Πάνω εκεί στης Πίνδου μας τις κορφές και στα παγωμένα κακοτράχαλα βουνά της Βορείου Ηπείρου, ανάμεσα στις δοξασμένες μορφές των Ημίθεων του Σαράντα, που με εφ’ όπλου λόγχη και την κραυγή «αέρα», υπερασπίστηκαν της μητέρας Ελλάδας τη λευτεριά κι ολόκληρου του έθνους μας την αξιοπρέπεια, ήσαν παρόντες εθελοντές πολεμιστές και Έλληνες Κύπριοι. Στην Κλεισούρα και στο Τεπελένι, στο Λέκλι-Δόντι, στο Γκόλικο και στην Πέστανη, ως τον Αυλώνα. Αποκρούοντας και την εαρινή αντεπίθεση των 12 φασιστικών μεραρχιών, με επικεφαλής παρόντα τον ίδιο τον Μουσολίνι.
Ήσαν εκεί στον τρίτο και στον ενδέκατο λόχο του 39ου Συντάγματος Ευζώνων Μεσολογγίου, οι θυσιασθέντες ήρωες Λουκής Λιασίδης και Βαρνάβας Σερίφης από την Αμμόχωστο. Ήσαν εκεί οι μετέπειτα ηρωομάρτυρες Ροδίων και Μιλτιάδης Γεωργιάδης, του Προκόπη από τη Λεμεσό και της Θέκλας από την Κερύνεια, που εξοντώθηκαν, τελικά, το 1944 στις ναζιστικές φυλακές του Βραδεμβούργου.
Ήταν εκεί ο αείμνηστος γυμνασιάρχης Κωνσταντίνος Γιαλλουρίδης από τη Μόρφου. Ο αείμνηστος γιατρός Ξάνθος Χαραλαμπίδης από την Κερύνεια, πατέρας της Τιτίνας Λοϊζίδου. Εκεί κι ο ηρωικός Ανδρέας Αργυρού Δρουσιώτης από τη Λεμεσό, που θυσιάστηκε στην Εθνική Αντίσταση, μαχητής του ΕΛΑΣ, στην Κατερίνη.
Ήσαν εκεί 46 τουλάχιστον, οργανωμένα γραμμένοι από την Αθήνα όπου σπούδαζαν, Κύπριοι εθελοντές πολεμιστές. Κι άλλοι που έσπευσαν κατά μόνας, όπως μπορούσαν. Όπως ο Ευάγγελος Λούη Λουίζος από την Αμμόχωστο, που ναύλωσε ταξί από την Αθήνα για να τον πάει να πολεμήσει στην Ήπειρο. Ήσαν στην Κύπρο και οι χιλιάδες των πατεράδων μας, που γράφτηκαν στους καταλόγους του τοποτηρητή Αρχιεπισκόπου Λεοντίου, αδημονώντας να καταταγούν στον Ελληνικό Στρατό κι ανεμίζοντας τις απαγορευμένες από την αγγλική Παλμεροκρατία, γαλανόλευκες σημαίες του έθνους.
Κι έλεγε ο Κων. Γιαλλουρίδης για τους δύο θυσιασθέντες συμπολεμιστές του, τους Βαρωσιώτες Λιασίδη και Σερίφη: «Με βαθιά συγκίνηση θυμάμαι ότι και οι δύο ήταν τελειόφοιτοι της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και μπορούσαν, σύμφωνα με προτροπή του λοχαγού μας Σαραντίδη, στο Γουδή όπου εκπαιδευόμαστε, να υπηρετήσουν σε στρατιωτικά νοσοκομεία της γραμμής των πρόσω. Απέρριψαν την πρόταση με τη δικαιολογία ότι “οι Έλληνες Κύπριοι εθελοντές μια φιλοδοξία έχουν, να προασπίσουν την ελληνική πατρίδα με τ’ όπλο στο χέρι πολεμώντας τον εχθρό της. Αν χρειαστούν οι ιατρικές μας γνώσεις θα τις προσφέρουμε στο πεδίο της τιμής”». (Κων. Γιαλλουρίδης: «Το Οδοιπορικό μιας ζωής» εκδ. 2003 σ. 16).
Ποιοι, λοιπόν, εκείνων απόγονοι κρατάνε άραγε σήμερα το «άμες γ’ εσόμεθα πολλώ κάρρονες τούτων»;
- Λάζαρος Α. Μαύρος / Facebook.