Επί χρόνια συσσωρεύθηκε εύφλεκτο υλικό στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση, και η προσθήκη των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου δημιουργεί την κρίσιμη μάζα για μια εκρηκτική εκτόνωση.
Τα ερωτήματα σαφή:
- Θα τηρηθεί το Διεθνές Δίκαιο ή η Τουρκία θα επιβάλλει τη βούλησή της;
- Δημιουργείται το κατάλληλο κλίμα για μια επώδυνη λύση στο Κυπριακό;
- Θα μπορέσει η Ελλάδα να υποστηρίξει την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο με τις τριμερείς, ή οι Ηνωμένες Πολιτείες, πιεζόμενες από τη ρωσοτουρκική συνεργασία, θα αφήσουν ελεύθερο το πεδίο;
- Τι θα κάνουν ΗΠΑ και Ισραήλ με το Κουρδικό;
- Έχουν οι ΗΠΑ μεσανατολική στρατηγική ή «βλέποντας και κάνοντας»;
- Γιατί ο Τραμπ είναι τόσο φοβισμένος απέναντι στον Ερντογάν; Εκβιάζεται, και πώς;
- Πού βρίσκεται το Ισραήλ και ο εμβληματικός πρωθυπουργός του τις κρίσιμες αυτές ώρες;
Η Ελλάδα, περνώντας μια βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση, έχει να φροντίσει τις πληγές της την ίδια ώρα που τα μεγάλα θέματα των εξωτερικών της σχέσεων, ιδιαιτέρως με την Τουρκία, βρίσκονται επί ξυρού ακμής. Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα.
Και λόγω της οικονομικής κρίσης αλλά και λόγω διαφόρων ιδεοληψιών μιας «πολιτικώς ορθής» ομάδας που κυριάρχησε σε όλους τους θεσμούς τα τελευταία αρκετά χρόνια, η Ελλάδα εμφανίζεται αδύναμη και φοβισμένη στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση. Αν και αποτρεπτικές δυνατότητες διαθέτει η χώρα, δεν τις χρησιμοποιεί καταλλήλως.
Αποτροπή σημαίνει προβολή των δυνατοτήτων και της αποφασιστικότητάς σου για να αποφύγεις τον πόλεμο. Αλλά ποτέ δεν διακηρύσσεις urbi et orbi πως ό,τι και να γίνει η Ελλάδα δεν θα πάει σε πόλεμο με την Τουρκία. Απόλυτος στόχος είναι η αποφυγή του, αλλά δεν το λες καθημερινά. Ο άλλος θα εκμεταλλευτεί την αδυναμία σου και θα σε χορέψει, όπως και το κάνεις, στο ταψί.
Τελευταία, μάλιστα, σε όλους τους πολιτικούς χώρους εμφανίστηκαν «ορθολογιστές» που προσεγγίζουν τα ελληνοτουρκικά από την τουρκική οπτική, όχι στη βάση του Διεθνούς Δικαίου αλλά με μια λογική επιείκειας απέναντι στην Τουρκία η οποία «δεν μπορεί να μην δικαιούται αυτά που διεκδικεί».
Δεν αντιλαμβάνονται(;) ότι έτσι και αρχίσουν οι υποχωρήσεις, το τέλος θα είναι η ελληνική εξάλειψη από την περιοχή;
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Τουρκία σχεδιάζει και διεκδικεί στο Αιγαίο και τον ευρύτερο μεσογειακό χώρο από τη δεκαετία του ’50.
Ο πρώτος παράνομος χάρτης που δημοσιεύτηκε από την Τουρκία ίσως να μην χρονολογείται το 1974 αλλά το 1957, σύμφωνα με τον καθηγητή Γ. Κοντογιώργη.
Ο Γ. Κοντογιώργης εντόπισε σε διδακτορική διατριβή του 1957 που υποστηρίχθηκε στο Παρίσι παρόμοιο χάρτη με τις τουρκικές διεκδικήσεις του ’74 και τον περιέφερε από τον πρέσβη της Ελλάδας στη γαλλική πρωτεύουσα ως τους Καραμανλή, Παπανδρέου και Τσάτσο, και από όλους είχε την ίδια απάντηση: είναι άνευ σημασίας.
