Ο άνεμος ελευθερίας έπνεε στην Αθήνα, στις πέριξ περιοχές και την Πελοπόννησο, τρία χρόνια μετά την κήρυξη της Επανάστασης του 1821. Ο κοσμάκης πλήρης χαράς απολάμβανε το μεγάλο αυτό αγαθό, μετά από αιώνες σκλαβιάς, αλλά κάποιοι άλλοι άρχισαν να το εκμεταλλεύονται προς όφελός τους και σε βάρος των άλλων.
Αυτοί ήταν οι κατά τόπους ληστές, που συν τω χρόνω πλήθυναν και εξελίχθηκαν στη μεγαλύτερη μάστιγα της ελεύθερης Ελλάδας, γιατί στην πορεία οργανώθηκαν σε ληστοσυμμορίες και προέβαιναν σε απαγωγές πλουσίων, μελών των οικογενειών τους, ακόμα και πολιτικών!
Ελευθέρωναν τα θύματα τους όταν εισέπρατταν τα λύτρα, που σε πολλές περιπτώσεις τα ποσά ήταν υπέρογκα. Ας δούμε όμως τα δύο πρώτα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο μικρό ελεύθερο ελληνικό κράτος και μάλιστα εντός των ορίων της Αττικής.
Το καλοκαίρι του 1824, δύο γεγονότα συγκλόνισαν τους 9.040 κατοίκους της Αθήνας (την απογραφή έκανε τότε η Αστυνομία), που ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Ήταν δύο φόνοι σε αντίστοιχες ληστείες που διαπράχθηκαν, η πρώτη στη Χασιά με θύμα έναν καλόγερο και η δεύτερη στα Μεσόγεια με θύμα έναν Αθηναίο εμποράκο.
Ο καλόγηρος πατήρ Διονύσιος, με φορτωμένο ένα μουλάρι με τρόφιμα, μεταξύ Μενιδίου και Χασιάς και προορισμό την μικρή Μονή του Αγίου Ιωάννου, ακολουθούσε το δρόμο που οδηγούσε στη Θήβα. Εκεί τον βρήκαν οι ληστές, του έκλεισαν το δρόμο, τον ανάγκασαν να κατέβει από το μουλάρι, τον σκότωσαν, πέταξαν τη σωρό του μέσα σ’ ένα ξεροπήγαδο, πήραν τα τρόφιμα που προορίζονταν για τη Μονή κι έφυγαν.
Ομάδα ληστών που δρούσε τα μετέπειτα χρόνια
Ο ηγούμενος της Μονής, μόλις είδε να αργεί πολύ ο πατήρ Διονύσιος, είπε σε δύο άλλους μοναχούς να ψάξουν να δουν μήπως του συνέβη κάποιο ατύχημα. Οι δύο μοναχοί πήραν το δρόμο της επιστροφής που θα ακολουθούσε ο πατήρ Διονύσιος και ξαφνικά βρέθηκαν μπροστά σ’ ένα σοκαριστικό θέαμα! Το μουλάρι νεκρό και σε κοντινό ξεροπήγαδο πεταμένη η σωρός του καλόγηρου.
Το έγκλημα στα Μεσόγεια
Τα Μεσόγεια της εποχής εκείνης ήταν ο… σιτοβολώνας της Αττικής. Οι κάτοικοι της περιοχής ασχολούντο με την κτηνοτροφία (αμνοερίφια και αγελάδες) και κυρίως με τη γεωργία. Παρήγαν προϊόντα όπως στάρι, καλαμπόκια, φασόλια, ρεβίθια κ.ά., όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλά και προς πώληση στους Αθηναίους που τους επισκέπτονταν τακτικά και άφηναν τα γρόσια τους στους παραγωγούς.
Ένας Αθηναίος μικρέμπορος που πήγαινε συχνά στα Μεσόγεια ήταν ο Παρασκευάς Διομήδης. Ο ίδιος επέβαινε στο άλογο –και τα δύο μουλάρια που έσερνε από πίσω του ήταν φορτωμένα με τα προϊόντα που είχε αγοράσει– και ακολουθούσε το δρόμο της επιστροφής στην Αθήνα. Ξαφνικά εμφανίζονται μπροστά του δύο ένοπλοι ληστές, ο ένας τον πυροβολεί και τον σκοτώνει, ο δεύτερος απομονώνει τα δύο φορτωμένα μουλάρια, τα σέρνουν μαζί τους κι εξαφανίζονται!
Οι συγγενείς του νεκρού, όταν είδαν το άλογο να επιστρέφει χωρίς τον καβαλάρη στο σπίτι, έσπευσαν μαζί με άλλους να τον βρουν. Τον βρήκαν νεκρό την επομένη κάτοικοι της περιοχής και τους υπέδειξαν πού βρισκόταν η σωρός του.
Αγροτική παραγωγή στην περίοδο της Τουρκοκρατίας στα Μεσόγεια
Τα δύο εγκλήματα έγιναν γνωστά σ’ όλη την Αττική και φυσικά στην Κόρινθο όπου ήταν η έδρα της κυβέρνησης τότε. Αμέσως έλαβε γνώση ο μινίστρος (υπουργός) της Αστυνομίας Λάμπρος Νάκος, ο οποίος ενημέρωσε τον πρόεδρο του συμβουλίου των μινίστρων Θ. Νέγρη. Με τα δύο αυτά εγκλήματα ασχολήθηκε και ο Τύπος και συγκεκριμένα η Εφημερίς των Αθηνών, που μόλις άρχισε να κάνει την εμφάνισή της στην Αθήνα.
«Με μεγάλην μας εντροπήν και λύπην, είμεθα αναγκασμένοι να κοινοποιήσωμεν ένα πράγμα, οπού ποτέ άλλην φοράν δεν ακούσθη εις τον τόπον μας, μήτε εις τον καιρόν της τυραννίας. Δύο άνθρωποι ευρέθησαν σκοτωμένοι –ο ένας εις τον κοινόν δρόμον των Θηβών και ο άλλος κατά το μέρος των Μεσογείων… Το κακόν πριν αυξήση είναι ανάγκη να δώση μεγάλην προσοχήν εις τούτο το τοπικόν κυβέρνημα…».
Η ίδια εφημερίδα υποδείκνυε: «Η τοπική Αστυνομία να διορίση είκοσι, τριάντα παληκάρια να περιέρχωνται ταις δημοσιαίς, να προσέχουν δια την ασφάλειαν των διαβάτων και εις τον ίδιον καιρόν να παρατηρούν τι είδους άνθρωποι περνοδιαβαίνουν, οπού αν ακολουθήση τίποτε κακόν, ημπορεί να έγινε, δια να προσέχουν εις το εξής καλλήτερα ίσως δυνηθούν να πιάσουν κανέναν επάνω εις το κακόν, ό μη γένοιτο –και έτζι ευρίσκονται οι κακοί».
Κείμενο, φωτογραφίες: Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης.