Δεν υπάρχει κανένας λόγος να αλλάξει η πολιτική και η στάση του Ερντογάν απέναντι στην Ελλάδα, ούτε απέναντι στις ΗΠΑ, την ΕΕ και τη Ρωσία. Δεν θα υπάρξει, δηλαδή, ουσιαστική αλλαγή πολιτικής σε κανένα θέμα στρατηγικής ή άμεσου, τοπικού ενδιαφέροντος για την Τουρκία. Ο λόγος είναι απλός. Οι εκλογές δεν έγιναν με σύνθημα την αλλαγή πολιτικής – δεν είχε τεθεί τέτοιο ζήτημα. Οι εκλογές έθεταν, τρόπον τινά, ένα «προσωπικό» ζήτημα με ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο. Έθεταν το ζήτημα της προσωπικής εξουσίας του Ερντογάν. Αν θέλουν ή δεν θέλουν να συνεχίσει να τους κυβερνάει ο ηγέτης που γνωρίζουν, αλλά εντελώς απερίσπαστος από εσωτερικές πιέσεις. Η απάντηση είναι απερίφραστα καταφατική. Αυτό θέλουν.
Υπάρχει και ένα δεύτερο, υπονοούμενο, ερώτημα. Αν εγκρίνουν την πολιτική του αν όχι στο σύνολο αλλά σε ορισμένα (και ιδιαιτέρως κρίσιμα) ζητήματα, π.χ. κοσμικό ή θρησκευτικό/μουσουλμανικό κράτος.
Απάντηση έχει ήδη αποπειραθεί να δώσει το καθεστώς πολύ πριν από τις εκλογές. Π.χ. έχει σταματήσει από καιρό η ορμή «εξισλαμισμού» της καθημερινής ζωής των πολιτών. Όχι επειδή ο Ερντογάν έβαλε νερό στο «κρασί» της θρησκευτικής του πολιτικής. Αλλά επειδή δεν μπορεί να κάνεις πόλεμο (Συρία/Ιράκ), να προκαλείς την Υπερδύναμη, να κάνεις τέτοιο έντονο φλερτ με τη Ρωσία και ταυτόχρονα να ανοίγεις σκληρό εσωτερικό μέτωπο διχάζοντας τον κόσμο για τα… σορτσάκια των κοριτσιών. Αρκεί τα κορίτσια και τα αγόρια να συμπεριφέρονται πατριωτικά. Και έτσι κάνουν αφού π.χ. η αντιπολίτευση έχει υπερκεράσει τον σουλτάνο στις διεκδικήσεις ελληνικών νησιών.
Οι Τούρκοι λοιπόν θα συνεχίσουν, σε γενικές γραμμές, να ζουν όπως ζούσαν την παραμονή των εκλογών. Η κοσμική Τουρκία, αν και χωρίς χαρισματική ηγεσία, συγκέντρωσε πάνω από 40% (Ιντζέ+ Ντεμιρτάς). Η νίκη του Ερντογάν είναι καθαρή και απόλυτη, αριθμητικά και πολιτικά, αλλά είναι εύθραυστη. Επειδή βασίζεται σε μια πολιτικά ευνοϊκή συγκυρία και όχι σε παγιωμένη κατάσταση, ιδεολογικά και πολιτικά. Ο Ερντογάν είναι κυρίαρχος αλλά υπό τον όρο ότι θα διατηρεί ισορροπίες – ιδεολογικές/θρησκευτικές και κοινωνικές. Όλοι εκτιμούν ότι τον Ερντογάν στηρίζουν μαζικά οι μάζες και οι ανερχόμενοι αστοί της Ανατολής, συντηρητικοί μουσουλμάνοι. Τόσο συντηρητικοί όπως ήταν π.χ. οι Τούρκοι αστοί της Κωνσταντινούπολης πριν από τρεις-τέσσερις δεκαετίες. Αυτό το «κοσμοπολίτικο» κλίμα μπορεί ίσως να καταπιεστεί, αλλά όχι πλέον να εξαλειφθεί. Αντίθετα, είναι αναπόφευκτο πρότυπο για τους πλούσιους της Ανατολής.
Το εκλογικό ακροατήριο του Ερντογάν ωθείται το ίδιο και ωθεί και τον αρχηγό του στον «μοντερνισμό», όχι στο τζιχαντιστικό Ισλάμ.
