Γιατί δεν ενδιαφερθήκατε ποτέ γι’ αυτούς που έγραψαν την πιο λαμπρή ιστορία;», του είπε. Έτσι ξεκίνησε ένας μακροχρόνιος αγώνας του Γ. Σούρλα που κατέληξε στην τελική απόφαση της Διακρατικής Επιτροπής Ελλάδος-Αλβανίας για την ανεύρεση, την περισυλλογή και τον ενταφιασμό των οστών των πεσόντων, η οποία ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2018.
Στη μνήμη των πεσόντων στρατιωτών ο Γ. Σούρλας έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Δεν ξεχάσαμε τους ήρωες του έπους του 1940-41».
Σήμερα, 79 χρόνια μετά τον πόλεμο του ’40, συγγενείς των άταφων πεσόντων μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τους προγόνους τους που χάθηκαν στα βουνά της Αλβανίας και δεν μπόρεσαν να ενταφιαστούν με τις τιμές που του έπρεπαν.
«Επολέμησεν ως παληκάρι»
«Κύριε Ιντζίρη, την 9ην Δεκεμβρίου 1940 ο λόχος μου έλαβεν μέρος εις τινά μάχην κατά τη διάρκεια της οποίας ο υιός σας επολέμησεν ως παληκάρι, αγωνίσθη ως αληθινός πατριώτης εναντίον του απαισίου εχθρού μας. Μετά το πέρας αυτής διεπίστωσα την απουσίαν του, έκτοτε και μέχρι σήμερον ουδέν ίχνος τους ανεύρομεν. Αναγνωρίζω ότι η λύπη σας θα είναι μεγάλη, πλήν όμως ελπίζω να είναι εν τη ζωή και εύχομαι να επανέλθει εις τους κόλπους της οικογενείας σας». Με αυτή την επιστολή που έστειλε στις 21/1/1941 ο αξιωματικός Κωνσταντίνος Ζήκος, ο πατέρας του στρατιώτη του 67ου Συντάγματος Πεζικού Σάββα Ιντζίρη, Νικόλαος, πληροφορείται τον χαμό του γιού του.
(Φωτ.: ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Περηφάνια και συγκίνηση για τον παππού του που έχασε τη ζωή του μαχόμενος αισθάνεται ο Σάββας Ιντζίρης ο οποίος μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ λέει: «Η καταγωγή της οικογένειάς του παππού μου ήταν από τη Σινώπη. Ο παππούς μου πήγε εθελοντικά να πολεμήσει. Ο πατέρας μου ήταν τόσο μικρός τότε και δεν τον θυμόταν. Δεν βρέθηκε όμως ποτέ το πτώμα του, ούτε και τα κόκκαλά του. Ο Δήμος Κορδελιού-Ευόσμου, για να τον τιμήσει, έδωσε πριν από πολλά χρόνια το όνομά του σε ένα πάρκο και πρόσφατα τον τίμησε με πλακέτα στο πλαίσιο της παρουσίασης του βιβλίου του κ. Σούρλα. Αισθάνομαι περήφανος και συγκινημένος για τον παππού μου».
Ο στρατιώτης του 50ού Συντάγματος Πεζικού Αλέξανδρος Μαξούρας είχε έρθει στην Ελλάδα το 1922 από τη Σμύρνη.
«Ηταν πρώτος ξάδελφος τους πατέρα μου. Ήταν 20 χρονών όταν πήγε να πολεμήσει, δεν είχε προλάβει να κάνει οικογένεια. Είχε έναν αδελφό που πέθανε. Υπήρχε πάντα μια βαθειά θλίψη και γιατί σκοτώθηκε και γιατί δεν τάφηκε όπως θα έπρεπε. Τα κόκαλά του δεν βρέθηκαν ποτέ. Ίσως να είναι θαμμένος μαζί με άλλους κάπου στην Αλβανία. Στην οικογένεια νιώθουμε θλίψη αλλά και περηφάνια», λέει ο Γιώργος Μαξούρας μιλώντας για τον θείο του, τη μνήμη του οποίου επίσης τίμησε ο Δήμος Κορδελιού-Ευόσμου με την επίδοση πλακέτας.
Ο στρατιώτης Κωνσταντίνος Κοντός του Σωτηρίου, από τον Νέο Κουκλουτζά της Θεσσαλονίκης, ο οποίος υπηρετούσε στο 4ο Τάγμα Πολυβολικού Κινήσεως, είναι ένας από τους ντόπιους στρατιώτες που έπεσαν στο πεδίο της μάχης και δεν βρέθηκαν ποτέ. «Έπεσεν υπέρ Πατρίδος επί του πεδίου της Μάχης Τσιροτάπε (αερ. επιδρ.) την 20ή Δεκεμβρίου 1940» έγραφε το «δελτίο φονευθέντος» με αριθμό πρωτοκόλλου 89955, που έστειλε το Γενικό Επιτελείο Στρατού στις 2 Φεβρουαρίου 1941 στην οικογένεια του στρατιώτη Κωνσταντίνου Κοντού. «Ο παππούς μου έχασε τη ζωή του στον πόλεμο σε ηλικία 25 ετών. Ο πατέρας μου τότε ήταν ενός ή δύο ετών, δεν τον θυμόταν καν. Ήταν ντόπιοι. Πριν από περίπου δέκα χρόνια δόθηκε προς τιμήν του το όνομά του σε μία οδό πάνω από τον περιφερειακό και τώρα τον τίμησε με πλακέτα ο Δήμος Κορδελιού-Ευόσμου», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο εγγονός του Γιάννης Κοντός.
- Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Αγγέλα Φωτοπούλου.