Πριν από κάποιες δεκαετίες ο βραβευμένος συγγραφέας, φιλόλογος και ερευνητής Θωμάς Κοροβίνης συνάντησε στο προξενείο της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη την Ευθαλία. Την πλάτη της βάραιναν αρκετά χρόνια –είχε πατημένα τα 80–, και είχε πάει να πάρει το επίδομα που δικαιούνταν από το ελληνικό κράτος.
Την κέρασε τσιγάρο· «αχ, τσιγάρο ελληνικό» του είπε, και ξεκίνησε να του μιλά για μια Ελλάδα σαν από την Ιθάκη του Καβάφη.
Μέσα σε λίγη ώρα ο Θωμάς Κοροβίνης είχε βγάλει από την τσάντα του το δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι που πάντα έχει μαζί του και κατέγραφε τη χειμαρρώδη αφήγηση της Πόντιας από την Κερασούντα, που μικρό παιδί ξεριζώθηκε και βρήκε καταφύγιο στην Κωνσταντινούπολη και στέγη στους οίκους ανοχής του Γαλατά. Με ένα τσιγάρο αφηγήθηκε τη ζωή της σε κύκλους, άλλους ν’ ανοίγει, άλλος να κλείνει, και η ίδια επίμονη να ζει την κάθε ημέρα με μια φρέσκια ματιά, ν’ αφήνεται να την παρασύρει το ποτάμι της ζωής. Πάνω στο κορμί της είναι κεντημένα ο Πόντος, η Πόλη, η Σμύρνη.
Το χνάρι της Ευθαλίας στον κόσμο, το οποίο έσβησε στις αρχές της νέας χιλιετίας, ο Θωμάς Κοροβίνης το έκανε βιβλίο. Η εξαντλημένη πια νουβέλα Φαχισέ Τσίκα (φαχισέ σημαίνει πόρνη και τσίκα σημαίνει κοπέλα, παρατσούκλι που έδωσε στην Ευθαλία ο Σπανιόλος αγαπημένος της), κυκλοφόρησε το 1998 και επίκειται επανέκδοσή της. Ένα από τα δεκάδες αναγνωστικά χέρια από τα οποία πέρασε ήταν και αυτά της Νικολέττας Βλαβιανού, η οποία αποφάσισε να βάλει σε «τάξη» τον χειμαρρώδη λόγο που καταγράφηκε στο κασετοφωνάκι και να μεταφέρει τη ζωή αυτής της γυναίκας στο θεατρικό σανίδι. «Όταν διάβαζα σκεφτόμουν ότι έπαιζα, τόσο ζωντανός είναι ο λόγος, και ορεγόμουν, όπως όταν βλέπει κανείς ένα ωραίο φαγητό, να πέσει στα χέρια μου και να μπορέσω να το δουλέψω», αναφέρει η ηθοποιός στο pontos-news.gr.
(Φωτ.: Χριστίνα Κωνσταντάκη)
Η Ευθαλία του Γαλατά, όπως είναι ο τίτλος της παράστασης, πρωτοπαρουσιάστηκε πριν από τρία χρόνια και φέτος επιστρέφει στο θέατρο Γκλόρια Μικρό για λίγες παραστάσεις, προτού φτιάξει βαλίτσες για μια μίνι περιοδεία – μεγάλος σταθμός η Θεσσαλονίκη, όπου 5-10 Ιουνίου η παράσταση θα παρουσιαστεί στη Μονή Λαζαριστών. Και από Σεπτέμβρη αναμένεται μία ακόμα επιστροφή.
Συναντήσαμε την ταλαντούχα ηθοποιό στο θέατρο, σχεδόν μέσα στον… οντά της Ρωμιάς ο οποίος φτιάχτηκε με προσωπικά αντικείμενα των συντελεστών. Κάποια είναι και οικογενειακά κειμήλια. «Είμαι Σμυρνιά από τη γιαγιά μου», τονίζει η Νικολέττα Βλαβιανού μ’ ένα χαμόγελο, δείχνοντας το τσαγερό από τον Πόντο, τις κανάτες, τις καρτ ποστάλ, τις φωτογραφίες, και ένα-ένα τα αντικείμενα που έγιναν σκηνικό για να ξεδιπλωθεί μια ζωή που κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν.
