Προς τα τέλη του 1998 βρεθήκαμε στον κολοφώνα της κρίσης των S-300, του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος που επιθυμούσε να παραλάβει η Κυπριακή Δημοκρατία και τελικά κατέληξε στην Κρήτη. Η διασύνδεση με την τρέχουσα επικαιρότητα της παραλαβής των εξελιγμένων S-400 από την Τουρκία δεν διαθέτει πολλά κοινά σημεία, μιας και πλέον πρόκειται για μια ΝΑΤΟϊκή χώρα της οποίας οι εν λόγω κινήσεις στο πεδίο των εξοπλισμών δεν αποτελούν παρά την κορυφή του παγόβουνου μιας γενικότερης στρατηγικής μεταστροφής.
Ωστόσο, διαβάζοντας κάποιος το προ εξαμήνου κείμενο του πρώην Προέδρου της Βουλής και πρώην υπουργού Άμυνας της Κύπρου Γιαννάκη Ομήρου, καθώς και τα αυτούσια λόγια του τότε Προέδρου Γλαύκου Κληρίδη, ενδεχομένως βρεθεί ενώπιον των σημερινών ενδόμυχων σκέψεων του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν! Μεταξύ άλλων, ανέφερε ο αείμνηστος Κληρίδης στο πλαίσιο της συζήτησής του με τον τότε Έλληνα πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη:
«Δεν πιστεύω ότι οι Αμερικανοί και οι Άγγλοι θα ασκήσουν πιέσεις στην Τουρκία για να πάμε σε λύση. Αν ενδώσουμε στο θέμα των πυραύλων, αν φανούμε “καλά παιδιά”, δεν πρόκειται να διαφοροποιήσουμε τη στάση Αμερικανών και Βρετανών. Οι Αμερικανοί μόλις διαπίστωσαν την αδιαλλαξία των Τούρκων, στην πρόταση για απαγκίστρωση, περιορισμό των εξοπλισμών, αφαίρεση βαρέων όπλων και μείωση στρατευμάτων, αποσύρθηκαν».
Δεν είχε και άδικο ο Κληρίδης, μιας και είναι δεδομένο ότι οι Αμερικανοί ενδιαφέρονταν και ενδιαφέρονται για τη συνοχή τής άλλοτε πολυδιαφημισμένης «νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ».
Δεν προώθησαν τα ελληνικά αιτήματα για έστω μερική αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων, όταν είδαν την άκαμπτη στάση των Τούρκων και τον κίνδυνο να τους δυσαρεστήσουν. Όσο για το ενδεχόμενο να δυσαρεστήσουν εμάς, ούτε λόγος, καθώς η ελληνική κυβέρνηση είχε φροντίσει να αναλάβει η ίδια την «πρωτοβουλία των πιέσεων» ώστε οι πύραυλοι να κατευθυνθούν στην Κρήτη.
Όσον αφορά τις τρέχουσες εξελίξεις με τους S-400 και την Τουρκία, η κατάληξή τους θα κριθεί από ζητήματα αφανή για πολλούς εξ ημών. Όπως η δέσμευση της Τουρκίας στη Μόσχα έχει ταυτιστεί με την πορεία των ανακατανομών ρόλων στη Συρία, έτσι και οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις θα διαμορφωθούν βάσει του ευρύτερου ρόλου της Άγκυρας στη Μέση Ανατολή. Με άλλα λόγια, οι S-400 είναι η επίφαση ή η αφορμή για την άσκηση διπλωματικής πίεσης επί άλλων θεμάτων, με τα πραγματικά διακυβεύματα να βρίσκονται αλλού. Συνεπώς, δεν θα είναι διόλου περίεργο να δούμε το επόμενο διάστημα την πλήρη και οριστική παραλαβή του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος «χωρίς να ανοίξει ρουθούνι».
Η τελική έκβαση θα εξαρτηθεί από το βαθμό στον οποίο η Τουρκία θα καταφέρει να ικανοποιήσει τις βουλήσεις των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Έχοντας εισέλθει σε πολλά πεδία μπορεί να προβαίνει σε ανταλλάγματα και δοσοληψίες με μικρό κόστος, αλλά έως πότε; Προφανώς ο Ερντογάν θεωρεί ότι μπορεί να κερδίζει χρόνο ελισσόμενος μέχρι να καταφέρει οριστική νίκη σε στρατηγικής σημασίας μέτωπα όπως η Συρία, το πυρηνικό πρόγραμμα και η μέγιστη δυνατή αυτονόμηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Όταν όμως στα εν λόγω σημαντικά μέτωπα εξαρτάται από τη Μόσχα, ποια θα είναι η αντίδραση της Ουάσινγκτον;
Οι S-400 δεν είναι το κομβικό «σημείο-κλειδί». Υπάρχουν ακόμη πολλά επεισόδια ενόψει, με επίκεντρο κυρίως τη Συρία. Για την ώρα, οι Αμερικανοί θα πιέσουν –όπως ήδη το πράττουν– στο επίπεδο της οικονομίας ή των F-35, αλλά δεν πρόκειται να εκμηδενίσουν την Τουρκία. Ο Ερντογάν το βλέπει αυτό και συνεχίζει να ελίσσεται.