Στο άρθρο μας της Παρασκευής αποδείξαμε ότι το δίδυμο Τσίπρα-Κοτζιά, μετά την επίσκεψη στην Ουάσινγκτον, άρχισε τις διαδικασίες για την επίλυση του Κυπριακού, του ονοματολογικού με τα Σκόπια και για μια λύση-πακέτο με την Αλβανία.
Με το Κυπριακό σκοντάψαμε στην παντοδυναμία Ερντογάν, ο οποίος θέλει ολόκληρη την Κύπρο και δεν δέχεται τα σχέδια που προσπαθούν να του πασάρει το δίδυμο Τσίπρα-Κοτζιά, και στο ονοματολογικό είδαμε και αποδείξαμε στο προχθεσινό μας άρθρο ότι δεν έγινε απολύτως καμία διαπραγμάτευση και ότι δεχτήκαμε το τρίπτυχο «Βόρεια Μακεδονία, μακεδονική γλώσσα, μακεδονική ταυτότητα», που ήταν εθνικοί στόχοι των Σκοπίων, όπως τους περιγράφει στο επίσημο έγγραφό της προς το αμερικανικό ΥΠΕΞ της 29ης Ιουλίου 2008 η πρέσβης των ΗΠΑ στα Σκόπια Τζίλιαν Μιλοβάνοβιτς.
Όσον αφορά τη λύση-πακέτο με την Αλβανία, ο Ν. Κοτζιάς είχε φθάσει τόσο κοντά στη λύση που, έμπλεος αυταρέσκειας και θράσους, δεδομένης της στήριξης πέραν του Ατλαντικού, λίγες μέρες πριν από το φιάσκο των Πρεσπών, στις 13 Ιουνίου 2018, δήλωνε κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον ΥΠΕΞ της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ τα εξής:
«Τελειώσαμε με τα προβλήματα αλυτρωτισμού στο Σκοπιανό, ελπίζουμε ότι θα ανοίξουμε με σωστό τρόπο το Κυπριακό και θα το κλείσουμε κι αυτό».
Μάλιστα, σε σχετική ερώτηση αναφορικά με το Σκοπιανό, ο Έλληνας ΥΠΕΞ δήλωσε τα ακόλουθα: «Λύσαμε ένα πρόβλημα που στην ουσία υπάρχει εδώ και 70 χρόνια. Είναι κομμάτι της κουλτούρας της περιοχής να τσακωνόμαστε για τα ονόματα. Με αυτήν τη συμφωνία τελειώσαμε τα προβλήματα αλυτρωτισμού που υπήρχαν. Βρισκόμαστε σε διαδικασία επίλυσης των ζητημάτων που εκκρεμούν εδώ και δεκαετίες με την Αλβανία. Πριν πάω για διακοπές θα τα έχω τελειώσει. Αλλιώς δεν έχει διακοπές»!
Παρεμπιπτόντως, κανείς στην Ελλάδα –ούτε η Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας, ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης– δεν γνωρίζει έστω και τους βασικούς άξονες της διαπραγμάτευσης, αν έγινε κάτι τέτοιο και δεν αποδεχτήκαμε αυτούσιους του εθνικούς στόχους της Αλβανίας, όπως έγινε με τα Σκόπια και τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Είναι αδιανόητο η τύχη των εθνικών θεμάτων να αφήνεται σε ένα πρόσωπο, χωρίς να υπάρχουν θεσμικές δικλείδες ασφαλείας για την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων.
Το πόσο σοβαρό είναι το θέμα, μπορεί να το αντιληφθεί κανείς αν θυμηθεί την αποκάλυψη του Αλβανού πρωθυπουργού ότι προτίθεται να οροθετήσει εκ νέου και τα σύνορα με την Ελλάδα. Αυτή καθαυτή η δήλωση ίσως δεν θα παρουσίαζε ενδιαφέρον αν δεν είχαν προηγηθεί παρόμοιες δηλώσεις προηγουμένως, όπως αυτή του Γιοχάνες Χαν, αρμόδιου επιτρόπου Διεύρυνσης της ΕΕ, ο οποίος στις αρχές Ιουλίου, αφού είχε μπει η «ταφόπλακα» στη Μακεδονία με την κατάπτυστη Συμφωνία των Πρεσπών, δήλωσε πως «εάν υπάρξει συμφωνία Ελλάδας-Αλβανίας, πρόκειται για αναδιάρθρωση συνόρων και αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό και κρίσιμο για τους πολίτες».
Όσο και αν προσπάθησε να το «μαζέψει» ο Χαν, διευκρινίζοντας μετά τις αντιδράσεις ότι αναφερόταν στα θαλάσσια σύνορα, τα θαλάσσια σύνορα καθορίζονται και δεν αναδιαρθρώνονται· αναδιαρθρώνεται κάτι που έχει οριστεί και χαραχθεί!
Τι είχε συμβεί; Ο Ευρωπαίος επίτροπος απλώς αποκάλυψε τι συζητούσαν Ελλάδα και Αλβανία.
Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, «καπάκι» ήλθε και η δήλωση Τσίπρα για τις συνομιλίες με τα Τίρανα που έκανε στις 13 Ιουλίου 2018, σχεδόν ένα μήνα μετά την αθλιότητα των Πρεσπών: «Τα δύο θέματα που απομένουν, πέραν της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, είναι το ζήτημα του εμπολέμου και των συνόρων, το οποίο βρισκόμαστε πολύ κοντά στο να βρεθεί μια κάποια διευθέτηση. Θέματα τα οποία όμως ενώ έχουμε προχωρήσει σε ένα εξαιρετικά σημαντικό σημείο, δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ολοκληρώσει».
Δηλαδή δύο άνθρωποι, Τσίπρας και Κοτζιάς, με μια κολοβή πλειοψηφία στη Βουλή, μετά το ξεπούλημα της Μακεδονίας, που έγινε ακριβώς με τον τρόπο που επεδίωκαν οι Σκοπιανοί, αποφάσισαν να «διευθετήσουν» και τα σύνορα με την Αλβανία, χωρίς να ρωτήσουν κανέναν.
Και θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι θα παρουσίαζαν μέσω των προπαγανδιστικών τους μηχανισμών και τη συμφωνία εκείνη ως τεράστια επιτυχία και πατριωτική πράξη, ενώ θα την περνούσαν και πάλι με από τη βουλή με 151 παρδαλές ψήφους, όπως αναμένεται να γίνει σε λίγες μέρες με τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Ευτυχώς οι αντιδράσεις του κόσμου με το ξεπούλημα της Μακεδονίας ήταν τέτοιες που φοβήθηκαν και έκαναν πίσω, γιατί αλλιώς θα θρηνούσαμε σήμερα τη Βόρειο Ήπειρο, το εμπόλεμο και τα νησάκια μας στο Ιόνιο.
Μάλιστα οι κακές γλώσσες λένε ότι δεχτήκαμε να χαρίσουμε στην Αλβανία θαλάσσιες ζώνες και μικρονήσια στο Ιόνιο, για να εξασφαλίσουμε την υποστήριξη των Αλβανών των Σκοπίων στη Συμφωνία των Πρεσπών!
Για του λόγου το αληθές, σας καλώ να θυμηθούμε όλοι μαζί τα αγωνιώδη τηλεφωνήματα του Έντι Ράμα στους ηγέτες των Αλβανών των Σκοπίων το μεσημέρι της 30ής Σεπτεμβρίου –ημέρα που διεξαγόταν το δημοψήφισμα-φιάσκο–, παρακαλώντας τους να στείλουν κόσμο να ψηφίσει, αφού είχε ενημερωθεί ότι η προσέλευση ήταν μικρή. Γιατί άραγε να το κάνει αυτό ο Ράμα; Τι τον νοιάζει για το αν τα Σκόπια θα λέγονται Βόρεια Μακεδονία, με «μακεδονικό λαό και μακεδονική γλώσσα», όπως προβλέπει η κατάπτυστη συμφωνία;
Άρα, η μόνη εξήγηση είναι ότι πήρε κάποια ανταλλάγματα και αυτά είναι όσα αναφέρθηκαν παραπάνω.
Όσο για το πόσο σημαντικός ήταν ο ρόλος της Αλβανίας και του αλβανικού παράγοντα στο όλο θέμα, όλοι έχουν αντιληφθεί ότι χωρίς την υποστήριξη των Αλβανών, η συμφωνία δεν επρόκειτο να κυρωθεί στο Κοινοβούλιο των Σκοπίων.
Ναι, τα όσα συνέβησαν είναι εξωφρενικά και θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτά συμβαίνουν μόνο σε χώρες μπανανίες. Γιατί σε κανονικές χώρες υπάρχουν θεσμοί που λειτουργούν ως ασφαλιστικές δικλίδες και δεν επιτρέπουν σε δίδυμα της συμφοράς, όπως εκείνο των Τσίπρα-Κοτζιά, να βγάζουν στο παζάρι τα εθνικά μας συμφέροντα.
Γι’ αυτό αποτελεί εθνική προτεραιότητα η θεσμική ανασυγκρότηση και θωράκιση της χώρας. Η κατάσταση όπως είναι σήμερα, τα θεσμικά κενά που υπάρχουν, αποτελούν εθνική απειλή.
Η μόνη ασφαλιστική δικλίδα είναι η αντίδραση του κόσμου.
Γι’ αυτό είναι στρατηγικής σημασίας η συμμετοχή όλων μας στο σημερινό συλλαλητήριο. Αριστεροί, κεντρώοι, φιλελεύθεροι, δεξιοί, με δημοκρατικό πατριωτικό φρόνημα πρέπει να δώσουμε αγωνιστικό παρόν.
Και να μην ξεχνάμε το σύνθημα: Λαός ενωμένος, ποτέ νικημένος.