Το ότι δεν ήταν άνευ σημασίας το αντιλήφθηκε ο μεταπολιτευτικός υπουργός Αθανάσιος Κανελλόπουλος που σε επίσκεψή του στο Βελιγράδι είδε τον Τούρκο ομόλογό του να του παρουσιάζει τον ίδιο χάρτη. Το γεγονός δείχνει και πόσο καλά προετοιμασμένοι είναι οι Τούρκοι στις εθνικές διεκδικήσεις τους, και πόσο χαλαρά αντιμετώπιζαν τα πράγματα οι Έλληνες πολιτικοί.
Τώρα που… ανασυγκροτείται το κράτος μήπως θα πρέπει να προβλεφθεί ένας κεντρικός κρατικός οργανισμός με τράπεζα τεκμηρίωσης, μελέτης και διαμόρφωσης στρατηγικών;
Οι εξελίξεις έχουν βγάλει την Ελλάδα από τα γνωστά όρια άσκησης εξωτερικής πολιτικής, δηλαδή του Αιγαίου. Η Ανατολική Μεσόγειος και οι νέες διαστάσεις που προσλαμβάνει το Κυπριακό δημιουργούν νέες, πιο σύνθετες ανάγκες.
Αλλά και οι διεθνείς εξελίξεις διαμορφώνουν ένα νέο, πολύ διαφορετικό τοπίο.
Η ρωσοτουρκική συνεργασία σε συνδυασμό με ατυχείς ενέργειες και δηλώσεις από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών επί προηγούμενης κυβέρνησης οδήγησαν σε ένα εξόχως ανθελληνικό δημοσίευμα σε εμβληματικό ρωσικό μέσο ενημέρωσης. Και στη Ρωσία, όπως και στην Τουρκία, τέτοια δημοσιεύματα δεν είναι τυχαία.
Η αγανάκτηση και τα αδιέξοδα που προκάλεσε η ιδεοληπτική άσκηση της εξουσίας από την προηγούμενη κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ) έχουν δημιουργήσει πολλές προσδοκίες από τη σημερινή. Μένει να δούμε αν και πόσο θα μπορέσει να ανταποκριθεί.
Πάντως, σίγουρα θα αποτύχει αν ακολουθήσει το μέχρι σήμερα αναπτυξιακό μοντέλο, από δημιουργίας ελληνικού κράτους: έναν απόλυτο συγκεντρωτισμό γύρω από την πρωτεύουσα.
Ας θυμηθούμε επίσης πως ωθήσεις στον ελληνισμό έδωσαν οι ιστορικές στιγμές που διευρύνθηκε είτε γεωγραφικά είτε πληθυσμιακά και συμπεριέλαβε και άλλες ομοεθνείς ενότητες, ή σημαίνοντες παράγοντες του εξωτερικού: η επανάσταση στο Γουδί κάλεσε τον Βενιζέλο από την Κρήτη, η Ελλάδα άλλαξε όψη με την ενσωμάτωση της Μακεδονίας μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, οι πρόσφυγες του ’22 της έδωσαν άλλη δυναμική με τις αστικές δυνάμεις των μικρασιατικών παραλίων και το δυναμισμό του ποντιακού ελληνισμού.
Και σήμερα, που η κυβέρνηση αναζητά προσανατολισμό, θα πρέπει οπωσδήποτε να αναζητήσει και δυναμική στον ομογενειακό ελληνισμό και τους νέους που λόγω κρίσης έφυγαν στο εξωτερικό.
Δυστυχώς, τα σχόλια που διαβάζω και έχουν σχέση με την θεσμική ενσωμάτωση του οικουμενικού ελληνισμού διακρίνονται από έναν κλασικό παλαιοελλαδισμό.
Θα δούμε ποια οδό θα ακολουθήσει η κυβέρνηση με την παροχή δικαιώματος ψήφου στους αποδήμους.