Μέχρι τα τέλη του 2020, που θα διαμορφωθεί η νέα αμερικανική πολιτική, οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή θα επηρεάζονται από τις αμερικανικές εκλογές του επόμενου χρόνου. Ήδη, η έρευνα της αμερικανικής Βουλής κατά του πρόεδρου Τραμπ αναμένεται να τον κάνει πιο νομότυπο και προσεκτικό, και να επηρεάσει τη στάση του απέναντι στον Ερντογάν και στην Τουρκία. Σύμφωνα με τους αμερικανικούς νόμους, ο πρόεδρος της χώρας έπρεπε ήδη να ενεργοποιήσει κυρώσεις κατά της Άγκυρας για την αγορά του συστήματος S-400. Ο Τραμπ δεν το κάνει, και οι εκτιμήσεις διεθνών αναλυτών συγκλίνουν στο ότι εξυπηρετεί προσωπικά και όχι κρατικά συμφέροντα.
Αν αυτό προστεθεί στην ουκρανική περιπέτεια του Αμερικανού προέδρου, η εικόνα του ενόψει των εκλογών θα αμαυρωθεί περισσότερο.
Με πρόκριμα τις επικείμενες εκλογές, ο Τραμπ πολύ δύσκολα θα εμπλακεί σε πολεμική αναμέτρηση στον Περσικό κόλπο και θα ακούσει τη γραφειοκρατία του Πενταγώνου να μην εγκαταλείψει τους Κούρδους στη Συρία. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και την Κύπρο δεν είναι θέμα που τον ενδιαφέρει άμεσα, προσωπικά. Τις σχέσεις με τις δύο χώρες και τις τριμερείς με Ισραήλ και Αίγυπτο τις διαχειρίζονται το State Department και το Πεντάγωνο. Είναι δρομολογημένες, δεν φαίνεται να αλλάζουν σημαντικές παράμετροί τους, και μάλλον δεν διαφαίνονται εκπλήξεις.
Η πολιτική του Τραμπ για τη χρήση οικονομικών και όχι στρατιωτικών μέτρων στην αμερικανική πολιτική της περιοχής δείχνει να έχει αποτελέσματα. Είναι σίγουρο πως η τουρκική οικονομία θα υποστεί θανάσιμο πλήγμα αν επιβληθούν από την Ουάσινγκτον κυρώσεις, ενώ τα τουρκικά γεωτρύπανα αποχώρησαν από την Κύπρο επειδή δεν παρέχονταν κυρίως από τις ΗΠΑ τα απαιτούμενα ανταλλακτικά, σύμφωνα με δημοσίευμα της Cumhuriyet. Είτε αυτός ήταν ο λόγος είτε τα εντάλματα σύλληψης που εξέδωσε η κυπριακή κυβέρνηση κατά του προσωπικού που εργαζόταν στα γεωτρύπανα και τα ερευνητικά σκάφη της Τουρκίας, το συμπέρασμα είναι πως υπάρχουν πολιτικά και ήπια μέσα αντιμετώπισης της τουρκικής προκλητικότητας. Αρκεί να ευνοεί το διεθνές περιβάλλον, να υπάρξει ενεργοποίηση, σχέδιο και επιμονή. Η Κύπρος τα διαθέτει καλύτερα από την Ελλάδα.
Στα Βαλκάνια, μετά από μια τριακονταετία, από την κατάρρευση του Ανατολικού συνασπισμού, οι αρχικές μεταρρυθμίσεις αφομοιώθηκαν αλλά το αποτέλεσμα δεν είναι το επιθυμητό. Τα κράτη, κυρίως των αποκαλούμενων δυτικών Βαλκανίων, παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα διοίκησης, διαφθοράς, παράνομων εγκληματικών οργανώσεων (πολλές φορές με τη συνδρομή του κράτους) και οικονομικής καχεξίας. Η Ρωσία εκμεταλλεύεται αυτήν την αστάθεια για να επιδιώξει επιρροή στην περιοχή και να καθυστερήσει την ένταξή τους στις Δυτικές δομές, και σε αρκετές περιπτώσεις το καταφέρνει.
