Ο εκφυλισμός κι η αποδόμηση πλέον καλπάζουν με επιταχυνόμενους ρυθμούς σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης του δημόσιου τομέα, αλλά και του ιδιωτικού εκείνου που λειτουργεί σφιχταγκαλιασμένος με τον δημόσιο. Κάθε μέρα πληροφορούμαι γεγονότα από τον ευρύτερο κοινωνικό και επαγγελματικό περίγυρό μου που μου δημιουργούν την αίσθηση μιας ευρείας κατάρρευσης.
Πλήθος αποφάσεων σε όλες τις βαθμίδες της κάθε είδους διοικητικής αλυσίδας βασίζονται στο τρίπτυχο θέλω-μπορώ-κάνω, με δόσεις αυθαιρεσίας που αγγίζουν πια τα όρια του παραλογισμού.
Μπροστά στην εξυπηρέτηση ενός δικτύου μικρότερων ή μεγαλύτερων συμφερόντων, οι διοικητικοί μηχανισμοί λαμβάνουν αποφάσεις που επηρεάζουν αρνητικά τις ζωές πολλών κι επιφορτίζουν ακόμα περισσότερο την ήδη δύσκολη καθημερινή μας βιοπάλη.
Οι διοικητικές αστοχίες, οι παρερμηνείες και οι επιτηδευμένες στρεβλώσεις των νόμων, οι παρεμβάσεις σε οργανογράμματα και θεσμικά πλαίσια λειτουργίας, η ασύδοτη ευνοιοκρατία, οι πάσης φύσεως ταλαιπωρίες, διώξεις και καταδιώξεις αυτών που αντιδρούν στα φαινόμενα της σήψης, έχουν λάβει τη μορφή χιονοστιβάδας. Από τα φαινόμενα αυτά, λίγα ψήγματα μόνο βλέπουν το φως μιας κάποιας δημοσιότητας. Καθένα τους θα μπορούσε να ιδωθεί ως μικρό ζήτημα στο ευρύτερο πλαίσιο του δημόσιου βίου. Όμως το σύνολό τους (δηλαδή το άθροισμα της παραφθοράς) δημιουργεί την οικτρή κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει ως χώρα.
Η πέρα από κάθε λογική ευνοιοκρατία στη στελέχωση της διοίκησης του δημόσιου τομέα είναι βασικό δομικό στοιχείο του πολιτεύματος του κομματικού φεουδαλισμού. Είτε διά ορισμού (διορισμού), είτε ακόμα και μέσα από διαδικασίες αρχαιρεσιών, ο κομματικός φεουδαλισμός έχει πάντοτε τον τρόπο να επιβάλει τα θέλω του.
Σήμερα βέβαια, όπως έγραψα και σε προηγούμενα άρθρα μου, φαίνεται πως από την αναξιοκρατία και την ευνοιοκρατία έχουμε φτάσει σε μια κατάσταση φαυλοηλιθιοκρατίας.
Αυτό φυσικά δεν επήλθε τυχαία, αλλά μάλλον ως μοιραίο επακόλουθο. Τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε, βλέπετε, μια κάποια διάθεση ικανών και έντιμων ανθρώπων να διεκδικήσουν τη συμμετοχή τους στη διοίκηση∙ να καταλάβουν θέσεις διοικητικής ευθύνης. Άλλοι τα κατάφεραν, άλλοι πάλι όχι. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ακόμα κι αν ορισμένοι απ’ αυτούς αναγκάστηκαν να παίξουν το παιχνίδι του κομματικού φεουδαλισμού σε κάποιον βαθμό, τελικά λειτούργησαν ως ανάχωμα, ως επιβραδυντικό του εκφυλισμού στα μικροπεριβάλλοντά τους.
