Οι κρίσεις από πλευράς Ελλήνων στρατηγικών αναλυτών, ακαδημαϊκών και πολιτικών ιθυνόντων όσον αφορά τον τουρκικό αναθεωρητισμό πραγματοποιούνται πάντοτε –και είναι απολύτως λογικό– από την ελληνική σκοπιά. Για να το πω εκλαϊκευμένα: ο Ερντογάν είναι κακός επειδή θίγει τα ελληνικά (ελλαδικά και κυπριακά) συμφέροντα, και με τη συμπεριφορά του συμβάλλει στην αποσταθεροποίηση της περιοχής. Έτσι το βλέπω ως Έλληνας και νομίζω ότι έτσι το βλέπουμε οι περισσότεροι.
Αν ήμουν Τούρκος, όμως; Θα ήμουν ικανοποιημένος με την πολιτική του προέδρου μου; Ας ελέγξουμε τη συγκεκριμένη υπόθεση εργασίας.
Το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης υποσχέθηκε κατά την άνοδό του στην εξουσία τη συνεννόηση και τη σύγκλιση με τους Κούρδους. Οι δεσμεύσεις του θύμιζαν τις κεμαλικές υποσχέσεις περί του «κράτους των δύο αδερφών» και συνδέθηκαν με σειρά διακηρύξεων για την οικονομική ανόρθωση της νοτιοανατολικής Τουρκίας και την ένταξη των Κούρδων στις δομές του τουρκικού κράτους. Η εν λόγω πολιτική απέτυχε παταγωδώς, και αντ’ αυτού η Τουρκία μετράει νεκρούς στον πόλεμο εναντίον των Κούρδων τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων. Ταυτόχρονα χάνει συμμάχους, μεγιστοποιεί τις δεσμεύσεις της σε πολλαπλά μέτωπα (εσωτερικό, Συρία, Ιράκ) και υποσκάπτει και τις προοπτικές της οικονομίας της, με τις διαδοχικές υποβαθμίσεις από πλευράς των γνωστών οίκων αξιολόγησης να αποτελούν ευθείες βολές ενός ακήρυκτου οικονομικού πολέμου – και όχι απλώς προειδοποιητικές.
Σε συνάρτηση με τα προηγούμενα, το εσωτερικό μέτωπο κάθε άλλο παρά αρραγές είναι. Η πόλωση και ο διχασμός έχουν επανέλθει στα επίπεδα της δεκαετίας του 1970, όταν οι νεκροί και οι φυλακισμένοι ενός οιονεί εμφυλίου ήταν αμέτρητοι. Το κράτος δικαίου και η δημοκρατία συνιστούν το συντομότερο ανέκδοτο όταν κάποιος θέλει να περιγράψει την Τουρκία, και η ανασφάλεια κυριαρχεί παντού. Μέχρι πρότινος η οικονομική ανάπτυξη χρύσωνε το χάπι και όλα λησμονούνταν σε μια μουσουλμανική κοινωνία με ούτως ή άλλως λιγοστό ενδιαφέρον για δημοκρατικές αξίες και κατακτήσεις. Τώρα όμως; Ενόψει και των επερχόμενων εκλογικών διαδικασιών, ίσως θυμηθούμε αν «είναι η οικονομία, ανόητε».
Έρχομαι τώρα στην Ελλάδα, ήτοι του εκ Δυσμάς κινδύνου για την Τουρκία!
Η παραβίαση του αξιώματος του Οζάλ ότι τις ελληνοτουρκικές διαφορές θα τις επιλύσει η δημογραφική ισορροπία των δύο κρατών, ίσως αποτελεί βεβιασμένη κίνηση από την Άγκυρα. Πρώτον, η Ελλάδα είναι κατευναστική γιατί είναι αδιάφορη, και η Τουρκία την προκαλεί, της αυξάνει το φόβο και άρα και τα αντανακλαστικά του στρατεύματος και το φρόνημα των πολιτών, με απτό αποτέλεσμα την προσήλωσή της σε εξοπλιστικά προγράμματα εκεί που έδειχνε ότι τα είχε παραμελήσει. Δεύτερον, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση και αντί να αφήσει η Τουρκία να λειτουργήσει ο χρόνος (κατά το οζαλικό) προς όφελός της, προτιμά να συσπειρώνει τους συμμάχους της Αθήνας ακολουθώντας επιθετική στρατηγική εις βάρος τους. Τρίτον, προκαλεί εντάσεις στο σύνολο της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, αντί να στοιχηθεί πίσω από τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων και να επιδιώξει ρόλο χώρας διαμετακόμισης για τους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου κερδίζοντας, έτσι, την εμπιστοσύνη της Exxon και των υπόλοιπων εταιρειών-κολοσσών.
Αν ήμουν Τούρκος, θα ήθελα η ισχυρή χώρα μου να πραγματοποιεί εξυπνότερες κινήσεις προς την περαιτέρω ισχυροποίησή της και όχι να προκαλεί αντισυσπειρώσεις. Αν ήμουν Τούρκος, θα προτιμούσα να σταθεροποιήσω το εσωτερικό μου προτού προβώ σε υλοποίηση μαξιμαλιστικών στόχων. Ωστόσο δεν είμαι Τούρκος. Είμαι Έλληνας και για την ώρα ανησυχώ για τα λάθη και τις παραλείψεις της Τουρκίας που δεν εκμεταλλευόμαστε.