Ο Μεγάλος Πέτρος τον 17-18ο αιώνα οραματίστηκε και έκανε συγκεκριμένα βήματα για να προσανατολίσει και να φέρει τη Ρωσία όσο το δυνατόν πιο κοντά στην Ευρώπη. Εξού και το κτίσιμο της Αγίας Πετρούπολης, στην οποία συγκέντρωσε μεγάλο μέρος της πνευματικής και καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, στο περίφημο μουσείο Ερμιτάζ.
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν, και ειδικά επί Αικατερίνης Β΄, η επέκταση της Ρωσίας συνεχίστηκε με την παραχώρηση από πλευράς Πολωνίας της δυτικής Ρωσίας, με την απόκτηση της Λευκορωσίας, του δεύτερου διαμερίσματος της Πολωνίας και επαρχιών της Λιθουανίας.
Όμως αυτός που έβαλε τη Ρωσία στην κυριολεξία στην καρδιά της Ευρώπης ήταν ο Στάλιν, όταν εκμεταλλευόμενος το δαιδαλώδες σύστημα λήψεως αποφάσεων της Δύσης, έδωσε εντολή στον σοβιετικό στρατό να προελάσει και να φθάσει μέχρι την κατάληψη της μισής Γερμανίας, αφού προηγουμένως είχε καταλάβει την Ανατολική Ευρώπη.
Την επομένη της υπογραφής της Συμφωνίας του Πότσδαμ η Δύση έθεσε σε εφαρμογή ένα στρατηγικό σχέδιο για την απώθηση της Ρωσίας από τα «κεκτημένα» ευρωπαϊκά εδάφη, με τελικό στόχο τον περιορισμό της στη Μόσχα, και ανατολικά προς τα Ουράλια.
Το σχέδιο αυτό το είδαμε να εφαρμόζεται το 1955 στην Ουγγαρία και το 1968 στην Πράγα, όπου τα σοβιετικά τανκς αναγκάστηκαν να επέμβουν για να καταπνίξουν λαϊκές εξεγέρσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτές δεν στηριζόταν σε αντικειμενική δυσαρέσκεια. Μα αυτήν εκμεταλλεύονται όσοι θέλουν να αναμειχθούν στα εσωτερικά μιας χώρας.
Η εφαρμογή του σχεδίου συνεχίστηκε στην Πολωνία, με τις διαδηλώσεις της Σολινταρνόσκ (Αλληλεγγύης) του Λεχ Βαλέσα και την εκλογή Πολωνού πάπα, που άνοιξε το δρόμο στην απομάκρυνση της Πολωνίας από τη Σοβιετική Ένωση.
Οι εξελίξεις επιταχύνθηκαν με την κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και της Σοβιετικής Ένωσης, με την επανένωση των δυο Γερμανιών και την ένταξη των χωρών της Α και ΝΑ Ευρώπης στο ΝΑΤΟ σε δύο κύματα, το 1999 και το 2004, και το σχέδιο τείνει να ολοκληρωθεί με τον έλεγχο της Ουκρανίας από τη Δύση, την αύξηση της επιρροής στις χώρες του GUUAM (Georgia, Ukraine, Uzbekistan, Azerbaijan, Moldova) και την ένταξη στο ΝΑΤΟ των χωρών των δυτικών Βαλκανίων.
Αυτός ο τελευταίος κύκλος άρχισε το 2009, με την ένταξη της Αλβανίας και της Κροατίας, συνεχίστηκε το 2017 με την ένταξη του Μαυροβουνίου και ολοκληρώνεται με την ένταξη του κράτους των Σκοπίων, που ήταν προγραμματισμένο να ενταχθεί μαζί με Αλβανία και Κροατία, πλην όμως δεν επιτεύχθηκε τότε η αναγκαία συμφωνία μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων στο ζήτημα του ονόματος.
