Όσοι έχουν επισκεφθεί ορθόδοξα κοινοβιακά μοναστήρια συμφωνούν τουλάχιστον σε ένα πράγμα. Ομόθυμα παραδέχονται τη μοναδική ομορφιά και την ανεπανάληπτη καλαισθησία τους· την ευταξία, τη νοικοκυροσύνη, την καθαριότητα και την οργάνωσή τους. Τα κτίσματα και οι χώροι με κάποιον τρόπο φαίνονται να δένουν τόσο ταιριαστά, τόσο αρμονικά με το φυσικό περιβάλλον· σαν να είναι ένα με τη φύση. Φτωχά ή πλούσια, από αιώνες κατασκευασμένα ή σύγχρονα, τα μοναστήρια μας μαρτυρούν τη διαχρονία της γνήσιας ελληνικής τέχνης και της ορθόδοξης ψυχής: Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τα κτισίματα, η χωροθέτηση κι η αρχιτεκτονική των ναών και των κτηρίων, τα σχέδια, τα τεχνουργήματα και η φροντίδα στην κάθε παραμικρή λεπτομέρεια· τα δεντράκια, οι γλάστρες με τα λουλούδια, τα κηπάκια, οι βρύσες, τα πέτρινα μονοπάτια, τ’ ασβεστώματα.
Τι κάλλος, τι μεράκι! Γαληνεύει η ψυχή του ανθρώπου· ημερεύει, ησυχάζει, ισορροπεί αρμονικά, θερμαίνεται. Γεμίζει το μάτι ομορφιά κι όλες οι αισθήσεις ευφραίνονται.
Ε, λοιπόν, είναι ν’ απορεί κανείς! Δεν λέω να ’ταν ακριβώς όμοια τα πράγματα και στις πόλεις και την καθημερινότητά μας, αλλά λίγο από αυτό το πνεύμα δεν θα ’πρεπε να υπήρχε; Πού είναι η οργάνωση, πού η καθαριότητα, πού η καλαισθησία, πού η ομορφιά και πού η αρμονία; Ακόμα και οι πανεπιστημιουπόλεις, που στις άλλες χώρες είναι πραγματικά στολίδια, στη δική μας περίπτωση είναι καταθλιπτικές, βρόμικες, άσχημες, και τόσο ανοργάνωτες που από πολλές απόψεις καταντούν κι επικίνδυνες. Αλλά ας αφήσουμε τα πανεπιστήμια· μήπως τα πράγματα είναι καλύτερα αλλού;
Το περιβάλλον όπου ζούμε, κινούμαστε κι εργαζόμαστε καθημερινά, αντί να μας εμπνέει και να μας αναπαύει μας καταθλίβει, μας κουράζει, και πολλές φορές μας αηδιάζει. Φτιάχνονται κάποια δημόσια έργα σε μερικές πόλεις, για να υπάρχουν όμορφοι χώροι για μια κάποια αναψυχή. Κι αρκετές μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες που είναι αρκετά προοδευτικές σε αυτόν τον τομέα, δημιουργούν όμορφο περιβάλλον ώστε οι εργαζόμενοι να είναι ευχαριστημένοι και ν’ αποδίδουν καλά. Αυτά τα ωραία μέρη, οπωσδήποτε, είναι πολύ καλύτερα από το περιβάλλον στο οποίο κινούμαστε οι περισσότεροι καθημερινά.
Όμως, ακόμα και τα καλύτερα από αυτά δεν πιάνουν μία μπροστά σ’ ένα ορθόδοξο μοναστήρι. Μπορεί να προκαλούν το θαυμασμό, να είναι εντυπωσιακά και λειτουργικά. Ακόμα, να είναι με τον δικό τους τρόπο όμορφα ως κατασκευές φτιαγμένες με μοντέρνα υλικά, υψηλή τεχνολογία και φαντασία. Ακόμα κι έτσι, όμως, φαντάζουν κρύα κι άνοστα αν σκεφτεί κανείς το αίσθημα, την αγαλλίαση και την πνευματική ανάταση που νιώθει στα μοναστηράκια μας.
