Δυο χρόνια αδυσώπητης εσωτερικής πάλης χρειάστηκαν στον Τραμπ για να μπορέσει να κλείσει το ραντεβού με τον Πούτιν. Ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι θέλει να συναντήσει τον Πούτιν μόλις εξελέγη πρόεδρος. Η «ομάδα Ομπάμα-Κλίντον», η κυρίαρχη ελίτ της παγκοσμιοποίησης, σπατάλησε πολλές δυνάμεις για να το ματαιώσει.
Στο ερώτημα «και τι μας νοιάζει εμάς;» η απάντηση είναι σαφής. Τίποτα δεν έχει γίνει στην Ελλάδα χωρίς τη θέληση, την ενεργό ανάμιξη και τις υποδείξεις των ξένων: Η ναυμαχία στο Ναβαρίνο κατέληξε στην ίδρυση του ελληνικού κρατιδίου ως προτεκτοράτο των τριών «προστάτιδων» δυνάμεων, Αγγλίας, Ρωσίας, Γαλλίας. Και όχι ως κυρίαρχο κράτος σύμφωνα με τις προθέσεις και τις θυσίες των αγωνιστών του ’21.
Η καταστροφή της Σμύρνης ήταν συνέπεια της αγγλικής πολιτικής. Η Γιάλτα, και όχι η εθνική αντίσταση, τοποθέτησε την Ελλάδα στο στρατόπεδο της Δύσης με τη συμφωνία Στάλιν-Ρούσβελτ-Τσόρτσιλ. Η τύχη της χώρας, τους δυο αιώνες από την απελευθέρωση, έχει εξαρτηθεί όχι από τους αγώνες των Ελλήνων αλλά από τους ισχυρούς ξένους σε συνδυασμό με την αδυναμία μας να αντιληφθούμε τι θέλουν ώστε να αντιδράσουμε αναλόγως.
Αντίστροφα, ο Ερντογάν επιβιώνει επειδή γνωρίζει άριστα το διεθνές τοπίο και ισορροπεί τέλεια για την ώρα.
Η διαφορά είναι ότι ο Ερντογάν έχει κληρονομιά την παράδοση της Υψηλής Πύλης, την εξωτερική πολιτική της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ εμείς περάσαμε κατ’ ευθείαν από την τουρκοκρατία στην ξενοκρατία. Η ατροφική αντίληψη του διεθνούς περιβάλλοντος έχει αποδειχθεί, μαζί με την εθελοδουλία, καταστροφική για τη χώρα, προκαλεί σοβαρές ζημίες (πχ με το Σκοπιανό) και προμηνύει νέες συμφορές.
Η πρόσφατη προστριβή με τη Ρωσία και η απέλαση διπλωματών –λες και μόνο Ρώσοι «διπλωμάτες» δρουν στη χώρα– είναι ένα ακόμα δείγμα των εξωτερικών πιέσεων και της «απέραντα καλής θέλησης» της σημερινής, χθεσινής και αυριανής κυβέρνησης να ικανοποιήσει κάθε απαίτηση των «μεγάλων συμμάχων». Χωρίς, φυσικά, κάποια ανταπόδοση, ένα χαμόγελο, ένα χάδι, μια πολυτελή γραβάτα, έστω. Πάντως φαίνεται ότι το Σκοπιανό βαραίνει τόσο πολύ τον ΣΥΡΙΖΑ (και ταλαιπωρεί μέχρι τελικής πτώσης τους ΑΝΕΛ) ώστε οι Ρώσοι κατηγορούνται πλέον, δια της πλαγίου, όχι μόνο ότι «έφαγαν» την Κλίντον και έβγαλαν πρόεδρο τον Τραμπ, αλλά αποπειράθηκαν να ματαιώσουν και την πατριωτική (!) συμφωνία που πέτυχε ο Κοτζιάς στο Σκοπιανό. Τέτοιου είδους αντιρωσικά ευρήματα δεν τα φαντάστηκαν ούτε στον εμφύλιο κατά των «κομμουνιστοσυμμοριτών»!
Η συνάντηση Τραμπ-Πούτιν δεν οδηγεί σε νέα Γιάλτα.
Αλλά αν υπάρξουν στοιχεία προσέγγισης, ίσως μειωθεί η ισχύς του Βερολίνου, κάτι πιθανόν καλό για την Ελλάδα, και γενικότερα θα ζημιωθούν σε ΕΕ και ΗΠΑ οι ελίτ υπέρ της παγκοσμιοποίησης. Μην ξεχνάμε ότι ο Ομπάμα, αποχωρώντας, απέρριψε τον Τραμπ και έχρισε την Μέρκελ ως ηγέτη του δυτικού κόσμου. Η διεθνής ελίτ της παγκοσμιοποίησης όρισε τη Γερμανία ως τον αντίπαλο των ΗΠΑ για την ηγεμονία του δυτικού κόσμου.
