Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια επιστολή που στάλθηκε από την δημοσιογράφο Λιάνα Μυστακίδου στον Πάρη Καρβουνόπουλο και στον ιστότοπο militaire.gr, όπου δημοσιεύονται συχνά κείμενά της για την Τουρκία, με αφορμή το Πασχαλινό μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Δημοσιοποιήθηκε από το militaire.gr (με την άδεια της Λ. Μυστακίδου) και αποτελεί μια «απάντηση» σε όσους κατηγορούν τον Πατριάρχη για «αφωνία» σχετικά με την περιπέτεια των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, που βρίσκονται έγκλειστοι στις φυλακές της Αδριανούπολης.
Λιάνα Μυστακίδου, militaire.gr
Φίλε Πάρη, παίρνω αφορμή και σου γράφω σχετικά με το σημερινό σου άρθρο αναφορικά με τον Οικουμενικό Πατριάρχη και το Πασχαλινό του μήνυμα. Απευθύνομαι σε εσένα πρώτα με την ιδιότητα της φίλης δεδομένου ότι με τιμάς χρόνια με τη φιλία σου, με την ιδιότητα της συνεργάτιδας της ιστοσελίδας σου και κυρίως με την ιδιότητα της φανατικής αναγνώστριας των άρθρων σου εδώ και πολλά χρόνια.
Γνωρίζοντάς σε πιστεύω πως θα καταλάβεις το πνεύμα της επιστολής μου αυτής, η οποία μόνο σκοπό έχει να παρουσιάσει και μια άλλη πτυχή των γεγονότων, φωτίζοντας έτσι σφαιρικά κάποια πράγματα και καθιστώντας εν τέλει πιο αντικειμενικό το έργο της δημοσιογραφίας που υπηρετούμε πιστά και μεθοδικά αμφότεροι τόσα χρόνια.
Επουδενί δεν έχω σκοπό να υπερασπιστώ ή να μεμφθώ κανέναν με την επιστολή μου αυτή, πολύ δε περισσότερο ούτε και να εξυπηρετήσω κανένα συμφέρον (όπως γνωρίζεις πολύ καλά). Το κάνω από δημοσιογραφική ευσυνειδησία, προσωπική βιωματική παρακίνηση και ένα συναίσθημα πόνου και οργής.
Οργής η οποία ξύπνησε διαβάζοντας τα σχόλια που ακολουθούν το συγκεκριμένο άρθρο και στα οποία χαρακτηρίζεται ο Οικουμενικός Πατριάρχης ως «τουρκόσπορος».
Ρετσινιά η οποία πονάει κάθε Έλληνα της Κωνσταντινούπολης, Έλληνα «γκιαούρη» για τους Τούρκους, «τουρκόσπορου» για τους «γηγενείς», πιο Έλληνα από τους Έλληνες για εμένα…
Είμαι παραπάνω από σίγουρη ότι διαφωνείς με τα σχόλια αυτά περί «τουρκόσπορου» και σε καμία περίπτωση δεν τα υιοθετείς, επομένως θέλω να εκφράσω στο φίλο μου και ομοϊδεάτη Πάρη και μια άλλη όψη (πιθανόν) των γεγονότων. Ως μαθήτρια μειονοτικού σχολείου στην Κωνσταντινούπολη, με την υποχρεωτική διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας, την υποχρεωτική διδασκαλία στρατιωτικών από ένστολο «διδάσκοντα» στις τρεις τάξεις του Λυκείου και με την «κατάρα» να αναγκάζεσαι να εορτάζεις τις εθνικές εορτές της Τουρκίας, έχω βρεθεί κι εγώ στη δύσκολη θέση να απαγγείλω το ποίημα «εθνικής υπερηφάνειας» στο οποίο εξιστορείται το πώς «ρίξαμε τον εχθρό στη θάλασσα».
Τον «εχθρό» που μπορεί για εμένα εκείνη την ώρα να είναι ο παππούς μου, κάποιος θείος ή γενικά συγγενής.
Αντιλαμβάνεσαι πόσο δύσκολο έργο ήταν αυτό, πόσο περίσσευμα ψυχής χρειαζόταν ώστε την ώρα που μέσα μου η ψυχή μου μάτωνε από αυτό που αναγκαζόμουν να πω, εγώ να καλούμαι να αντέξω και να συνεχίσω. Να συνεχίσω όχι γιατί ήμουν βολεμένη ή ευνοημένη αλλά γιατί θεωρούσα (όλοι οι Έλληνες της Πόλης θεωρούσαμε και θεωρούμε) ότι εκείνη την ώρα εγώ φυλάω τις Θερμοπύλες μιας μακραίωνης παράδοσης την οποία έπρεπε να υπερασπιστώ.
Έστω και κάνοντας πέτρα την καρδιά, περιμένοντας να γυρίσω το βράδυ στο σπίτι και να φιλήσω την ελληνική σημαία που είχα ραμμένη μέσα στη μαξιλαροθήκη μου. Γιατί εμείς εκεί έτσι μάθαμε, να παλεύουμε και να μην υποστέλλουμε τη σημαία. Κάνοντας το δάκρυ γέλιο και σφίγγοντας τα δόντια, με την ιδέα της Μητέρας Ελλάδας υπομέναμε καρτερικά.