Το τίμημα που πλήρωσαν, βέβαια, όχι μόνον ήταν βαρύ, αλλά και –τελικά– δίχως αντίκρισμα. Η συλλογική εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών προδικάζει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια αντίστασης απέναντι στα φαινόμενα του εκφυλισμού είναι καταδικασμένη, λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης άνωθεν. Σε γενικές γραμμές πια έχει κυριαρχήσει η άποψη ότι οι διοικητικές θέσεις ευθύνης είναι μια υπόθεση που δεν ταιριάζει στο ήθος ενός έντιμου, δίκαιου και καλοπροαίρετου ανθρώπου. Επιπλέον, ότι κάθε αγώνας για το σωστό θα έχει ένα βαρύ τίμημα ψυχικής φθοράς και παράλληλα κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Σε αυτές τις συνθήκες κάθε σώφρων, ηθικός άνθρωπος με αρχές, ευαισθησίες και όραμα προσφοράς, απέχει φανατικά και αποφεύγει κατά το δυνατό κάθε είδους θέση διοικητικής ευθύνης. Τα προηγούμενα χρόνια, η συνήθης αρχική άρνηση αυτών των ανθρώπων για τη διεκδίκηση τέτοιων θέσεων κάμπτονταν τελικά από τον περίγυρο που υπενθύμιζε τα γνωστά περί της ανάγκης συμμετοχής. Ξέρετε… πράγματα σαν αυτό που είπε ο Περικλής «τόν τε μηδέν τών δε μετέχοντα ουκ απράγμονα, αλλ’ αχρείον νομίζομεν…»∙ ή σαν τ’ άλλο που είπε ο Ιρλανδός Έντμουντ Μπερκ: «το μόνο που χρειάζεται για το θρίαμβο του κακού είναι κάποιοι καλοί άνθρωποι να μην κάνουν τίποτα».
Σήμερα στη χώρα μας, ακόμα κι αυτές τις σοφές κουβέντες οι περισσότεροι τις ακούνε βερεσέ…
Και με το δίκιο τους νομίζω… Είναι αδύνατο να μετακινήσεις ένα «κακώς κείμενο» επί του απολύτως ολισθηρού εδάφους του παρόντος πολιτικού κατεστημένου. Στη διοικητική αλυσίδα, τα πάντα ανάγονται στο τέλος σε κάποιο υπουργείο∙ αν χρειαστεί, καταλήγουν στον πρωθυπουργό. Κι έτσι όπως έχει η κατάσταση στη Δικαιοσύνη, πόσοι έχουν το κουράγιο και τις αντοχές να περιμένουν μερικά χρόνια, για να τελεσφορήσει η όποια δικαίωσή τους σε κάποιο διοικητικό δικαστήριο; Τους αδικείς όταν λένε λοιπόν «άσε καλύτερα…», ή «πού να μπλέκω τώρα»;
«Το ψάρι βρομάει από το κεφάλι» – τελεία και παύλα. Η κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει θα γίνεται όλο και χειρότερη. Μη γελιέστε, μην πιάνεστε απ’ τα μαλλιά σας ενώ πνίγεστε, μη χώνετε το κεφάλι στην άμμο σαν τη στρουθοκάμηλο. Μην αγοράζετε πια τα φύκια που σας πουλάνε για μεταξωτές κορδέλες∙ τσουβάλια ολόκληρα μαζέψαμε από δαύτα – μυαλό δεν θα βάλουμε; Μην ελπίζετε ότι αν διαλεχθείτε, αν εξηγήσετε, αν διεκδικήσετε, αν αγωνιστείτε στο κάθε μικροπεριβάλλον σας, οι ιππότες, οι ιπποκόμοι κι οι ακόλουθοι στρατιώτες του κομματικού φεουδαλισμού θα καταλάβουν, θα διορθωθούν, θα σας ακούσουν∙ ότι θα μεταφέρουν τα δίκαια κι εύλογα αιτήματά σας στον βαρόνο κι αυτός στο βασιλιά.
Αν ακόμα πιστεύουμε τέτοια πράγματα, τότε –αλίμονο!– είμαστε όχι μόνο αφελείς, αλλά και άξιοι της μοίρας μας.
Ουσιαστική αλλαγή μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πρωθυπουργό αντάξιο της ιστορίας μας. Υπάρχουν τέτοιες προσωπικότητες κάπου εκεί έξω κρυμμένες∙ άγνωστες, θαμμένες. Ας παρατήσουμε την κακή συνήθεια της αναμενόμενης (κατευθυνόμενης) ψήφου στο παραβάν των επόμενων εκλογών∙ ας δημιουργήσουμε ρωγμές στο μπετόν της φυλακής μας. Ας δείξουμε έμπρακτα ότι απορρίπτουμε το παλιό, για να αναθαρρήσει το νέο.