Η Κίνα δεν ασχολείται προς το παρόν με τα γεωπολιτικά και επιδιώκει παρουσία και επιρροή στη βάση της οικονομικής διείσδυσης, η οποία μέχρι στιγμής είναι επιτυχής.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά την ένταξη στο ΝΑΤΟ των βαλκανικών χωρών (Αλβανίας, Σκοπίων, Μαυροβουνίου) δεν ενδιαφέρονται για την περιοχή, και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να διαχειριστεί καλά τις εξελίξεις. Τα δυτικά Βαλκάνια χρειάζονται μια ώθηση για τη διαμόρφωση αξιόπιστων κρατικών υποστάσεων με κάποιο δέλεαρ, και το καλύτερο που θα μπορούσε να επιδειχθεί είναι η διαδικασία ένταξής τους στις ευρωπαϊκές δομές. Οι σχετικές συνομιλίες πρέπει να αρχίσουν, αλλά με καλή προετοιμασία. Η γερμανική Βουλή ενέκρινε τη σχετική πρόταση της κυβέρνησης με προϋποθέσεις. Ειρήσθω εν παρόδω, η Αλβανία στερείται Συνταγματικού και Ανωτάτου Δικαστηρίου(!) και προφανώς η συγκρότηση και λειτουργία τους θα αποτελέσουν (και) προϋποθέσεις για να προχωρήσουν οι όποιες συνομιλίες με τις Βρυξέλλες. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας (ενταξιακές συνομιλίες) μπορούν να αντιμετωπιστούν και τα σοβαρά προβλήματα της ελληνικής μειονότητας στη Βόρειο Ήπειρο.
Και με τη «Βόρεια Μακεδονία» τα όποια προβλήματα μπορεί να αντιμετωπιστούν καλύτερα στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που η χώρα θα αναλάβει κατά τις ενταξιακές της συνομιλίες, οι οποίες ακόμη δεν αποφασίστηκαν. Πάντως, όπως διαφαίνεται, η «Βόρεια Μακεδονία» δεν αποκλείεται να γίνει πεδίο ελληνοβουλγαρικής αντιπαράθεσης σε ορισμένους τομείς, όπως στην αμυντική επιτήρηση του εναέριου χώρου της. Την εβδομάδα που πέρασε υπήρξαν σχετικά βουλγαρικά δημοσιεύματα, παρόλο που η Βουλγαρία δεν διαθέτει αυτήν τη στιγμή τις δυνατότητες που απαιτούνται.
Ρωσία και Κίνα συνεργάζονται καλά με τη Σερβία, στην οποία οι εικόνες των βομβαρδισμών είναι ακόμη παρούσες και επηρεάζουν την πολιτική του Βελιγραδίου. Όπως και η απώλεια του Κοσσυφοπεδίου. Η Μόσχα προμήθευσε το Βελιγράδι τανκς και αεροπλάνα, ενώ η Κίνα εκσυγχρονίζει τις οικονομικές επενδύσεις της και προτίθεται να παράσχει εξοπλισμένα drone.
Το πώς θα αναπτύξει αυτούς τους εξοπλισμούς το Βελιγράδι και τι ρόλο θέλει να διαδραματίσει, είναι άγνωστο.
Πάντως, τα Βαλκάνια έχουν παράδοση παρουσίας διεθνών δυνάμεων στην περιοχή τους. Μετά τον Β΄ ΠΠ ήταν παρούσες στην περιοχή τόσο η Σοβιετική Ένωση (με τη Βουλγαρία), όσο και η Κίνα (με την Αλβανία, μέχρι να έρθει σε διάσταση με τους Κινέζους ο Εμβέρ Χότζα). Ο ηγέτης της Γιουγκοσλαβίας Γιόσιπ Μπροζ Τίτο κρατούσε μια παράξενη ισορροπία μεταξύ Δύσης και Ανατολής, αν και το καθεστώς του πρέσβευε έναν ιδιότυπο σοσιαλισμό, και η Δύση ήταν φυσικά παρούσα με την Ελλάδα και την Τουρκία. Όλα αυτά βεβαίως ανήκουν στο παρελθόν, και μια νέα ισορροπία διαμορφώνεται στην περιοχή την οποία θα πρέπει να επηρεάσει η Ελλάδα. Οι οιωνοί δεν είναι κακοί.