«Εσείς κύριε πείτε μας, ποιον εκπροσωπείτε;» Σε μια τηλεοπτική ανταλλαγή επιχειρημάτων αυτό ακριβώς άκουσα να εκστομίζει με απαξιωτικό ύφος ένας πρώην υπουργός σ’ έναν καθηγητή πανεπιστημίου. Ο συνάδελφος έκανε την τεκμηριωμένη κριτική του πάνω σ’ ένα ζήτημα κρατικής οργάνωσης που σχετιζόταν με το επιστημονικό του αντικείμενο. Τι σημασία έχει να πούμε σε ποιο ζήτημα; Έτσι κι αλλιώς όλα τα δημόσια πράγματα της χώρας αναδύουν έντονη δυσωδία ιδιοτέλειας και ευνοιοκρατίας. Τοξικοί είναι οι ατμοί της γενικότερης αποστασίας μας από αξίες διαχρονικές κι ευγενικά πανανθρώπινα ιδεώδη. Το γεγονός ότι αρκετά από αυτά γεννήθηκαν εδώ –στον τόπο μας– δεν κάνει τα πράγματα χειρότερα. Στα σίγουρα, όμως, τα κάνει θλιβερότερα.
Προσπάθησα να βάλω τον εαυτό μου στη θέση του συναδέλφου. Θα τα κατάφερνα ν’ απαντήσω ψύχραιμα σε μια τέτοια απαράδεκτη ερώτηση;
Θα μπορούσα να αποτρέψω τον… μικρό Καραϊσκάκη μέσα μου απ’ το να εκφραστεί; Αντικειμενικά, αυτός δίνει τις πλέον κατάλληλες απαντήσεις σε κάτι τέτοια κουτοπόνηρα υπονοούμενα. Νομίζω ότι κάτι θα έβρισκα να πω για να δώσω στον πολιτικό να καταλάβει πως πρέπει ν’ απαντήσει στο προκείμενο και ν’ αφήσει κατά μέρος τους υποβολιμαίους πολιτικαντισμούς. Δεν είναι, όμως, αυτό το θέμα…
Η νοοτροπία πίσω από το «εσείς κύριε ποιον εκπροσωπείτε;» είναι το μείζον πρόβλημα στο παράδειγμά μας. Μια νοοτροπία χαλασμένων μυαλών που, δυστυχώς, έχει διαποτίσει τον δημόσιο βίο στη χώρα μας. Εδώ, δηλαδή, όπου οι λύκοι του ολοκληρωτισμού έχουν κατασπαράξει τη δημοκρατία και κυκλοφορούν καμαρωτά μεταμφιεσμένοι φορώντας το τομάρι της.
Καιρός να ξεμπερδέψουμε τα πράγματα στο συγχυσμένο μας μυαλό. Η αρχή της πλειοψηφίας στο πολίτευμα της δημοκρατίας είναι τρόπος για τη λήψη τελικών αποφάσεων από πλήρως και σφαιρικά ενημερωμένα άτομα. Στην περίπτωση αυτή οι καταμετρήσεις και τα νούμερα έχουν αξία. Στη δυνατότητα πρόσβασης, όμως, των πολιτών ή των ατόμων που αποφασίζουν σε πολύπλευρη ενημέρωση. οι αριθμοί δεν πρέπει να μετρούν καθόλου. Δηλαδή, οι κάθε είδους εκφάνσεις της αρχής της πλειοψηφίας μικρή σημασία έχουν –και οπωσδήποτε δεν προαπαιτούνται– για την εκφορά, την αποδοχή, την παρουσίαση και την ανάδειξη απόψεων, θέσεων ή επιχειρημάτων στον δημόσιο διάλογο.
Στο χώρο των ιδεών, της διανόησης, της τέχνης και των επιστημών τον πρώτο λόγο έχει η ποιότητα και όχι η ποσότητα.
Από το χώρο αυτόν τροφοδοτείται η γενικότερη πολιτική παιδεία, η προσωπικότητα, τα ήθη, οι αρχές και η ολοκληρωμένη ενημέρωση των πολιτών. Αλίμονο αν κυριαρχούσε εδώ η δύναμη των αριθμών και η μαζικότητα. Στην περίπτωση αυτή θα μιλούσαμε για προβληματική, ελλιπή ή ακόμα και κατευθυνόμενη ενημέρωση των πολιτών. Αυτού του είδους λοιπόν η άτοπη εφαρμογή μιας διαστρεβλωμένης εκδοχής της αρχής της πλειοψηφίας καθόλου δεν χαρακτηρίζει την αυθεντική δημοκρατία. Αντίθετα, αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό των ολοκληρωτικών καθεστώτων.