Έτσι, ενώ οι εξελίξεις τρέχουν και η Δύση θέλει να περιορίσει τις δυνατότητες της Ρωσίας να ασκεί επιρροή στα Βαλκάνια, για να είναι πλέον απερίσπαστη στο μεγάλο σχέδιο, που είναι η γεωπολιτική περικύκλωση της Ρωσίας και η εξουδετέρωση της σιιτικής-ιρανικής απειλής στη Μέση Ανατολή, φθάσαμε στη φάση της υλοποίηση της απόφασης της Ουάσινγκτον και των Βρυξελών να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ τα Σκόπια και η Αλβανία.
Οι δύο «τρύπες» που μένουν, Βοσνία και Κοσσυφοπέδιο, ελέγχονται ασφυκτικά η πρώτη μέσω της δαιδαλώδους Συμφωνίας του Ντέιτον και το δεύτερο μέσω της αμερικανικής στρατιωτικής βάσης του Μπόντστιλ, από τις μεγαλύτερες στον κόσμο.
Έτσι, αν τελικά ενταχθούν τα Σκόπια σε ΝΑΤΟ και ΕΕ και η Αλβανία στην ΕΕ, η Σερβία θα είναι ο μόνος στενός φίλος της Μόσχας στη ΝΑ Ευρώπη, χωρίς πρόσβαση στη θάλασσα και χωρίς αεροπορική πρόσβαση.
Αυτό είναι το ιστορικό και γεωπολιτικό πλαίσιο και αυτό μάλλον εξηγήθηκε με πιο… απλά λόγια στους Τσίπρα, Κοτζιά, κατά το πρόσφατο ταξίδι τους στην Ουάσινγκτον, μαζί με την ανάγκη να κλείσουν όλα αυτά τα «μέτωπα».
Φυσικά, ανάλογες νουθεσίες υποθέτουμε ότι έγιναν και στον Ζάεφ, και ω του θαύματος, είδαμε τους δυο πρωθυπουργούς, Τσίπρα και Ζάεφ, να κάνουν ένα λογοπαίγνιο σαν να υπήρχε ένας τρίτος συντονιστής.
Ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε τον Δεκέμβρη στο Βελιγράδι ότι μπορεί να βρεθεί λύση με τα Σκόπια «Αν σταματήσει μία –κατά την άποψή μου αχρείαστη– ρητορική ότι αποτελούν τους μοναδικούς απογόνους των Μακεδόνων και του Μεγάλου Αλεξάνδρου…», για να ακολουθήσει η δήλωση Ζάεφ μετά από λίγες μέρες, ότι «Δεν είμαστε μοναδικοί κληρονόμοι του Μ. Αλεξάνδρου».
Και ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, μια ομάδα φίλων και συνεργατών του Νίκου Κοτζιά, γνώριμων από τα παλιά, όταν όλοι τους συναγελάζονταν στην «αυλή» του αλήστου μνήμης ΓΑΠ, συνέγραφε τη συμφωνία που θα υπογράψει ο Τσίπρας με τον Ζάεφ στις Πρέσπες, μια συμφωνία διάτρητη και κατάπτυστη, που ασχέτως αν περάσει ή όχι από τις δυο πλευρές, με την υπογραφή της θα αρχίσει να παράγει νομικές υποχρεώσεις και να ανοίγει διάπλατα την πόρτα στα Σκόπια για την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Το ΝΑΤΟ δεν ενδιαφέρεται για το αν θα συνεχίσουν να υφίστανται οι διαφορές μεταξύ των δύο χωρών, όπως αποδείχτηκε από την εξαιρετικά προβληματική πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Είναι λεπτομέρειες αυτά, τους ενδιαφέρει το στρατηγικό του πράγματος.
Το θέμα όμως είναι ότι με την αναγνώριση γλώσσας, εθνότητας και κράτους με το όνομα Μακεδονία, αποδυναμώνουμε την εθνική μας άμυνα στη Θράκη και υποθηκεύουμε το μέλλον και την ίδια την ακεραιότητα της Ελλάδας.
Οι αποδείξεις στο άρθρο της Κυριακής.