Νικολέττα Βλαβιανού: Πολλοί θεωρούν ότι οι Έλληνες είμαστε στο απυρόβλητο. Αλλά δεν είναι έτσι, έχουμε υποστεί πολλούς διωγμούς.
«Εγώ είμαι αυτής της γενιάς, που διαβάζει πολύ. Το Φαχισέ Τσίκα ήταν το πρώτο βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη που διάβασα, κι από εκεί κόλλησα διότι είναι ένας συγγραφέας που μιλάει απλά, καθημερινά, αλλά πάρα πολύ ουσιαστικά. Πράγματα που θεωρείς ασήμαντα τα φωτίζει και τα κάνει πρωταγωνιστικά», σημειώνει η ηθοποιός. Ακόμα και σήμερα πολλοί από τους θεατές της παράστασης δεν έχουν ακούσει για τη Γενοκτονία των Ποντίων ή για τα Σεπτεμβριανά του 1955 στην Κωνσταντινούπολη. «Η μόνη “ναυαρχίδα” είναι η Σμύρνη, που όλο και κάποιος κάτι θα έχει ακούσει, έστω και αν δεν κατάγεται από τις χαμένες πατρίδες. Όλα τ’ άλλα δεν υπάρχουν, είναι τρομερό αυτό. Και είναι ευκαιρία για τα νέα παιδιά που έρχονται να δουν την παράσταση, να αρχίσουν να διαβάζουν κάποια πράγματα», σημειώνει.
(Φωτ.: Γεωργία Βορύλλα)
Σε αυτή την παραγωγή-μπιζουδάκι, όπως την αποκαλεί η Νικολέττα Βλαβιανού, ο θεατής βλέπει τους κύκλους της ζωής της Ευθαλίας του Γαλατά υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση της Ρέινας Εσκενάζυ· μια γυναίκα που περνάει από όλες τις ηλικίες, που ζει το γέλιο μέσα από την πίκρα και αντιστρόφως. Η ηθοποιός, που έκανε και τη θεατρική διασκευή, εξηγεί: «Βάζοντας σε μια τάξη το λόγο της Ευθαλίας κατάλαβα ότι ζει μια ζωή σε κύκλους που έχουν αρχή, μέση, τέλος. Η ευτυχισμένη παιδική ηλικία στην Κερασούντα έχει ένα τέλος ως ορφανό στην Πόλη, στα επτά της χρόνια και αφού είχε δει κρεμασμένο κόσμο βγαίνοντας από το σχολείο της. Μετά ξεκινά μια άλλη ζωή με τη θεία της στην Πόλη, τελειώνει με έναν μεγάλο έρωτα. Όλο κύκλοι, κύκλοι. Έχει μια δύναμη φοβερή αυτή η γυναίκα και δείχνει ακριβώς πώς οι άνθρωποι αυτοί δεν το έβαζαν ποτέ κάτω, αν και πάνω στο πετσί τους περνούσαν μεγάλα γεγονότα. Πάντα με το χαμόγελο. Πέφτουν και σηκώνονται και ξεκινούν από την αρχή χωρίς να βαρυγκομούν».