Οι ανερχόμενοι αστοί, από τη Δύση ως την Ανατολή, είχαν πάντα και παντού ανάγκη από έναν ισχυρό ηγέτη για να νιώθουν ασφάλεια και να κάνουν τις δουλειές τους. Οι Γάλλοι αστοί χρειάστηκαν τουλάχιστον 400 χρόνια για να αποφασίσουν ότι δεν τους χρειάζεται πια ένας βασιλιάς. Οι εξελίξεις είναι πλέον πολύ ταχύτερες, αλλά στα πρώτα ασταθή βήματα είναι πάντα αναγκαίος ένας ηγέτης με πυγμή. Στην περίπτωση της Τουρκίας, ο Ερντογάν.
Το ισχυρό επιχείρημα του επιλεγόμενου «σουλτάνου» είναι ο πατριωτισμός του. Θέλει, και αγωνίζεται, λέει, για μια ισχυρή Τουρκία. Και ο κοσμάκης έχει μπροστά του μια εικόνα όπου ο ηγέτης του τα βάζει με τους Αμερικανούς, είναι σεβαστός από τους Ρώσους και δείχνει περιφρονητικός στους Ευρωπαίους. Τι άλλο θα έπρεπε να κάνει για να τον ψηφίσουν; Το αν αυτά καταλήξουν σε τραγωδία, δεν μπορεί να συνυπολογιστεί από τους Τούρκους ψηφοφόρους. Εδώ δεν συνυπολογίστηκε από τους Έλληνες ψηφοφόρους ότι ο Τσίπρας μόλις είχε αγνοήσει και ανατρέψει το δημοψήφισμα του 60+%, και τον ξαναψήφισαν. Όχι από κάποια μυστηριώδη τύφλωση ή ιδεολογική μαλάκυνση του εγκεφάλου (επιπόλαιες ερμηνευτικές αγκυλώσεις φανατικών), αλλά απλούστατα επειδή δεν υπήρχε ασφαλής εναλλακτική. Όλοι οι άλλοι, πάσης πολιτικής και ιδεολογικής απόχρωσης, ήταν δοκιμασμένοι και θλιβερά αποτυχημένοι. Όπως και στην Τουρκία οι αντίπαλοι του Ερντογάν.
Τι μένει; Η δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων, η ανησυχία των Αμερικανών, ο διαιωνιζόμενος φόβος των Ελλήνων, η δυσπιστία αν όχι η εχθρότητα των Αράβων, και φυσικά η ανοιχτή αγκαλιά των Ρώσων, Λένιν-Κεμάλ, Ερντογάν-Πούτιν, αρραβώνας αλλά όχι γάμος. Σε κάθε περίπτωση, θύμα οι Κούρδοι.
Η δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων είναι άνευ σημασίας. Μια αυτοκρατορική Τουρκία δεν χωράει, ούτε ενδιαφέρεται να ενταχθεί στην ΕΕ. Αν, αντίθετα, ηττηθεί και καταλήξει να τεμαχιστεί, κάθε πρόβλεψη είναι αδύνατη.
Η ανησυχία των ΗΠΑ είναι πραγματική και θα κάνουν ό,τι μπορούν για να μην τους ξεφύγει η Τουρκία, και κάθε θυσία (εννοείται των γειτόνων της Τουρκίας, δηλαδή της Ελλάδας) είναι πιθανή έως βέβαιη. Ας το κρατήσουμε. Παρά το ότι το τελευταίο που θα ήθελαν οι Αμερικανοί (και οι Ρώσοι) είναι να ενδυναμωθεί η Τουρκία. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν, αν και η Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη είχε προειδοποιήσει για αλλαγές συνόρων από τη δεκαετία του 1990.
Οι Άραβες δεν μπορούν μόνοι τους να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους. Το Ισραήλ δεν τους φτάνει. Χρειάζεται και το Ιράν. Άλυτο πρόβλημα, προσώρας. Λύση για όλα. Η προσέγγιση Τραμπ-Πούτιν. Αλλά αυτό είναι αλλαγή άρδην των πάντων. Και κυρίως εσωτερικά στις ΗΠΑ.
Πέρα από τα προηγούμενα. Πολλοί προβλέπουν επώδυνες συγκρούσεις στα Βαλκάνια, στο πλαίσιο ευρύτερων αλλαγών καθεστωτικών και συνόρων στην περιοχή. Η «απαίτηση» του Ερντογάν να αποκτήσει μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων μπορεί να ενταχθεί σ’ αυτό το πλαίσιο των επικείμενων αλλαγών. Θέλει να είναι έτοιμος. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην Αθήνα όπου η κυβέρνηση προετοιμάζει σύγκρουση με την Εκκλησία διχάζοντας τον κόσμο.
Απόστολος Αποστολόπουλος