Με αφορμή τις δηλώσεις του τέως υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδος Νίκου Κοτζιά για επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης της χώρας από 6 σε 12 ν.μ. στο Ιόνιο, εκδηλώθηκε δημόσια αντιπαράθεση επί του θέματος με τον Τούρκο ομόλογό του, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος για πολλοστή φορά φρόντισε να υπογραμμίσει πως η Ελλάδα δεν δικαιούται χωρίς τη συναίνεση της Άγκυρας να προχωρήσει σε επέκταση των χωρικών της υδάτων στο Αιγαίο, αφήνοντας δε σαφώς να εννοηθεί και οπουδήποτε αλλού, στάση που θα οδηγούσε σε φινλανδοποίηση εν τοις πράγμασι.
Σημειώνουμε εν προκειμένω πως, σύμφωνα με τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του Μοντέγκο Μπέι του 1982, την οποία έχουν επικυρώσει 168 κράτη, η αιγιαλίτιδα ζώνη αποτελεί τη θαλάσσια επέκταση κυριαρχίας των κρατών, ασκούμενη μέχρι 12 ν.μ., στο πλαίσιο της οποίας τα παράκτια κράτη έχουν τη δυνατότητα να επωφελούνται των αγαθών και του πλούτου, καθώς και των δυνατοτήτων θαλάσσιας πολιτικής που παρέχει η κυριαρχία στην περιοχή αυτή. Αυτό σημαίνει πως η κυριαρχία που ασκεί το παράκτιο κράτος στην αιγιαλίτιδα ζώνη, που έχει εν προκειμένω καθορίσει ή οριοθετήσει, είναι αντίστοιχης ισχύος με εκείνην που ασκεί επί του εδάφους.
Η Άγκυρα δεν έχει από το 1994, χρονολογία κατά την οποία ετέθη σε ισχύ η Σύμβαση, προσχωρήσει σε αυτήν, κυρίως επικαλούμενη καθεστώς ειδικών γεωγραφικών συνθηκών, ιδιαίτερα συμφέροντα και αδυναμία της Συμβάσεως για διατύπωση επιφυλάξεων, έτσι ώστε να μπορέσει να αναθεωρήσει προς ίδιον όφελος ορισμένα σημεία της. Αυτό καταδεικνύει πως η Τουρκία θεωρεί ότι η Σύμβαση όχι μόνο δεν ικανοποιεί τις επιδιώξεις της, αλλά είναι και αντίθετη με την εθνική της στρατηγική και στοχοθεσία.
Κατά ταύτα, η εθνική της στρατηγική επιδιώκεται να υλοποιηθεί μέσα από μονομερείς, αυθαίρετες ενέργειες στο χώρο της ελληνικής θαλάσσιας κυριαρχίας, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο της θάλασσας.
Η Τουρκία κινείται δραστήρια και εντατικά προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της παρουσίας της στον θαλάσσιο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, της Κύπρου και του Αιγαίου. Η μέχρι τούδε πολιτική της να απειλεί την Αθήνα με casus belli στο Αιγαίο εάν η Ελλάδα τολμούσε να προχωρήσει σε εφαρμογή του διεθνώς αναγνωρισμένου δικαιώματός της για επέκταση από 6 σε 12 ν.μ. της αιγιαλίτιδας ζώνης και των νήσων, μεταφέρεται εσχάτως πέραν του Αιγαίου και σε άλλες θαλάσσιες περιοχές, όπως το Ιόνιο.
Το casus belli, που σημαίνει αιτία πολέμου, διατυπώθηκε από την τουρκική Εθνοσυνέλευση τον Ιούνιο του 1995. Σημειώνεται πως η διατύπωση ενός casus belli είναι θεσμική υπόθεση στη λειτουργία των κρατών και σημαίνει πως εάν συμβεί κάτι αντίθετο προς τα απειλούμενα, η χώρα που το διατυπώνει είναι υποχρεωμένη σε κάθε περίπτωση να το υλοποιήσει, όπερ μεθερμηνευόμενον, πως αντιστοίχως θα ήταν εν προκειμένω το πολεμικό γεγονός αναπόφευκτο.
Η Ελλάδα ως κυρίαρχο κράτος οφείλει αυτονοήτως να υλοποιεί πολιτικές που συμφέρουν τη χώρα και το έθνος. Η υπόθεση του θαλάσσιου πλούτου, της εκμετάλλευσης και της επέκτασης των χωρικών υδάτων είναι ζήτημα στρατηγικής, αξιοπιστίας και πραγμάτωσης των συμφερόντων της χώρας, τα οποία κάθε κυβέρνηση είναι ταγμένη από την αποστολή της να υπηρετεί. Τα βήματα που οφείλει να ακολουθήσει μια κυβέρνηση, που διαθέτει στρατηγική, συνίστανται στη σύναψη συμμαχιών, συμπεριλαμβανομένου και του αμυντικού τομέα, στο πλαίσιο κοινών επιδιώξεων, έτσι ώστε η σύγκλιση στρατηγικών στοχεύσεων να δημιουργήσει την απαιτούμενη αμυντική ασπίδα υποστήριξης των επιλογών της χώρας.
Επομένως, στην περίπτωση αυτήν η σύναψη συμμαχιών υποστηρίζει το βασικό διακύβευμα που είναι η ικανότητα της χώρας για επέκταση των χωρικών της υδάτων στο Αιγαίο.
Κατά τα ανωτέρω, η υλοποίηση μιας στρατηγικής που άπτεται των συμφερόντων της Ελλάδας δεν μπορεί να λάβει χώρα τμηματικά, δηλαδή κατ’ αρχάς στο Ιόνιο και εν ευθέτω χρόνω να εξεταστούν οι δυνατότητες στο κυρίως μέτωπο, που είναι το Αιγαίο.
Μια τέτοια πολιτική δεν μπορεί να εκπονείται καθ’ οδόν, ούτε προχείρως, αλλά πρέπει να τυγχάνει της απαραίτητης συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων της χώρας προβαλλόμενη ως εθνική στρατηγική, καθώς επίσης και να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκπόνησή της όλοι οι παράγοντες που συνθέτουν το πλαίσιο ως διεθνές περιβάλλον, εξελίξεις, δυνατότητες και προϋποθέσεις υλοποίησης πολιτικών, έτσι ώστε η χώρα και να μη μείνει εκτεθειμένη και κυρίως να μη χάσει την αξιοπιστία της.
Τούτο γιατί ένα κράτος, όπως η Ελλάδα, όταν εξαγγέλλει μια πολιτική επέκτασης των χωρικών του υδάτων στο Ιόνιο, αντιμετωπίζει δύο ζητήματα. Πρώτον, να είναι σε θέση να υλοποιήσει αυτή την εξαγγελία. Δεύτερον, να γνωρίζει πως έτσι δίνει στην Τουρκία και στους τρίτους, στον διεθνή παράγοντα, την αίσθηση πως το Ιόνιο είναι απλώς ένας αντιπερισπασμός εσωτερικής χρήσεως έναντι του Αιγαίου.
Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών για τον Πολιτισμό και την Επικοινωνία, Πάντειο Πανεπιστήμιο
- Πηγή: sigmalive.com.