Ποιος νοιάζεται για άψυχα σύμβολα και «βουβά» μνημεία του παρελθόντος… Ίσως πολλοί αδιαφορούμε, ή αρκετοί άλλοι δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί αποτελούν αντικείμενα θαυμασμού, αλλά γεγονός είναι ότι η περιέργειά μας θα ικανοποιείτο αν απαντούσαμε στο προκλητικό ερώτημα που είχε θέσει παλαιότερα ο Χρήστος Γιανναράς: Γιατί ο Παρθενώνας είναι σημαντικότερος από τον Πύργο του Άιφελ; Θα προσέθετα σε παρόμοιο μήκος κύματος:
Γιατί το «Μπλε Τζαμί» στην Κωνσταντινούπολη δεν κατάφερε ποτέ να καταστεί εφάμιλλο της Αγια-Σοφιάς, αν και σκοπός της κατασκευής του ήταν αυτός ακριβώς;
Το μνημείο συνιστά την αποτύπωση, το στίγμα ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής και μιας συγκεκριμένης κοινωνικής οργάνωσης η οποία παρήγε πολιτισμό και μετατρεπόταν, έτσι, σε πρόταση ζωής και σε συγκροτημένη αναζήτηση και εύρεση της αλήθειας. Ο Παρθενώνας καταστράφηκε και ξαναφτιάχτηκε λαμπρότερος, καθώς αποτελούσε το σημείο αναφοράς της αρχαίας Αθήνας και φυσικά του πολίτη. Η μέθοδος κατασκευής του, οι αναπαραστάσεις στις μετόπες και η γεωγραφία κατασκευής του δεν θαυμάζονται απλά ως τεχνικό θαύμα, αλλά μέσω αυτών κοινωνείται ένα μήνυμα για το επίπεδο πολιτισμού, πολιτειακής οργάνωσης και πολιτικής αυτοσυνειδησίας της αρχαίας αθηναϊκής κοινωνίας. Εν ολίγοις, δεν ήταν ένα έργο επίδειξης και απλού εντυπωσιασμού δίχως περιεχόμενο, το οποίο δημιουργήθηκε τυχαία για τις ανάγκες μιας έκθεσης εμπόρων.
Τα ευτελή οικονομικά κριτήρια ξεπερνιούνται στην περίπτωση του Παρθενώνα και εισέρχεται στο συμβολισμό η έννοια της μεταφυσικής, όχι ως αβάσιμη υπερφίαλη αναζήτηση, αλλά ως αδιάσπαστος σύνδεσμος με την ίδια την καθημερινή οργάνωση της ανθρώπινης κοινωνίας. Η μεταφυσική εκλογικεύεται, η πολιτεία εγκολπώνεται νοήματα μεταφυσικής, και η συνάντηση των δύο εν λόγω κόσμων συνιστά έναν πολιτισμό ο οποίος θαυμάζεται έως σήμερα στην εικόνα τού –έστω χιλιοβομβαρδισμένου– Παρθενώνα.
Η συμβολική σημασία τέτοιων μνημείων συνίσταται, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι δεν μιμήθηκαν αλλά εισέφεραν μια νέα πρόταση, μια «νέα αλήθεια». Με την πρόοδο της τεχνολογίας, ενδεχομένως η υλοποίηση ακόμα πιο περίπλοκων τεχνικά μνημείων να καταστεί κάτι παραπάνω από εφικτή, αλλά αυτό ποτέ δεν θα αρκεί εφόσον αυτή δεν θα νοηματοδοτεί κάτι ουσιαστικό.
Η προβληματική των συμβολισμών επεκτείνεται σε όλα τα φάσματα του καθημερινού βίου και του πολιτικού βίου των ανθρώπων.
Γιατί θυμώνουμε όταν κάποιος καίει τη σημαία μας ή γιατί ενδεχομένως ορισμένοι να αισθάνονται εξιλέωση όταν καίνε με τη σειρά τους την τουρκική, τη γερμανική ή την αμερικανική σημαία; Θυμώνουμε για τον ίδιο λόγο που αντιδρούμε όταν ακούμε κάτι άσχημο εις βάρος της οικογένειάς μας, ασχέτως αν η ύβρις δεν έχει την παραμικρή πραγματική βάση.
Στην ιστορία των διεθνών σχέσεων οι συμβολισμοί ενέχουν καθοριστική σημασία, καθώς σε αυτούς αποτυπώνεται η κυριαρχία η οποία στο κρατοκεντρικό διεθνές σύστημα σημαίνει δικαίωμα αυτοδιάθεσης και ελευθερία. Για την προβεστφαλιανή ιστορική περίοδο, όταν δηλαδή μεγάλες μάζες δεν ταυτοποιούνταν με κρατικές δομές αλλά προσέδιδαν νόημα στη ζωή τους μέσω κοινωνιών μικρής κλίμακας και των δικών τους πολιτισμικών κατακτήσεων, το μνημείο ισούται με το τι αντιλαμβάνονται οι ίδιοι ως ελευθερία. Παρομοίως συμβαίνει και στο βεστφαλιανό σύστημα, καθώς ο συμβολισμός για την ελευθερία εμπεριέχεται στην εθνοκρατική κυριαρχία.
Με απλούστερα λόγια, από τη στιγμή που η σημαία σημαίνει κυριαρχία νοηματοδοτεί τη ζωή μας, καθώς κυριαρχία στο κρατοκεντρικό σύστημα σημαίνει ελευθερία, δικαίωμα αυτοδιάθεσης και αυτοπροσδιορισμού. Ακόμα και όταν βρίσκεται κάποιος στο εξωτερικό και κατέχει το διαβατήριο ενός κυρίαρχου κράτους, έχει κάποια δικαιώματα που συνάδουν με την ελευθερία του. Η ελευθερία μπορεί να αποτυπώνεται στο νόημα της οικογένειας, στην αποδέσμευση εκδήλωσης των αισθητικών παραστάσεων ή στην άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων. Από τη μικρή έως τη μεγάλη κλίμακα, ιστορικά αυτός είναι και ο ακροτελεύτιος σκοπός.