Την εξαμηνιαία έκθεση για την ελληνική οικονομία ενέκρινε η Κομισιόν, η οποία επιφυλάσσεται να επαναξιολογήσει τη δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας το φθινόπωρο προειδοποιώντας για τις πιθανές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων τα μέτρα ανακούφισης που υιοθέτησε η κυβέρνηση Τσίπρα, όπως είναι η λεγόμενη 13η σύνταξη και η μείωση του ΦΠΑ.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, ο δημοσιονομικός αντίκτυπός τους υπερβαίνει το 1% του ΑΕΠ τόσο για το 2019, όσο και για τα επόμενα χρόνια.
«Η υιοθέτηση αυτών των νέων μέτρων θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα [σ.σ. 3,5%]», επισημαίνεται, και παράλληλα υπάρχει η προειδοποίηση για πιθανότητα περιορισμού της «διαρθρωτικής δημοσιονομικής ισορροπίας».
Μάλιστα, η Κομισιόν δεν παραλείπει να υπογραμμίσει το ενδεχόμενο αύξησης της ανησυχίας για την υλοποίηση των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων του 2020. «Η έκταση του ρίσκου θα εξαρτηθεί από την εφαρμογή των νέων σχημάτων εξόφλησης των οφειλών [σ.σ. 120 δόσεις]», σημειώνει.
Δικαιοσύνη και παραγωγικότητα
Στην εξαμηνιαία έκθεση γίνεται ειδική αναφορά στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αν και αναγνωρίζεται ότι υπάρχουν θετικές επιπτώσεις σε μια σειρά τομέων, εντούτοις υπογραμμίζεται ότι υπάρχουν εκκρεμότητες, ιδίως στο δικαστικό σύστημα.
«Η μακρά και δύσκολη πορεία ολοκλήρωσης μιας δικαστικής υπόθεσης συνιστά βαρίδι στην “παραγωγικότητα” των δικαστηρίων», αναφέρεται, και τονίζεται ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να λάβει μέτρα για τη διευκόλυνση της δικαστικής λειτουργίας, εξέλιξη η οποία θα συμβάλει στην τόνωση των επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Σε ό,τι αφορά στην παραγωγικότητα, η Επιτροπή λέει ότι είναι εξαιρετικής σημασίας η αύξηση των επενδύσεων στην εκπαίδευση και η κατάρτιση των εργαζομένων προκειμένου να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και να διευθετηθούν τα όποια εμπόδια στους καινοτόμους κλάδους της οικονομίας.