Το βάψιμο των αυγών τη Μεγάλη Πέμπτη είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα έθιμα του Πάσχα, και το pontosnews.gr ανασύρει τον παραδοσιακό τρόπο, όπως δηλαδή τα έβαφαν οι νοικοκυρές στον Πόντο.
Χρησιμοποιούσαν απλά υλικά που είχαν πάντα στις κουζίνες τους, επιλέγοντας αυτό που σήμερα θα λέγαμε «οικολογικούς» τρόπους:
Κρεμμυδόφυλλα για κόκκινο και κεραμιδί χρώμα, κιτρινόξυλο για κίτρινο ή πορτοκαλί χρώμα, ενώ πολλές δεν παρέλειπαν να βάφουν μερικά και με μελάνι μοβ, για να τα πάνε στα νεκροταφεία την Κυριακή του Θωμά.
Ο τρόπος που ακολουθούσαν ήταν ο εξής:
- Έβαζαν νερό σε μια κατσαρόλα και έριχναν τρεις κουταλιές της σούπας ξίδι. Τύλιγαν τα αυγά με τις φλούδες των κρεμμυδιών και τις στερέωναν δένοντάς τες με τούλι ή γάζα.
- Τοποθετούσαν τα αυγά στην κατσαρόλα και τα έβραζαν για 10΄ περίπου. Στη συνέχεια τα άλειφαν με λάδι.
Ένας άλλος τρόπος ήταν να βράσουν πολλά κρεμμυδόφυλλα σε νερό με ξίδι. Μετά έπαιρναν τα αυγά, τοποθετούσαν πάνω τους φυλλαράκια μαϊντανού, ματζουράνας ή αρμπαρόριζας, και τα τύλιγαν με τούλι ή γάζα. Στη συνέχεια τα τοποθετούσαν στο νερό και τα έβραζαν. Έτσι τα αυγά έπαιρναν το κεραμιδί χρώμα, και στα σημεία που είχαν βάλει τα φυλλαράκια έμενε το σχήμα τους.
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού (εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη), τη Μεγάλη Παρασκευή έφερναν στην εκκλησία αυγά και τα τοποθετούσαν είτε στο ιερό είτε σε μια γωνιά του κύριου χώρου της εκκλησίας, για να «διαβαστούν». Τα αυγά αυτά ήταν όσα και τα μέλη της οικογένειας και τα έλεγαν ευχασμένα ωβά. Αμέσως μετά το «Χριστός Ανέστη» τα έτρωγαν, αλλά δεν τσούγκριζαν με αυτά.
Τα θεωρούσαν μάλιστα θεραπευτικά, κι ένα από τα «ευχασμένα ωβά» έμπαινε στο εικονοστάσι και ήταν το αυγό της εικόνας.
Σε ορισμένα μέρη έβαφαν τα αυγά το Μεγάλο Σάββατο. Το χρώμα που προτιμούσαν ήταν το κόκκινο, αλλά τα έβαφαν και κίτρινα, πράσινα, γαλάζια, ή τα έκαναν πλουμιστά. Τα τορνίκα ήταν τα πασχαλιάτικα αυγά που είχαν πάνω τους διάφορα σχέδια ζωγραφισμένα.
Οι φανατικοί του τσουγκρίσματος των αυγών έκαναν τα τσιχτλιρένα ωβά: άνοιγαν έναν λάκκο στη χόβολη του τζακιού, αράδιαζαν εκεί τ’ αυγά με τη μύτη προς τα κάτω, και ύστερα τα άφηναν να ψηθούν σιγά-σιγά επί μία μέρα, με το περιεχόμενο του αυγού να συγκεντρώνεται στη μύτη και να γίνεται σκληρό και μαύρο σαν πίσσα. Πολλοί χρησιμοποιούσαν ταϊγάνας ωβά (αυγά φραγκόκοτας), που επίσης ήταν σκληρά.