Ήμασταν λοιπόν «τουρκόσποροι»; Κάθε άλλο… Μάλλον είμαστε τόσο πολύ Έλληνες που κάποιους τους χαλάει, κατά το κοινώς λεγόμενο.
Ως Έλληνας Κωνσταντινουπόλεως, λοιπόν, ο εκάστοτε Οικουμενικός Πατριάρχης προσπαθεί να διαφυλάξει το εκεί ποίμνιό του που διαβιεί υπό τις «φιλελεύθερες» συνθήκες που προανέφερα και να διατηρήσει το θεσμό του Οικουμενικού Θρόνου στην περιοχή.
Οι ενέργειές του, πολύ περισσότερο σήμερα με την γνωστή κατάσταση της χώρας μας, την ουσιαστική αδυναμία στήριξής από την ελληνική κυβέρνηση του θεσμού του Οικουμενικου Πατριαρχείου σε συνδυασμό με τις πομπώδεις «φιλίες» των μέχρι πρότινος ομοθρήσκων «αδερφών» Ρώσων, έχουν φέρει το θεσμό του οικουμενικού Πατριάρχη σε τέτοια θέση να παλεύει μόνος έναντι όλων.
Κάθε δήλωσή του πρέπει να μεταφέρει τα μηνύματα προς κάθε αποδέκτη: προς το ποίμνιο την καθοδήγηση και τη στήριξη, προς τους πολέμιους τη δυναμική και την ισχύ, προς τους ομόθρησκους τη θέση της Μητρός Εκκλησίας της Πόλης. Μια άτυπη γλώσσα διπλωματίας με πολλαπλά μηνύματα όσοι και οι αποδέκτες αυτών. Μια γλώσσα σε πολλά κοινή με αυτή των θρησκευτικών παραβολών. Μια γλώσσα η οποία έχει πολλαπλή ανάγνωση.
Το να βγει κανένας και να μιλήσει ανοιχτά υπέρ των δύο αδίκως φυλακισμένων παιδιών, είναι πέρα για πέρα φυσιολογικό και θεμιτό.
Μιλώ κυρίως σαν μητέρα και προτάσσω τη φωνή μου με αυτή όσων διαμαρτύρονται για αυτή την κατάφωρη καταπάτηση των δικαιωμάτων και του δικαίου αναφορικά με αυτά τα δύο Ελληνόπουλα. Συλλογίζομαι όμως πως κάτι τέτοιο από το στόμα του Πατριάρχη, όχι όποιου κι όποιου Πατριάρχη αλλά του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, μόνο ζημιά θα μπορούσε να κάνει. Μην ξεχνάμε πως βρίσκεται «στο στόμα του λύκου».
Δεδομένα συμπάσχει και προσεύχεται για τα Ελληνόπουλα, με μια προσευχή σιωπηρή. Απευθυνόμενος στο Θεό ως μόνη πιθανότητα για σωτηρία και όχι στα μέσα για το φαίνεσθαι. Διαβάζω και ξαναδιαβάζω το μήνυμά του το οποίο είναι γεμάτο μηνύματα σχετικά, και επιβεβαιώνω τις προηγούμενες σκέψεις μου. «Το ουσιώδες νόημα του Σταυρού είναι ότι αποτελεί οδό προς την Ανάσταση», «Η ζωή των ορθοδόξων πιστών, εις όλας τας εκφάνσεις και τας διαστάσεις αυτής, διαποτίζεται και τρέφεται από την πίστιν εις την Ανάστασιν, αποτελεί καθημερινό Πάσχα», «Δεν είναι δυνατόν να θριαμβεύσουν οι σταυρωταί επί των τραγικών θυμάτων τους».
Ο Σταυρός που κουβαλάνε αυτά τα δύο παλικάρια, αυτοί οι Έλληνες ήρωες δεν είναι το τέλος, είναι η πορεία προς την Ανάσταση. Δε θα νικήσουν οι παρανόμως κρατούντες αλλά οι εσταυρωμένοι. Μια δεύτερη ανάγνωση των γραμμένων αλλάζει το νόημα και διορθώνει τις όποιες παρανοήσεις. Είναι δύσκολη η διατήρηση ισορροπιών, υπό ανισόρροπες συνθήκες, και το Πατριαρχείο αυτό προσπαθεί.
Θεωρώ ότι είναι εν μέρει άδικη μια κριτική, καλή ή κακή, όταν γίνεται μονοδιάστατα. Πρέπει πάντα να διαβάζουμε πίσω από τα γράμματα τα ουσιώδη μηνύματα.
Μην ξεχνάμε ότι η πίστη μας επιβίωσε χάρη στη λέξη «ΙΧΘΥΣ» με την οποία αναγνωρίζονταν μεταξύ τους οι χριστιανοί τους χαλεπούς καιρούς, η οποία όμως δεν αναφερόταν στο «ψαράκι» όπως με πρώτη ανάγνωση θα έλεγε κανείς. Ήταν τα αρχικά ομολογίας πίστης Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ.
Ελπίζω να μη σε κούρασα, ήθελα απλά να σου εκφράσω αυτή μου την πικρία για το «τουρκόσπορος», που σχολίασε ο φίλος μας το οποίο σαν μαχαιριά με πλήγωνε και με πληγώνει. Σου εύχομαι από καρδιάς «Καλό Πάσχα και Καλή Ανάσταση», με υγεία και πολύ ευτυχία.