(Φωτ.: Χριστίνα Κωνσταντάκη)
Η ιδιότητα «πρόσφυγας» που είχε η Ευθαλία ήταν η πιο σημαντική απ’ όλες, ένας καθοριστικός παράγοντας που της έκλεισε προοπτικές στη ζωή και παράλληλα της άνοιξε κάποιες άλλες. «Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι καλές ή κακές, δεν τις κρίνω», σημειώνει η Νικολέττα Βλαβιανού. Όταν φτάνει στην Κωνσταντινούπολη είναι με όλη την αγνότητα και την αθωότητα του παιδιού και αντιμετωπίζει την κάθε μέρα σαν μια καινούργια μέρα. Αυτός είναι ο μηχανισμός άμυνάς της. «Αναγκαστικώς» είναι η λέξη που χρησιμοποίησε αρκετές φορές η Ευθαλία μιλώντας στον Θωμά Κοροβίνη. «Ορφάνια; Μεγάλη. Όλο παρακαλούσα το Θεό να με σώσει. Με έσωσε», είναι μια από τις χαρακτηριστικές ατάκες του έργου, ενώ όταν θέλει να φύγει από τη θεία που την φιλοξενούσε, είπε: «Το έβαλα εγώ πείσμα, ποντιακό πείσμα».
Νικολέττα Βλαβιανού: Η Ευθαλία ήταν ένας καλός άνθρωπος. Αυτό που την ταλαιπωρούσε πάντα ήταν η ορφάνια.
Τσίκα, λοιπόν, η Ευθαλία από τον Σπανιόλο της, στον έρωτα του οποίου έψαχνε να βρει την οικογένεια που έχασε, τη μάνα που πέθανε από περιτονίτιδα, τον πατέρα που πήραν στα τάγματα εργασίας, την αδερφή που έσφαξαν. Ο μονόλογός της δεν είναι μόνο δραματικός, γιατί κι εκείνη ήταν ένας εύθυμος άνθρωπος που μπορούσε να δει την ωραία πλευρά της ζωής, την εύθυμη πλευρά των γεγονότων. «Δεν την παίρνει από κάτω η μπάλα –αν και θα μπορούσε–, γι’ αυτό κι έγινε ήρωας βιβλίου, διότι κάνει αυτό που δεν το κάνουν οι περισσότεροι, διότι δεν είναι εύκολο. Δεν είναι ότι πήγε σε ψυχολόγο, το κάνει μέσα από μια αθωότητα που κουβαλάει, ενστικτωδώς. Η επιβίωσή της είναι “α, μια σανίδα, πιάστηκα”, “α, ένα βραχάκι, πήγα”», εξηγεί η Νικολέττα Βλαβιανού.
(Φωτ.: Χριστίνα Κωνσταντάκη)
«Δεν θέλω να θυμάμαι. Φύγανε, θα φύγουνε; Δεν θυμάμαι, δεν θέλω να θυμάμαι. Τους είδα να βάζουν φωτιά, να καίνε το σώμα της μάνας τους, της ωραιότερης μάνας του κόσμου. Και από κει και πέρα φύγανε. Δεν έβρισκες άνθρωπο να μιλήσεις ελληνικά. Και η ζωή μου χειροτέρεψε». Τα λόγια ανήκουν στην ίδια την Ευθαλία και περιγράφουν τα Σεπτεμβριανά, την τουρκική εκδοχή της Νύχτας των Κρυστάλλων, το πογκρόμ δηλαδή κατά των μειονοτήτων, και δη των Ελλήνων. Αν και τα έργο είναι μονόλογος, οι χαρακτήρες που βγαίνουν μέσα από το θεατρικό κείμενο είναι τόσο καθαροί που η Ευθαλία συνομιλεί μαζί τους και το κοινό τους βλέπει. «Είναι εικόνες συνεχόμενες», σημειώνει η Νικολέττα Βλαβιανού.
Τη ρωτάμε τι της έχει δώσει υποκριτικά η ηρωίδα του Θωμά Κοροβίνη. Χωρίς δεύτερη σκέψη απαντά ότι της έχει ανοίξει δρόμους ελευθερίας, και ότι όταν πάει στην Κωνσταντινούπολη για την παράσταση θα ανάψει ένα κερί στον τάφο της.
