Εμπρός λοιπόν, πλησιάζει η χαρμόσυνη επέτειος της 20ής Ιουλίου και ετοιμαζόμαστε για τις πορείες αγάπης. Τέρμα τα συλλαλητήρια και οι αντικατοχικές εκδηλώσεις. Εξέλιπαν. Όπως και η Κυπριακή Δημοκρατία. Άλλωστε με βάση το γλωσσάρι που χρηματοδοτήθηκε χοντρά (αλήθεια, ποιοι τα πήραν;) η κατοχή δεν υφίσταται, η εισβολή δεν έγινε, ήταν μια ειρηνευτική επιχείρηση και οι πρόσφυγες είναι εσωτερικοί μετανάστες. Πρόσφυγες υπάρχουν μόνο στη Βόρεια Κύπρο, τους οποίους εμείς οι αδαείς ονομάζουμε έποικους.
Το γλωσσάρι μάς δίνει μαθήματα πολιτικής συμπεριφοράς και δεοντολογίας.
Πρέπει να μάθουμε και να διδάσκουμε και τα παιδιά μας ότι στην Κερύνεια δεν έγιναν σφαγές αμάχων αλλά ένας συνωστισμός που προκάλεσε κάποιους θανάτους.
Πρέπει να εμπεδώσουμε τη λογική των τετελεσμένων – τίποτε δεν αλλάζει πια, δεν μπορεί η Τουρκία να μην έχει εγγυήσεις, δεν μπορεί να μην αναλάβει την ασφάλεια της Κύπρου, δεν μπορεί να αποχωρήσει η ειρηνευτική Τέταρτη Στρατιά του καλοκάγαθου Αττίλα, δεν μπορούν οι ραγιάδες του Νότου να σηκώνουν κεφάλι, πρέπει να καταλάβουν ότι η Κυπριακή Δημοκρατία εξέλιπεν.
Πρέπει να διδαχθούμε ένα νέο κεφάλαιο του Διεθνούς Δικαίου. Που ορίζει ότι Κυπριακή Δημοκρατία είναι η Νότια Κύπρος και «ΤΔΒΚ» είναι η Βόρεια Κύπρος.
Βόρειος Κορέα – Νότιος Κορέα, Βόρειος Μακεδονία – Νότιος Μακεδονία. Δεν μιλώ για τις Ντακότες και τις Καρολίνες γιατί θα συγχυσθούν και οι διεθνολόγοι.
Αυτή την πολιτική δεοντολογία πρέπει να εφαρμόσουμε. Και οι νεοφανείς όροι να μεταδίδονται σ’ όλο τον κόσμο από όλα τα πρακτορεία ειδήσεων, και στη συνέχεια να προσπαθούν κάποιοι ξεροκέφαλοι Ευρωβουλευτές ή Πρέσβεις να πείσουν ότι η πραγματικότητα είναι άλλη.
Το… γλωσσάρι του ΟΑΣΕ
Κάτι δεν πάει καλά στον τόπο μας. Ο ραγιαδισμός και η εθελούσια υποδούλωση ατόμων όλου του ιδεολογικού φάσματος, που βρίσκονται όμως στα πλοκάμια του βαθέως ανανικού κράτους, αφού μετονομάζονται σε φιλειρηνιστές, αφού μετονομάζουν τη δουλεία σε ειρήνη και συνύπαρξη, μας προκαλεί βαθύτατη θλίψη. Ο συβαριτισμός έγινε το έμβλημα του νέου μορφώματος. Τα κίνητρα της προσπάθειας αυτής είναι γνωστά. Ξέρουμε και ποιος την χρηματοδοτεί, θα μάθουμε και ποιοι χρηματοδοτούνται έχοντας τόση έγνοια να απαλλαγεί η Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς των ευθυνών τους και να τους χορηγηθεί λευκό ποινικό μητρώο από εμάς τους ίδιους.
Η κατοχή είναι λέξη ενοχλητική για το βαθύ ανανικό κράτος. Γι’ αυτό τέρμα οι αντικατοχικές εκδηλώσεις. Θα τις ονομάζουμε πορείες αγάπης για να θυμόμαστε τις χαρμόσυνες επετείους του 1974. Με τη λογική δηλαδή του γλωσσαρίου και άλλων, θα πρέπει να καταδικάζεται κάθε αντικατοχική ενέργεια των Παλαιστινίων επειδή ρίχνουν πέτρες στα άρματα μάχης του κατοχικού Ισραήλ!
Κι εδώ τίθεται ένα θεμελιώδες ερώτημα, κυρίως προς το ΑΚΕΛ που υπερασπίζεται το λαό των Παλαιστινίων και τη δράση του: Εφόσον υπερασπίζεται τον μαχόμενο και ασυμβίβαστο παλαιστινιακό λαό, που ρίχνει πέτρες στον κατακτητή, γιατί δεν έχει την ίδια προσέγγιση και για την κατοχή της Κύπρου;
Γιατί θεωρεί τις δυναμικές κινητοποιήσεις ακραίας μορφής εκδηλώσεις και αναλώνεται σε επαναπροσεγγίσεις που δίνουν λανθασμένες εντυπώσεις διεθνώς, ακόμη και γι’ αυτήν την αναγνώριση του ψευδοκράτους;
Αλλά να μην μιλάμε μόνο για το ΑΚΕΛ, είναι άδικο. Στην ίδια γραμμή της απονεύρωσης και του νευροκαβαλικέματος και του συβαριτισμού είναι και η ηγεσία του πάλαι ποτέ κόμματος των «εθνικοφρόνων», του Δημοκρατικού Συναγερμού. Από τη μια καταθέτει στεφάνια στα μνημόσυνα των ηρώων της Ελευθερίας και της Ένωσης, και από την άλλη θεωρεί ακραία και εθνικιστική οποιαδήποτε μορφή αντίστασης πέραν του εξευμενισμού και του εκμαυλισμού και των άθλιων θεατρικών παραστάσεων στα κατεχόμενα θέατρά μας. Ταυτοχρόνως, μαζί με το ΑΚΕΛ, στηρίζουν την αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ισότιμου καθεστώτος κράτους στη λογική του δήθεν έντιμου συμβιβασμού και της δήθεν επανένωσης.
Το γλωσσάρι και οι εμπνευστές του και όσοι το εφαρμόζουν παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο και την κυπριακή νομοθεσία. Παρανομούν. Γι’ αυτούς ό,τι έκανε η Τουρκία είναι ηθικό και δίκαιο. Πρέπει να επιβάλει τις θέσεις της. Να νομιμοποιήσουμε το ψευδοκράτος και να διαλύσουμε την ΚΔ. Το γλωσσάρι είναι ακόμη ένα βήμα προς την παράδοση και απόδειξη της παρακμής στο σύστημα αρχών και αξιών που ξεκινά αντίθετα με τους νόμους της δημοκρατίας.