Ας συγκεκριμενοποιήσουμε, λοιπόν, τα πράγματα στο παράδειγμα του τηλεοπτικού διαλόγου στον οποίο αναφερθήκαμε. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ανταλλαγής επιχειρημάτων, το γεγονός ότι ο καθηγητής δεν εκπροσωπούσε κανέναν φορέα, σύλλογο, σύνδεσμο, ένωση, μη κυβερνητική οργάνωση και τα ρέστα δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Επίσης, το γεγονός ότι ο πρώην υπουργός και βουλευτής έχει ψηφιστεί από έναν αριθμό συμπολιτών μας και άρα –καταπώς το αφήνει να εννοηθεί– τους εκπροσωπεί, είναι επίσης άνευ αξίας. Εδώ το μόνο που έχει σημασία είναι η ποιότητα και η λογική των επιχειρημάτων. Επομένως το προκλητικό ερώτημα του πρώην υπουργού προς τον καθηγητή («εσείς κύριε ποιον εκπροσωπείτε;») είναι επιεικώς άστοχο και προφανώς εκ του πονηρού.
Στην αυθεντική δημοκρατία επικροτείται και δεν απαξιώνεται η έκφραση των προσωπικών απόψεων. Αναδεικνύεται η αξία, η ελευθερία και η προσωπικότητα του ατόμου που δεν πρέπει να χάνεται, να συνθλίβεται στη μάζα ακόμα και μέσα στις μικρότερες συγκροτημένες ομάδες κι οργανώσεις κάθε είδους, μορφής ή χαρακτήρα. Οι πολίτες πια μου φαίνεται πως έχουν για καθετί κι από έναν εκπρόσωπο, αλλά δεν έχουν… πρόσωπο. Από τον μικρότερο σύλλογο μέχρι τα κόμματα εξουσίας όλοι σχίζονται να μας εκπροσωπούν.
Δυστυχώς, οι περισσότεροι εκλαμβάνουν τη συμμετοχή ή την ψήφο μας ως λευκή επιταγή και την εξαργυρώνουν σε προσωπική προβολή, διασυνδέσεις, ανέλιξη σε μηχανισμούς εξουσίας και χρήμα.
Είναι ξεκάθαρο ότι η προβολή του λόγου –προφορικού ή γραπτού– από τα περισσότερα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην πατρίδα μας δεν βασίζεται στην ποιότητά του. Με ελάχιστες εξαιρέσεις που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα, προβάλλονται κατεξοχήν αυτοί που δήθεν μας εκπροσωπούν. Κατά τα άλλα προβάλλονται μέχρις αηδίας αυτοί που υπηρετούν συμφέροντα και εξουσιαστικά σχήματα διαφόρων ειδών. Έρχεται, όμως, από καμιά φορά κάποιο ποιοτικό κείμενο, βιβλίο, ομιλία ή άλλο καλλιτεχνικό δημιούργημα που ξετρυπώνω ο ίδιος μου ή κάποιοι φίλοι στο διαδίκτυο και παίρνουμε μια ανάσα.
Έτσι έγινε κι άκουσα ένα τραγούδι που λένε δυο λεβεντόπαιδα από την Κρήτη (Καραλάκης και Χαρκιολάκης) με τίτλο «Χριστέ και Παναγία μου». Φύσηξε για μια στιγμή ένα καθαρό αεράκι κι έδιωξε τη συνεχώς ανακυκλούμενη οσμή της μετριότητας – κλεισούρα και μούχλα. Βρίσκεις… αλλά θέλει ψάξιμο. Αλλιώς τρώγε τα σκουπίδια που σου τα σερβίρουν έτοιμα. Θέλει ψάξιμο για να ακούσεις ξανά να σου θυμίζουν πως –πράγματι– «καλιά στα όρη άρχοντας, παρά στον κάμπο δούλος· θωρώ τον κόσμο από ψηλά κι είναι δικός μου ούλος».