Ο διχασμός της Δύσης, ο ανελέητος εμφύλιος στις κορυφές της ελίτ, είναι το καθοριστικό γεγονός της εποχής. Πιο σημαντικό από τον κινεζικό ανταγωνισμό στο παρόν και στο άμεσο μέλλον. Διότι αν οι ΗΠΑ πάψουν να κυριαρχούν και να ελέγχουν την Ευρώπη, θα παρακμάσουν αναπότρεπτα σε χρόνο μηδέν. Ωστόσο οι ΗΠΑ έχουν πλεονέκτημα. Οι πρώην μεγάλες δυνάμεις (Αγγλία-Γαλλία) θα παραμείνουν πρώην μεγάλες δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, ένας γεωπολιτικός νάνος σε πλανητικό πεδίο, διανοητικά καθυστερημένος στο διεθνές παιχνίδι.
Ο Τραμπ διαπίστωσε: Πρώτον, ότι οι αντίπαλοι, Ρωσία, Κίνα, BRICS, κλπ συνασπίστηκαν, οι ΗΠΑ βούλιαζαν στα χρέη, το δολάριο κατέρρεε, η οργή των φτωχών, άνεργων, λευκών και έγχρωμων Αμερικανών έφτανε στα άκρα, οι σύμμαχοι στη Δύση πλούτιζαν και από υποτελείς μετατρέπονταν σε ανταγωνιστές. Και δεύτερον, διαπίστωσε ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών δεν ήταν πλέον η ατμομηχανή για την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας συνολικά, όπως ήταν μετά το κραχ του 1929. Το μοντέλο έπρεπε να αλλάξει. Στόχος ήταν εξουδετερωθεί η «ομάδα Κλίντον» και να εξαρθρωθεί η συνοχή του αντίπαλου εκεί που διατηρούσε ακμή και ισχύ: στην ΕΕ υπό την ηγεσία της Μέρκελ.
Ο ορισμός του ραντεβού με τον Πούτιν υποδηλώνει ότι ο Τραμπ επιβάλλεται σταδιακά στο εσωτερικό.
Από την άλλη, κανείς υποτίθεται δεν ξέρει, δεν λέει και δεν μπορεί να αποδείξει ότι η παρά λίγο κατάρρευση/αποπομπή της Μέρκελ δεν οφείλεται (και) σε αμερικανικό δάκτυλο. Οι ΗΠΑ έχουν πάντα στη Γερμανία στρατό (κατοχής, τυπικά) και ασφαλώς έχουν και πολλά πλοκάμια στις «ευαίσθητες περιοχές» της εξουσίας, στο γερμανικό κράτος και στο πολιτικό/κομματικό σύστημα. Πάντως, δημοσίως, ο Τραμπ επαινεί κάθε Ευρωπαίο ηγέτη (πχ στην Ουγγαρία και Ιταλία) αντίθετο στο Βερολίνο, ιδίως στο θέμα της μετανάστευσης. Το αποκορύφωμα είναι ότι διέρρευσε πως ο Τραμπ ζήτησε από τον Μακρόν να φύγει από το ΝΑΤΟ. Ο Τραμπ δεν υπολόγισε ότι λείπουν πολλοί πόντοι από το παιδί του Ρότσιλντ για να το παίξει Ντε Γκωλ.
Ο Τραμπ καλεί τους συμμάχους να αναλάβουν στο ΝΑΤΟ το κόστος που τους αναλογεί για την κοινή άμυνα. Πληρώνουν οι ΗΠΑ και οι Γερμανοί θησαυρίζουν. Η Μέρκελ απαντά απειλώντας ότι θα δημιουργήσουν ανεξάρτητη στρατιωτική ευρωπαϊκή δύναμη. Ονειρεύονται στο Βερολίνο τη ρεβάνς, την τρίτη απόπειρα κυριαρχίας της Γερμανίας στον κόσμο, υπό τη σκέπη της παγκοσμιοποίησης κατά την διαθήκη Ομπάμα. Αυτό είναι το υπόβαθρο και για την ανελέητη στάση της απέναντί μας. Δεν είναι (μόνο) εκδίκηση για το παρελθόν αλλά κυρίως είναι προληπτική πολιτική καθυπόταξης. Για την αδύναμη Ελλάδα ασφυκτική μέγγενη. Για την αποφασιστική Ιταλία κατανόηση.
Οι ΗΠΑ του Τραμπ λένε πολλά καλά λόγια για την Ελλάδα (ο πρεσβευτής Πάιατ) αλλά λείπουν πράξεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ευνουχίζει κάθε διάθεση αντίδρασης, αντιθέτως πλειοδοτεί, χωρίς κέρδος, σε πράξεις εχθρικές στη Ρωσία. Αν στη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν υπάρξει συνέχεια. Αν συζητήσουν για τα Βαλκάνια. Και αν βρουν κοινά σημεία, βλαπτικά για τις γερμανικές φιλοδοξίες. Αν προσεγγίσουν στα ευρωπαϊκά, σε αντίθετη τροχιά με τη γερμανική πολιτική. Αν συμπλησιάσουν στα περί την Τουρκία χωρίς να βλάπτουν την Ελλάδα. Αν κάτι από όλα αυτά δρομολογηθεί, τότε ίσως πάρουμε μικρή ανάσα. Αλλά αν δεν έχουμε το σθένος να μαζέψουμε ούτε τα ψίχουλα κάτω από το τραπέζι, οι πιθανότητές μας μηδενίζονται. Τέλος.
Απ. Αποστολόπουλος