Τα κάλαντα είναι ίσως ένα από τα λίγα έθιμα που διατηρούνται αναλλοίωτα ακόμα και σήμερα σε πολλές περιοχές της χώρας. Είναι συνδεδεμένα κυρίως με τις μεγάλες γιορτές του Δωδεκαημέρου, και μέσα από το τραγούδι οι μικροί αλλά και οι μεγάλοι καλαντιστές εξιστορούν τα γεγονότα των ημερών και παινεύουν τον οικοδεσπότη, την κυρά και το σπίτι.
Στον Πόντο τα παιδιά έψελναν τα κάλαντα συνήθως τις πρωινές ώρες της παραμονής των Χριστουγέννων.
Οι μικροί καλαντιστές εκτός από τη συνοδεία της λύρας φρόντιζαν να φέρνουν μαζί τους και ένα στολισμένο καράβι, φτιαγμένο από χαρτόνι και λεπτό σανίδι, για να εντυπωσιάσουν τους νοικοκυραίους. Συνήθως φώτιζαν τα καραβάκια τους με κεριά, ενώ κάθε ομάδα προσπαθούσε να φτιάξει το πιο όμορφο και φανταχτερό, εν είδει συναγωνισμού.
Τα πιο διαδεδομένα ποντιακά κάλαντα των Χριστουγέννων περιέχουν όλη τη ζωή του Χριστού, από τη στιγμή της γέννησής Του μέχρι και τα Πάθη, χωρίς όμως να προχωρούν και στη θανάτωσή Του, γεγονός που θα ερχόταν σε αντίθεση με το χαρμόσυνο μήνυμα των Χριστουγέννων.
- Πηγή: el.wikipedia.org.
Χριστός γεννέθεν
Χριστός γεννέθεν χαρά ’ς σον κόσμον,
χα καλή ώρα, καλή σ’ ημέρα.
Χα καλόν παιδίν οψέ ’γεννέθεν,
οψέ ’γεννέθεν, ουρανοστάθεν.
Τον εγέννεσεν η Παναΐα,
τον ενέστεσεν Αϊα-Παρθένος.
Εκαβάλκεψεν χρυσόν πουλάριν
κι εκατήβεν ’ς σο σταυροδρόμιν
Έρπαξαν Ατον οι χίλ’ Εβραίοι,
οι χίλ’ Εβραίοι και μύριοι Εβραίοι.
Ας ακρεντικά κι ας σην καρδίαν
αίμαν έσταξεν, χολή ’κ’ εφάνθεν.
Ούμπαν έσταξεν, και μύρος έτον,
μύρος έτον και μυρωδία.
Εμυρίστεν ατο ο κόσμος όλεν,
για μυρίστ’ ατο κι εσύ αφέντα.
Συ αφέντα, καλέ μ’ αφέντα.
Έρθαν τη Χριστού τα παλικάρα.
Και θημίζ’νε τον νοικοκύρην,
Νοικοκύρη μ’ και βασιλέα.
Δέβα ’ς σο ταρέζ’ κι έλα ’ς σην πόρταν,
δος μας ούβας και λεφτοκάρεα.
Κι αν ανοί’εις μας,
χαράν ’ς σην πόρτα σ’.