Οι ιταλικές κυβερνήσεις έχουν μια κακή συνήθεια: καταρρέουν εύκολα. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες η χώρα είχε δεκατρείς διαφορετικούς πρωθυπουργούς. Μετά την παραίτηση του Τζουζέπε Κόντε ύστερα από δεκατέσσερις μήνες στην εξουσία, η Ιταλία θα αποκτήσει άλλη μια κυβέρνηση. Αλλά πόσο θα κρατήσει;
Με βάση τις προηγούμενες επιδόσεις της χώρας και τη σημερινή πολιτική κατάσταση, η εικόνα δεν μοιάζει ρόδινη.
Ακόμη και οι περίοδοι σχετικής σταθερότητας της Ιταλίας υπήρξαν ταραχώδεις. Ο μόνος πρωθυπουργός που έχει υπηρετήσει μια ολόκληρη πενταετή θητεία από το 1989 είναι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο δισεκατομμυριούχος που έγινε συνώνυμος με τα σκάνδαλα.
Αυτή η πολιτική αναταραχή είναι ασυνήθιστη για μια ανεπτυγμένη οικονομία. Την περίοδο που η Ιταλία είχε δεκατρείς πρωθυπουργούς η Γερμανία είχε τρεις καγκελάριους, η Γαλλία πέντε προέδρους και η Βρετανία επτά πρωθυπουργούς. Ακόμη και η Αυστραλία, γνωστή για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια, είχε μόνο εννέα πρωθυπουργούς από το 1989.
Η παραίτηση του Κόντε ήταν ασυνήθιστη από κάποιες απόψεις, συνηθισμένη από άλλες. Ο πολιτικά ανεξάρτητος Ιταλός νομικός ήταν επικεφαλής της πρώτης πραγματικής λαϊκιστικής κυβέρνησης στη Δυτική Ευρώπη. Η παραίτησή του κατέστη αναπόφευκτη μετά την άρση της υποστήριξης της κυβέρνησης από τον Ματέο Σαλβίνι. Ο τελευταίος, όμως, ενδέχεται να υπερτίμησε τις δυνάμεις του, καθώς πιθανολογείται τώρα ότι θα συγκροτηθεί μια συμμαχία ανάμεσα στο Κίνημα των Πέντε Αστέρων, το Δημοκρατικό Κόμμα και ενδεχομένως τη Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι, που μπορεί να του φράξει το δρόμο για την εξουσία.
Ένας λόγος για την αστάθεια της Ιταλίας είναι το σύστημα της απλής αναλογικής, που υιοθετήθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και οδηγούσε πάντα στον κατακερματισμό της πολιτικής ζωής.
Το 1994, ύστερα από ένα μεγάλο σκάνδαλο διαφθοράς, το εκλογικό σύστημα άλλαξε και τα λίγα στοιχεία πολιτικής σταθερότητας που υπήρχαν, και εξασφάλιζαν ένα ισχυρό Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, εξαφανίστηκαν. Από τότε έχουν καταβληθεί πολλές προσπάθειες να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη πολιτική σταθερότητα στη χώρα.
Η κεντροαριστερή κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι έχασε το 2016 ένα δημοψήφισμα που θα άλλαζε το σύνταγμα και θα παρείχε μεγαλύτερες εξουσίες στον πρωθυπουργό. Τον επόμενο χρόνο υιοθετήθηκε ένα ανάμικτο σύστημα, με βάση το οποίο τα ⅔ του Κοινοβουλίου εκλέγονται με την απλή αναλογική και το ⅓ με πλειοψηφικό σύστημα.
Τα εκλογικά αποτελέσματα του Μαρτίου του 2018 έδειξαν όμως πως ούτε το νέο σύστημα μπορεί να προσφέρει σταθερότητα. Κόμματα που κάποτε βρίσκονταν στο περιθώριο, όπως η Λέγκα και τα Πέντε Αστέρια, ένωσαν τις δυνάμεις τους και εκτόπισαν από το προσκήνιο τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα. Ο τίτλος της εφημερίδας La Stampa ήταν χαρακτηριστικός: «Ακυβέρνητη Ιταλία».
Ο Τζουζέπε Κόντε, που δεν είχε πολιτική εμπειρία, κλήθηκε να ηγηθεί της κυβέρνησης. Δεκατέσσερις μήνες μετά, καθώς η Λέγκα αύξανε κατά πολύ τις δυνάμεις της και τα Πέντε Αστέρια υποχωρούσαν, ο Σαλβίνι αποφάσισε να κάνει την κίνηση. Σε αυτόν έστρεψε τα βέλη του ο Κόντε στην ωριαία ομιλία του στη Γερουσία όπου ανακοίνωσε την παραίτησή του. Ο Σαλβίνι έδειξε ασέβεια προς το Κοινοβούλιο, είπε, και οδηγεί τη χώρα σε έναν δρόμο πολιτικής αβεβαιότητας και οικονομικής αστάθειας.
Με βάση το παρελθόν της Ιταλίας, η πρόβλεψη αυτή μοιάζει ασφαλής.
Άνταμ Τέιλορ
Αρθρογράφος διεθνών θεμάτων στην Washington Post.
- Πηγή: Washington Post / ΑΠΕ-ΜΠΕ.