Η Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης, που ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης πατριαρχικής θητείας του Γερμανού Δ΄, το 1844, στους χώρους της σταυροπηγιακής Μονής της Αγίας Τριάδος, συνδέθηκε όχι μόνο με την πορεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου τα τελευταία 175 χρόνια αλλά και με την πνευματική και εκπαιδευτική ανόρθωση της ρωμιοσύνης της καθ’ ημάς Ανατολής της περιόδου 1850-1922.
Το επιβλητικό πέτρινο κτίσμα που δεσπόζει σήμερα, γεωγραφικά και τοπογραφικά, στο λόφο Ελπίδα της νήσου Χάλκης και αποτελεί σημείο αναφοράς της συστάδας των Πριγκηποννήσων, οικοδομήθηκε το 1896 από τον επιφανή Ρωμιό αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη, με χορηγία του μεγάλου ευεργέτη του Γένους τραπεζίτη Παύλου Στεφάνοβικ-Σκυλίτση. Η Ιερά Θεολογική Σχολή υπήρξε ένα κατεξοχήν εκκλησιαστικό εκπαιδευτικό κέντρο που από τη σύστασή του είχε ένα ιδιόμορφο καθεστώς, όπου οι σπουδαστές, όλοι υπότροφοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ζούσαν στο οικοτροφείο μια απερίσπαστη εκκλησιαστική ζωή.
Μοναστική αδελφότητα λοιπόν με κοινοβιακή και κολεγιακή μορφή, η Θεολογική Σχολή Χάλκης ιδρύθηκε επτά χρόνια μετά τη σύσταση της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου Αθηνών (1837), με στόχο να παραμείνει πιστή στη βυζαντινή παράδοση και στις πανορθόδοξες οικουμενικές αξίες του πατριαρχικού θεσμού.
Στην ουσία, η Χάλκη δεν ήταν ποτέ ένα άχρωμο και εσωστρεφές εκπαιδευτικό καθίδρυμα, καθώς η κατάρτιση στη θεολογική επιστήμη των σπουδαστών εμπλουτίστηκε με τη μεταλαμπάδευση του οικουμενικού πνεύματος και της παγκόσμιας εκκλησιαστικής συνείδησης.
Φυτώριο ιεραρχών και δεξαμενή σκέψης
Τόσο κατά τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου αλλά και για 48 χρόνια –από το 1923 έως το 1971– επί τουρκικής δημοκρατίας, το θεολογικό αυτό φυτώριο προσέφερε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στη ρωμιοσύνη, στον οικουμενικό ελληνισμό αλλά και γενικότερα στην Ορθοδοξία 930 αποφοίτους. Από αυτούς οι 343 έγιναν αρχιερείς και 12 εξ αυτών αναδείχθηκαν Οικουμενικοί Πατριάρχες, δύο Πατριάρχες Αλεξανδρείας, δύο Αντιοχείας, τέσσερις Αρχιεπίσκοποι Αθηνών και ένας Αρχιεπίσκοπος Τιράνων. Συνολικά 318 υπηρέτησαν (ορισμένοι συνεχίζουν ακόμη να υπηρετούν) την Εκκλησία ως πρεσβύτεροι και διάκονοι.
Εκτός όμως από φυτώριο ανάδειξης ιεραρχών, η Θεολογική Σχολή λειτουργούσε και ως δεξαμενή σκέψης και προβληματισμού με αντικείμενο τη θεολογική επιστημονική επεξεργασία των ζητημάτων που απασχολούσαν τον οικουμενικό θρόνο. Επιπλέον, η τεράστια βιβλιοθήκη των 60.000 και πλέον ανεκτίμητων βιβλίων, χειρόγραφων και κειμηλίων αποτελούσαν για τους σπουδαστές αστείρευτη πηγή έμπνευσης, αναφοράς και μελέτης. […]
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου εδώ.
Αλέξης Αλεξανδρής
Πρέσβης ε.τ.
- Πηγή: kathimerini.gr.