«Την έχω αγαπήσει πάρα πολύ διότι έχω βάλει πολλά κομμάτια της φαντασίας μου για το πώς θα είναι αυτός ο ρόλος. Μου δημιουργεί μια ελευθερία, ένα άνοιγμα στο πώς να αφηγηθώ τα γεγονότα της ζωής της», υπογραμμίζει. Ζητάμε και την πιο χαρακτηριστική ατάκα της παράστασης: «Το έργο είναι γεμάτο χαρακτηριστικές ατάκες, ανάλογα με τους κύκλους της. Αυτό, όμως, που λέει πάντα έχει σχέση με την τύχη της και το αναφέρει συνέχεια. Το “αναγκαστικώς” και την “τύχη”. Αλλά στο τέλος λέει: Ήρθαμε, θα φύγουμε. Παλούκι δεν θα δέσουμε εδώ. Θα πάμε με το ετζέι μας, με τη μοίρα μας, όταν έρθει η ώρα».
Αν κάτι «ζητά» από το κοινό η Νικολέττα Βλαβιανού αυτό είναι να νιώσει τρυφερότητα γι’ αυτή τη γυναίκα, να καταλάβει τι σημαίνει Έλληνας, τι διωγμούς έχει υποστεί, τι σημαίνει στο πετσί του ανθρώπου ορφάνια, τι σημαίνει «αναγκαστικώς μετανάστης». Και συμπληρώνει για την παράσταση: «Θα ήθελα πραγματικά να γίνει ένα εφαλτήριο ώστε κάποιοι ν’ ανοίξουν δυο βιβλία, να μάθουν πέντε πράγματα από τη μεριά των απλών ανθρώπων. Γιατί αυτό έχει σημασία, η καρδιά και η ψυχή των ανθρώπων. Θέλω όταν φεύγουν από εδώ να έχουν γελάσει και να έχουν κλάψει. Γιατί για εμένα αυτό είναι το θέατρο, αυτό μου αρέσει στο θέατρο, να πάλλεται το μέσα μου. Ο θεατής θέλω να πάλλεται, ν’ ακολουθεί».
(Φωτ.: Χριστίνα Κωνσταντάκη)
Ο μονόλογος ξεκινά με την Ευθαλία να μιλά με πάθος για την Ελλάδα· σε όλη της τη ζωή μπόρεσε να πάει μόνο στη Θεσσαλονίκη, κι αυτό για λίγο. Όμως η σημασία τού να είσαι Έλληνας είχε διαποτίσει την ύπαρξή της. Τι είναι για την Νικολέττα Βλαβιανού Έλληνας; «Είναι ο κάτοικος της Δύσης και της Ανατολής. Τις ζει στο πετσί του. Αυτό το έμαθα κι εγώ από μικρή στο σχολείο, το πρώτο που μου έμαθαν ήταν για τη γεωφυσική θέση της Ελλάδας. Την Ανατολή δεν μπορούμε να τη βγάλουμε από μέσα μας. Είμαστε ένας λαός ο οποίος λόγω της θάλασσας ταξιδεύει, ανοίγει τα φτερά του, κάνει κι άλλες πατρίδες. Και όταν μας διώχνουν, τις άλλες πατρίδες τις φέρνουμε μαζί μας. Στην ψυχή Ανατολίτης, στο μυαλό Δυτικός, αυτό πρέπει να πετύχει. Η Ευθαλία έζησε διότι ήταν ουσιαστικά Ελληνίδα, είχε το ίδιον του Έλληνα: την προσαρμοστικότητα. Προσαρμοζόταν σαν τον χαμαιλέοντα και επιβίωνε έτσι».
- Η Ευθαλία του Γαλατά παίζεται κάθε Τετάρτη στις 20:00 και κάθε Πέμπτη στις 21:00 στο θέατρο Γκλόρια Μικρό. Μετά τις παραστάσεις του Μαΐου το έργο θα φιλοξενηθεί σε διάφορα θέατρα και εκτός Αθηνών. Συμμετέχουν η Ελένη Καρβέλη και η Ελεάννα Φιλοκαλιώτη. Σκηνοθεσία Ρέινα Εσκενάζυ, βοηθός σκηνοθέτη η Ανδρομάχη Παπαδοπούλου.