Όταν η ιστορία γράφεται, τις περισσότερες φορές η επιστήμη γελάει. Γνωστό και μη εξαιρετέο αξίωμα, επαληθευμένο σε πλήθος περιπτώσεων καταγραφής της ιστορίας πολέμων, κρίσεων, ενδοκομματικών διενέξεων ή αποτίμησης βιογραφιών ηγετικών και μη προσωπικοτήτων.
Η μεροληπτική ιστοριογραφία (τουλάχιστον τα βασικά έργα) δεν είναι αποτέλεσμα στράτευσης ή υπόγειας συνδιαλλαγής.
Οι ερευνητές-συγγραφείς διδάχθηκαν την ιστορία κατά έναν συγκεκριμένο μονομερή τρόπο, και ως εκ τούτου συνήθως θεωρούν ότι είναι και αντικειμενικοί. Με άλλα λόγια, η σκέψη τους έχει εμποτιστεί προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση και αδυνατεί να λειτουργήσει κατά τρόπο διασταλτικό. Σημειώνω προκαταβολικά ότι δεν εξαιρώ ούτε τον εαυτό μου, μιας και ο υπόρρητος χαρακτήρας καλλιέργειας μίας γνώμης καθιστά δύσκολο το διαχωρισμό της από την αληθινή γνώση.
Το γνωστότερο ενδεχομένως παράδειγμα για την παραπάνω περιγραφή αποτυπώνεται στην κριτική για την ευρωκεντρική ιστορία. Όπως έχει αναφερθεί, η κυριαρχία ενός συγκεκριμένου πολιτισμικού μοντέλου προέκυψε ουσιαστικά διά των όπλων. Η επικράτηση στα πεδία των μαχών, λόγω της πρότερης επικράτησης σε εκείνα της τεχνολογικής εξέλιξης, επέτρεψε τη διάδοση μίας πρότασης ζωής και πολιτικής οργάνωσης, η οποία θεωρείται πρότυπο, καθώς και δεδομένη διέξοδος ευημερίας και ανάπτυξης. Βάσει αυτής της ιστορικής επικράτησης, η οποία καλλιεργεί ιστορικά παραδείγματα προς μίμηση, προκύπτουν οι σύγχρονες προτάσεις πολιτικής.
Πώς προσέγγισε η Τουρκία –η κατά τα λοιπά έχουσα μουσουλμανική ανθρωπολογία– τα κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης μετά την κατάρρευση του διπολισμού; Η αναφορά της ήταν το λεγόμενο «τουρκικό μοντέλο», ότι δηλαδή «είμαστε μουσουλμάνοι, αλλά αυτό δεν μας εμποδίζει να αναπτυσσόμαστε και να ευημερούμε και αυτό είναι εφικτό μέσω της θεσμοθέτησης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και οικονομίας της αγοράς».
Με άλλα λόγια: «γίνετε σαν τους Ευρωπαίους για να ευημερήσετε, και αν αμφιβάλλετε για την εφικτότητα του εγχειρήματος, δείτε εμάς την Τουρκία».
Πώς περιγράφει ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Άστον Κάρτερ το μεταπολεμικό πλαίσιο συγκρότησης της Συρίας; Ανέφερε το 2015 ότι «το αποτέλεσμα, στο οποίο στοχεύουμε ως ΗΠΑ, είναι εκείνο που θα θέσει εκτός εξουσίας τον Μπασάρ αλ-Άσαντ […]. Οι δομές διακυβέρνησης στη Δαμασκό και στο Ιράκ να παραμείνουν ως έχουν υπό έναν ανοιχτό τρόπο διακυβέρνησης ο οποίος θα είναι πλουραλιστικός». Το πρότυπο είναι ευδιάκριτο και εφάπτεται σε κάθε περίπτωση καταπατώντας την ετερότητα και το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
Κάπως έτσι η στρατευμένη ιστοριογραφία μετατρέπεται σε στρατευμένη ανάλυση της διεθνούς πολιτικής. Εξάλλου, η ιστορία αποτελεί το εργαστήριο της θεωρίας διεθνών σχέσεων. Έτσι διαμορφώνονται και διαδίδονται ως δεδομένες απόψεις, οι οποίες ταυτίζονται «εντελώς τυχαία» με τα συμφέροντα συγκεκριμένων μεγάλων δυνάμεων. Πώς αλλιώς να αναγνωσθεί μια «επιστημονική» ανάλυση η οποία ορίζει μεταβλητές έρευνας με βάση τις αναφορές Πενταγώνων ή πάσης φύσεως ινστιτούτων;
Ας αναρωτηθούμε, για παράδειγμα, γιατί είναι κράτος-παρίας το Ιράν και όχι το Κόσοβο; Γιατί επικαλούμαστε διαρκώς και εμμονικά τη Βόρεια Κορέα και όχι κάποιο «αποτυχημένο» κράτος της Κεντρικής Αμερικής;
Μήπως η επίκληση σε διαφορετικές περιπτωσιολογικές μελέτες δεν πρέπει να εμπεριέχει προϋποθέσεις σύγκρισης; Ποιο είναι εντέλει το κριτήριο επιλογής περιπτωσιολογικών μελετών; Να αναφέρονται σε συγκεκριμένη βιβλιογραφία; Τα ίδια συμβαίνουν και από την «άλλη πλευρά». Ορισμένοι θέλουν να αναφερθούν στο θέμα της επέμβασης στις διεθνείς σχέσεις και υποδεικνύουν μόνο περιπτώσεις όπως το Ιράκ ή ο Παναμάς, λησμονώντας επιμελώς την Τσεχοσλοβακία ή την Ουκρανία.
Οι μηχανισμοί διαμόρφωσης μιας επιστημονικοφανούς άποψης είναι μια επένδυση εξαιρετικά χαμηλού ρίσκου για τις Μεγάλες Δυνάμεις, καθώς είναι φθηνή, αποτελεσματική, και παρέχει υψηλή νομιμοποίηση. Προσφέρει δε τόση νομιμοποίηση, που όσοι εργάζονται γι’ αυτήν ούτε καν αντιλαμβάνονται τι κάνουν.
Αντιθέτως, πιστεύουν ότι η «επιστημονική έρευνά» τους είναι αμερόληπτη.