Ένα θερμό επεισόδιο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας θα ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να συσπειρώσουν τα καθεστώτα στις δύο χώρες τους οπαδούς τους και να εκτονώσουν, έστω προσωρινά, την ένταση που δημιουργεί η Άγκυρα. Υποτίθεται το απεύχονται, αλλά στην ουσία το επιδιώκουν.
Το επιδιώκουν, φυσικά, ελεγχόμενο. Να φοβίσουν αλλά και να μην χάσουν τον έλεγχο.
Οι υπουργοί Άμυνας των δύο χωρών έχουν αναλάβει τις σχετικές διεκπεραιώσεις. Θα επιδιώξουν να ενεργοποιήσουν Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που ήδη συμφωνήθηκαν εδώ και χρόνια! Σπουδαία αποστολή.
Αν προσέξει κανείς την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων μεταπολιτευτικά, θα διαπιστώσει πως οι συμβιβασμοί επήλθαν μετά από μια ένταση. Για την εκτόνωσή της συναντήθηκαν, σε όλες τις περιπτώσεις, αντιπροσωπείες, και συνήθως αποχώρησαν με ελληνικές υποχωρήσεις.
Φαίνεται πως το πλαίσιο της τωρινής –ελληνικής– υποχώρησης έχει διαμορφωθεί. Οι δηλώσεις του πρώην υπουργού εξωτερικών Νίκου Κοτζιά από τους Δελφούς το έχουν προδιαγράψει. «Να μην είμαστε μοναχοφάηδες», είπε. Να δώσουμε και στην Τουρκία. Και απεφάνθη, ως παντογνώστης, πως δεν μπορεί το Καστελόριζο να έχει επήρεια σε θαλάσσιες ζώνες, και να μην έχει η Τουρκία με τόσα μίλια ακτή. Απολύτως, το τουρκικό επιχείρημα. Αντί λοιπόν του Διεθνούς Δικαστηρίου, αποφαίνεται ο Νίκος Κοτζιάς. Ειρήσθω εν παρόδω πως ο Κοτζιάς αναγνωρίζει τουρκικά δικαιώματα σε ολόκληρη τη Μεσόγειο! Δηλαδή και κοντά στην Κρήτη; Και στις περιοχές του νησιού όπου η Ελλάδα σχεδιάζει να παραχωρήσει θαλάσσια οικόπεδα σε εταιρίες για έρευνα;
Ο πρώην ΥΠΕΞ έχει μεγάλες ευθύνες για την κατάντια της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Γιατί περί κατάντιας πρόκειται όταν υποχωρείς σε όλα τα μέτωπα.
Πέραν της ευθύνης του στη Συμφωνία των Πρεσπών, πέραν των όσων λέει, ως μάντης επερχομένων, στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, υπήρξε σύμβουλος του Γ. Παπανδρέου όταν, επί Σημίτη, αποφασίστηκε πως αντί για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων η χώρα θα αξιοποιούσε τη συμμετοχή της στην ΕΕ για να αντιμετωπίσει τις τουρκικές προκλήσεις. Γι’ αυτήν του τη συμβολή, μάλιστα, επαιρόταν.
Ο Κοτζιάς και οι διαμορφωτές, τότε, της εξωτερικής πολιτικής δεν είχαν διαβλέψει πως μπορεί κάποια στιγμή η Τουρκία να μην ενδιαφέρεται να ενταχθεί στην Ένωση, οπότε το διπλωματικό επιχείρημα καθίστατο άκυρο. Όπως και συνέβη. Η χώρα αφέθηκε χωρίς στενή παρακολούθηση της αμυντικής ισορροπίας μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, και σήμερα βρίσκεται σε προβληματικό σημείο στην προβολή αποτρεπτικής δύναμης.
Ανησυχητικές, αν και διαψεύστηκαν, ήταν και οι δηλώσεις που αποδόθηκαν στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Δουζίνα και Καραγιαννίδη στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του ΝΑΤΟ στην Αθήνα, όταν Τούρκος βουλευτής προκάλεσε με συνέπειες την Ελλάδα αν συνεχιστούν οι έρευνες και οι πιθανές εξορύξεις υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ.
Κατά το διαψευσθέν δημοσίευμα, οι βουλευτές μίλησαν για αμοιβαίες υποχωρήσεις με την Τουρκία για την εξεύρεση λύσης και για τη Συμφωνία των Πρεσπών ως προτύπου συνεννόησης.
Όλα αυτά, και άλλα τα οποία λόγω χώρου δεν μπορούν να αναφερθούν, δείχνουν πως η ελληνική κυβέρνηση έχει υποκύψει στις τουρκικές πιέσεις και είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει.
Μιλάμε για υποχωρήσεις σίγουρα σε θέματα κυριαρχικών δικαιωμάτων, αν όχι και κυριαρχίας.
Το τραγικό είναι ότι η κυβέρνηση λειτουργεί με όρους καθεστώτος, και στην υποχωρητική πολιτική της έχει υποστηρικτές τους αποδομιστές όλου του πολιτικού φάσματος.
Το πολιτικό σκηνικό επαναπροσδιορίζεται σε δύο κυρίαρχους πόλους. Τσίπρας και Μητσοτάκης. Πίσω από τους πόλους λειτουργεί το κυρίαρχο οικονομικό δίπολο. Το αρνητικό είναι πως έχουν ατονήσει οι σταθερές περί ανεξαρτησίας και εθνικής κυριαρχίας που μεταπολιτευτικά διαμορφώθηκαν και γύρω από τις οποίες κινήθηκε η ελληνική εξωτερική πολιτική.
Με τρόπο εξαιρετικά απλοϊκό, η σημερινή κυβέρνηση επανενεργοποίησε διεθνιστικές κομουνιστικές αντιλήψεις του Μεσοπολέμου τις οποίες συνέδεσε με σημερινές τάσεις της αποδομητικής παγκοσμιοποίησης.
Ο κίνδυνος για την Ελλάδα γίνεται σαφέστερος από τη δήλωση του πρωθυπουργού ότι θα επιδιώξει να λύσει το δημογραφικό με την ενσωμάτωση των μεταναστών.
Η Ελλάδα ως χώρα την οποία γνωρίζαμε ανήκει στο παρελθόν, και αυτό επετεύχθη με μεγάλη ευκολία. Ένας γηρασμένος και παρηκμασμένος λαός δέχθηκε τους Βαράγγους ως ηγεσία του και παρακολουθεί τη μεταμόρφωσή του.
Όποιος αντιδρά είναι φασίστας. Η συσπείρωση που παρουσιάζει το κυβερνών κόμμα στις δημοσκοπήσεις δείχνει πως η πορεία προς τη μετάλλαξη είναι νομοτελειακή.
Εκτός και αν η οργή ξεχειλίσει στις εκλογές…