Αυτήν τη ζεστασιά και την εσωτερική ησυχία δεν την βρίσκει κανείς μήτε στις βίλες μήτε στα πολυτελή θέρετρα, μήτε και στα θεόρατα δημιουργήματα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής.
Οι μοναχές κι οι μοναχοί μας δεν διαμορφώνουν τους χώρους της εγκαταβίωσης, της άσκησης και της αναχώρησής τους από τον κόσμο έχοντας κάποια απόλυτα συνειδητή στόχευση. Δηλαδή, δεν επιδιώκουν εσκεμμένα να διαμορφώσουν ένα περιβάλλον που θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις, θα υποβοηθά με τον τρόπο του τον πνευματικό τους αγώνα. Ξέρουν άλλωστε πολύ καλά ότι η εκζήτηση της αγιότητας, της εντός ημών βασιλείας των ουρανών, είναι ανεξάρτητη από τα εξωτερικά περιβάλλοντα και σχήματα. Απόδειξη είναι οι τόσοι και τόσοι ασκητές ερημίτες κι αναχωρητές. Όλοι αυτοί έφτασαν σε υψηλά μέτρα αγιότητας εγκαταβιώντας στα πιο αφιλόξενα, άγονα, άγρια και εν πολλοίς αδιαμόρφωτα περιβάλλοντα. Σε κακοφτιαγμένες, πρόχειρες καλύβες και σπηλιές που με κανέναν τρόπο δεν τις λέει κανείς καλαίσθητες…
Η κίνηση λοιπόν που ερμηνεύει το γεγονός της ασυναγώνιστης ομορφιάς των χώρων του κοινοβιακού μας μοναχισμού είναι, νομίζω, αντίθετη. Το αγγελικό σχήμα δημιουργεί ακολουθώντας την πλούσια παράδοση αιώνων καταθέτοντας τη δική του ψυχή που διαπνέεται, βέβαια, από ήθος ορθόδοξο. Το περιβάλλον δεν διαμορφώνεται τεχνητά για την εκζήτηση της πνευματικότητας, αλλά αποτελεί αντανάκλαση, παράγωγό της. Τελικά, βέβαια, το αποτέλεσμα λειτουργεί περισσότερο για εμάς τους κοσμικούς επισκέπτες των μοναστηριών ως υποβοηθητικό για την ειρήνευση της ψυχής μας, ώστε η επίσκεψη μας εκεί να είναι όσο το δυνατόν πιο παραγωγική πνευματικά.
Λειτουργεί, όμως, και ως παιδαγωγία για εμάς το όλο ζήτημα. Γιατί είναι μια πραγματικότητα, κάτι που μπορεί κανείς να το δει, να το βιώσει, να το νιώσει. Εκτός πια κι αν έχουμε αλλοτριωθεί κι αποτρελαθεί τόσο ανεπανόρθωτα που αρχίσαμε να βιώνουμε τη ψευδολογία και την προπαγάνδα ως πραγματικότητα. Η ακαλαισθησία, η ασχήμια κι η ανοργανωσιά στις πόλεις μας αντανακλούν τον ψυχισμό μας. Είναι ένα μίγμα της ακόρεστης ιδιοτέλειάς μας, της ψυχικής ακαταστασίας μας και ενός ανόητου μιμητισμού σε πρότυπα αλλότριων πολιτισμών που είναι αταίριαστα με το φυσικό μας περιβάλλον, το ελληνικό φως, αλλά και την ψυχή μας.
Είν’ αποτέλεσμα της παιδείας μας που κοιτάζει να διαμορφώνει πολίτες που να υποτιμούν, αν όχι να απαξιώνουν και να εχθρεύονται το ελληνορθόδοξο ήθος και τον πολιτισμό του.
Δεν είμαστε ικανοί για καλαισθησία, αρμονία, τάξη, οργάνωση, συνεργασία, αλληλοκατανόηση, κοινοτικό πνεύμα; Αν είμαστε λέει; Δείτε τα ορθόδοξα μοναστήρια μας! Δεν λέμε πως είν’ επίγειοι παράδεισοι, ούτε πως όλα είναι τέλεια εκεί. Αλλά τι δε θα δίναμε να είχαμε λίγη από την ομορφιά και τη νοικοκυροσύνη τους στις πόλεις μας – έτσι δεν είναι;