Το 1944 ήρθαν στην εξουσία οι Αλβανοί κομμουνιστές με αρχηγό τον διαβόητο Ενβέρ Χότζα. Αφού «έδιωξαν τους Γερμανούς κατακτητές» άρχισαν αμέσως σκληρά οικονομικά μέτρα σε όλη την Αλβανία και ιδιαίτερα στη Χειμάρρα. Τα πρώτα μέτρα ήταν οι κατασχέσεις όλων των μαγαζιών των εμπόρων, σκληρό φορολογικό σύστημα για όλους τους χωρικούς και έκτακτους αστρονομικούς φόρους στους πλουσιότερους. Έκαναν μεγάλη προπαγάνδα στα μέσα ενημέρωσης και στις υποχρεωτικές συγκεντρώσεις του λαού κατά του καπιταλιστικού συστήματος και κατά του Ελληνικού κράτους που ήταν «μοναρχοφασιστικό».
Η μεγαλύτερη προπαγάνδα γινόταν για τις εκλογές στις 2 Δεκεμβρίου, που θα ανέδειχναν την Εθνοσυνέλευση της Αλβανίας η οποία θα καθόριζε και «δημοκρατικά» το χοτζικό καθεστώς.
Οι Χειμαρριώτες άρχισαν έγκαιρα την αντίδραση για αυτές τις εκλογές. Έβλεπαν ότι αυτό το σύστημα θα αφαιρούσε όλα τα δικαιώματα του ελληνισμού της Αλβανίας – και ιδιαίτερα στη Χειμάρρα. Από την άλλη πλευρά οι Χειμαρριώτες είχαν γνώση για τη σκληρότητα αυτού του συστήματος στη Ρωσία. Ήξεραν πώς δίκαζε ο Στάλιν τους αντιπάλους του το 1937 και επιπλέον ήξεραν πόσο «δημοκρατικά» και «εθελοντικά» φτιάχνουν οι κομμουνιστές της Ρωσίας τα κολκόζια και τι απόδοση είχαν αυτά. Τούτα τα λέω για να μην υπακούσουν οι Χειμαρριώτες στην αλβανική προπαγάνδα ότι δήθεν η αντίδραση της Χειμάρρας στις εκλογές του 1945 είχε απλά και μόνο αντικομμουνιστικό χαρακτήρα. Όχι κύριοι, το μεγαλείο αυτό των εκλογών στις 2 Δεκεμβρίου 1945 είχε δύο όψεις: η κορόνα ήταν ο ελληνισμός της Χειμάρρας και τα γράμματα ο αντικομμουνισμός.
Υπήρχαν τρεις παράγοντες που έκαναν τους Χειμαρριώτες να μην πάνε καθόλου στις κάλπες στις 2 Δεκεμβρίου: α) η ελληνική ψυχή και ο πατριωτισμός των Χειμαρριωτών, β) η παλικαριά των ανδρών που οργάνωσαν αυτή την αποχή, και γ) η σημασία και η βοήθεια που έδωσαν αυτοί που ήρθαν από την Ελλάδα. Από την Ελλάδα ήρθαν κρυφά διά θαλάσσης στη Χειμάρρα ο Οδυσσέας Ρόντος, ο Αναστάσης Δημαλέξης και ο Κώστας Βεΐζης, ενώ υπήρχε ο Γκόλε Πρίφτης στο Λούκουβο και ο Δήμος Τώδρης στο Κηπαρό. Εγώ συνάντησα τον Οδυσσέα Ρόντο που ήρθε στο σπίτι μας αργά ένα βράδυ, και επειδή βρέθηκαν και άλλοι τον πήγα και τον έκρυψα. Όταν έφυγαν οι άλλοι από το σπίτι τον πήρα από το κρυφό μέρος και τον έφερα στον μπαμπά μου. Κοιμήθηκε στο σπίτι μου και το πρωί πριν φέξει τον πήγα στο σπίτι του Σωτήρη Μήτρου και μετά του Πύλιου Κοκαβέση όπου τον ζήτησε μόνος του. Αυτό το παλικάρι τον Οδυσσέα (Τέο) Ρόντο, που κλείστηκε στη Χειμάρρα μερικούς μήνες και πέρασε τα σύνορα κακώς του κάκου και κινδυνεύοντας σοβαρά τη ζωή του, τον συνάντησα με μεγάλο πόθο στην Αθήνα μετά από 50 χρόνια. […]
- Διαβάστε εδώ τη συνέχεια του άρθρου.
Γιώργος Ζάχος
- Πηγή: Himara.gr.