Τα κράτη και τα έθνη, μικρά και μεγάλα, που έχουν σκοπό να επιβιώσουν τους επόμενους αιώνες, εκτός από τα κόμματα και τις ιδεολογίες έχουν βάλει στο μικροσκόπιο και τις θρησκείες, τις οποίες δεν εξετάζουν από θεολογική άποψη αλλά από καθαρά γεωπολιτική. Κι αυτό γιατί στην ιστορία του ανθρώπου έχει αποδειχθεί ότι οι ιδεολογίες, τα κόμματα και τα πρόσωπα έρχονται και παρέρχονται.
Έτσι εξετάζουν τις θρησκείες ως ένα εργαλείο ανθεκτικό στο χρόνο και τους αιώνες, με το οποίο μπορούν να ασκήσουν επιρροή σε χώρες και περιοχές όπου επικρατεί η υπό εξέταση θρησκεία.
Με αυτή την αφορμή να υπογραμμίσουμε ότι συγκεκριμένα η Ορθοδοξία είναι στο μικροσκόπιο μεγάλων αλλά και μικρών δυνάμεων, που την εξετάζουν για έναν επιπλέον λόγο, από τον προαναφερθέντα: επειδή η Ρωσία ‒λόγω του πληθυσμιακού αλλά και του γεωπολιτικού της μεγέθους‒ είναι η ισχυρότερη ορθόδοξη χώρα και άρα μπορεί να επιδιώξει τον έλεγχο και την επιρροή ολόκληρου του ορθόδοξου κόσμου.
Μέχρι στιγμής η Μόσχα, διά του εκεί Πατριαρχείου, ασκεί επιρροή με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στα Πατριαρχεία της Βουλγαρίας, της Γεωργίας, της Σερβίας και της Αντιόχειας, ενώ φαίνεται ότι υπάρχει η τάση για αύξηση της επιρροής της και στα άλλα Πατριαρχεία και αυτοκέφαλες εκκλησίες, του Οικουμενικού Κωνσταντινουπόλεως συμπεριλαμβανομένου.
Υπό την έννοια αυτή, η σημασία και η γεωπολιτική αξία του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως είναι τεράστια – κάτι που δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί και να επεξεργαστεί με όρους εθνικής στρατηγικής η Αθήνα.
Το κενό αυτό εκμεταλλεύεται η Ουάσινγκτον, μέσα στο πλαίσιο της θεώρησης –που αναφέρθηκε στην αρχή του άρθρου– των θρησκειών, ως «εργαλείου» ελέγχου και άσκησης επιρροής στους πολίτες και την κοινωνία. Από την άλλη πλευρά, η Μόσχα ερμηνεύει τις κινήσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την αναγνώριση της «αυτοκεφαλίας» της Ουκρανικής Εκκλησίας όχι ως μια πράξη που εδράζεται και εκκινείται από καθαρά θρησκευτικά και κανονιστικά κίνητρα, αλλά ως συνέχιση της επιχείρησης ελέγχου της Ουκρανίας από τη Δύση, και μέσω της ορθόδοξης πίστης. Ενώ συμβαίνουν αυτά στον κόσμο των Εκκλησιών και των Πατριαρχείων, ενδιαφέρον έχουν και οι εξελίξεις σε επίπεδο κοσμικό, δηλαδή αυτό των κυβερνήσεων.
Πριν από λίγους μήνες το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών αποφάσισε την απέλαση τριών Ρώσων διπλωματών, γιατί διαπιστώθηκε ότι προέβησαν σε πράξεις που δεν συνάδουν με τη διπλωματική τους ιδιότητα. Η κίνηση αυτή οδήγησε στην επιδείνωση των ελληνορωσικών σχέσεων, και εξαιτίας του γεγονότος ότι η απέλαση εκ λάθους (sic) ανακοινώθηκε από την εν Αθήναις αμερικανική πρεσβεία.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την περαιτέρω σύσφιξη των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, δημιούργησε πρόβλημα και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στο εναπομείναν αριστερό του ακροατήριο.
Για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις το Μαξίμου σχεδόν παρακάλεσε τη ρωσική πλευρά να κάνει δεκτό τον Έλληνα πρωθυπουργό στη Μόσχα, για να φωτογραφηθεί με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Όμως μόλις ανακοινώθηκε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός θα γίνει δεκτός από τον Ρώσο πρόεδρο, είδαμε να συμβαίνουν δυο πράγματα:
- Πρώτον, άνοιξαν –και μάλιστα διάπλατα– οι «πόρτες» του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας στον Έλληνα υπουργό Άμυνας Πάνο Καμμένο, οι οποίες όλα αυτά τα χρόνια ήταν ερμητικά κλειστές (λόγω επαφών του σε διάφορα επίπεδα με τον ρωσικό παράγοντα). Και τώρα που δεν άνοιξαν απλά, ακούσαμε μέχρι και δηλώσεις για παραχώρηση πολλών βάσεων στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις αλλά και για Plan B για το Σκοπιανό, ένα σχέδιο που θα πετάξει στον κάλαθο των αχρήστων τη Συμφωνία των Πρεσπών!
- Δεύτερο, να κυκλοφορεί δημοσίευμα των New York Times, που μας πρόσφερε ξαναζεσταμένο φαγητό για εμπλοκή του ποντιακής καταγωγής Έλληνα επιχειρηματία Ιβάν Σαββίδη στο δημοψήφισμα των Σκοπίων, με το ποσό των 300.000 δολαρίων.
Το δημοσίευμα αυτό δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο από μια τροχιοδεικτική βολή προς την κυβέρνηση, με διττό μήνυμα. «Χτυπάμε τον Ιβάν Σαββίδη επειδή μεσολάβησε για να γίνει δεκτός ο Τσίπρας από τον Πούτιν, αλλά και για να δώσουμε άλλο ένα μήνυμα στην κυβέρνηση, να πάψει να παρέχει και να λαμβάνει κάθε είδους στήριξη από τον Ιβάν».
Το κορυφαίο μήνυμα όλων αυτών είναι ότι ο Πάνος Καμμένος μπορεί να τινάξει την κυβέρνηση στον αέρα, και είναι η πρώτη φορά που ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα πρέπει να το πάρουμε στα σοβαρά.
Όσον αφορά αυτές καθαυτές τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, θα εξετάσουμε αυτό το εξαιρετικά σοβαρό θέμα στο άρθρο μας της Κυριακής. Υπομονή.