Πριν από έναν χρόνο δημοσίευσα ένα κείμενο στο επιστημονικό περιοδικό Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες, αναφορικά με το επιστημολογικό υπόβαθρο του πεδίου της «ενεργειακής πολιτικής».
Δανείζομαι από το περίγραμμα εκείνου του κειμένου:
Το πεδίο της ενεργειακής πολιτικής είναι ραγδαία αναπτυσσόμενο κατά τις τελευταίες δεκαετίες σε πλανητικό επίπεδο. Ωστόσο, η έννοια της ενεργειακής πολιτικής καλύπτεται επαρκώς από την πλειοψηφία των σχετικών εγχειρημάτων; Η ενέργεια συνιστά μία σημαντικότατη –ίσως τη σημαντικότερη– οικονομική πτυχή της προσπάθειας ενός κράτους να ισχυροποιηθεί και να επιβιώσει και προφανώς οφείλει να ερευνάται πάντοτε υπό το συγκεκριμένο πρίσμα. Η πλειοψηφία –πιθανόν συντριπτική– των δημοσιεύσεων περί ενεργειακής πολιτικής εστιάζουν σε οικονομοτεχνικά ζητήματα υπό το μανδύα του όρου «πολιτική». Σίγουρα, τα πραγματευόμενα ζητήματα οικονομοτεχνικής φύσης είναι εξαιρετικά σημαντικά αλλά όντας αποκομμένα από τα διδάγματα της θεωρίας διεθνών σχέσεων και της στρατηγικής θεωρίας χάνουν τη συνολική εικόνα των αιτίων και των αιτιατών που διαμορφώνουν τη στρατηγική συμπεριφορά ενός κράτους και το πλαίσιο υλοποίησης των αποφάσεών του επί ζητημάτων ενέργειας.
Μας φθάνει να ελέγξουμε αν οι συμβατικές λάμπες είναι βιώσιμο να αντικατασταθούν από LED κατά μήκος της Λεωφόρου Συγγρού, προκειμένου να εξάγουμε συμπεράσματα για την ενεργειακή στρατηγική της Κυπριακής Δημοκρατίας; Ο γνώριμος σε όλους εμάς «μοιραίος άνθρωπος» θα πει «ναι». Προφανώς το ερώτημα έχει χαρακτήρα αστεϊσμού, αλλά τα αστεία παύουν όταν ο εν λόγω συμπολίτης-κοσμοπολίτης μας φθάνει σε συμπεράσματα του τύπου: «Ποια Τουρκία; Γιατί αισθάνεστε ότι απειλείστε; Ας μοιραστούμε τους υδρογονάνθρακες μαζί τους, είναι και μεγάλη αγορά και η επένδυση θα καταστεί βιώσιμη».
Όλα τα παραπάνω… Με αρκετή δόση υπεροψίας βεβαίως, γιατί εσύ είσαι ο εθνικιστής, ο πολεμοχαρής, ο αιμοδιψής, ο τουρκοφάγος.
Τι να πει κανείς όταν τέτοιοι άνθρωποι κατέχουν μεγαλόσχημες δημόσιες θέσεις και πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό για να γελούν περιπαικτικά, όταν σημειώνεις τις νεοοθωμανικές επιδιώξεις της Άγκυρας; Δεν ακούνε, δεν βλέπουν, δεν αφουγκράζονται, παρά επιλέγουν να αναλύουν τα πάντα με βάση τις περιλάλητες οικονομοτεχνικές αναλύσεις τους. Καλές και αναγκαίες οι οικονομοτεχνικές αναλύσεις, αλλά πρέπει να παραμένουν ενταγμένες στο πλαίσιο μιας στρατηγικής ανάλυσης και να μην απεκδύονται την όψη του μακροπρόθεσμου εθνικού συμφέροντος.
Το κείμενο στο οποίο παρέπεμψα στην αρχή θα μπορούσε να ονομάζεται «Γιατί οι κλασικές σπουδές είναι απαραίτητες για την κατανόηση της διεθνούς πολιτικής οικονομίας (και άρα της διεθνούς πολιτικής)». Είναι γεγονός ότι το συνολικό πλαίσιο εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων είναι ακατανόητο, αν μέσα σου είσαι απονευρωμένος δείχνοντας άγνοια της πραγματικότητας του κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος ή αν είσαι απλά αδιάβαστος.
Κατά την ανάλυση της νέας κατάστασης, όπως προκύπτει στην Ανατολική Μεσόγειο, ο συνεπής διεθνολόγος μπορεί να βρεθεί ενώπιον αντεπιχειρημάτων του τύπου: «Σιγά το κοίτασμα “Αφροδίτη”. Εγώ ξέρω ένα μεγαλύτερο στη Σιβηρία». Εντάξει, υπάρχουν και αυτοί οι συνάδελφοι… Ουδείς δύναται να γνωρίζει ότι η Ανατολική Μεσόγειος εξελίσσεται σε ένα ανταγωνιστικό, προς την Ρωσία ή άλλους μεγάλους παραγωγούς, ενεργειακό σύμπλοκο. Για την ακρίβεια, κάτι τέτοιο δεν είναι καν πιθανό επί της παρούσης.
Ουδείς όμως δύναται και να αμφισβητήσει ότι τα ευρήματα στην περιοχή παρωθούν προς ανακατατάξεις ισχύος και θέτουν αντιηγεμονικά διλήμματα.
Όταν έχουμε έναν δυνητικό ηγεμόνα στην περιοχή όπως η Τουρκία, και το ερώτημα είναι αν θα υπάρξουν αντιηγεμονικές συσπειρώσεις, η απάντηση έρχεται μέσω της εξέτασης αν υπάρχει στρατηγικό διακύβευμα σύγκλισης συμφερόντων για να είναι υλοποιήσιμες οι εν λόγω αντισυσπειρώσεις. Ένα τέτοιο στρατηγικό διακύβευμα στην περιοχή μας είναι οι ενεργειακοί πόροι και η υλοποίηση ενός έργου μεταφοράς τους προς τις ευρωπαϊκές αγορές. Σε αυτή την εξίσωση η σημαντικότερη μεταβλητή αφορά τις αξιώσεις της Τουρκίας και πως θα χαράξει η Ελλάδα μία συνεπή στρατηγική εξισορρόπησής της, αλλά άντε να το εξηγήσεις αυτό στους μοιραίους.