Ένα από τα συνηθισμένα προβλήματα του Έλληνα είναι ότι δεν έμαθε να λέει μπράβο στον συνάνθρωπό του. Κι αν είναι πολιτικός ποτέ δεν θα συμφωνήσει με τον αντίπαλό του, και για το πλέον σημαντικό θέμα, είτε είναι με την κυβέρνηση είτε είναι με την αντιπολίτευση. Οι λέξεις «συναίνεση» και «συνεργασία» είναι άγνωστες στην πολιτική ζωή του τόπου, ακόμη κι όταν πρόκειται για εθνικά ζητήματα.
Όταν, πριν από χρόνια, η Σουηδική Ακαδημία ήθελε να τιμήσει με το βραβείο Νόμπελ τον Νίκο Καζαντζάκη, η Ακαδημία των Αθηνών εξέφρασε αντίρρηση, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τον Καζαντζάκη απατεώνα.
Και να σκεφθεί κανείς ότι η συγκεκριμένη «Ακαδημία» εκφράζει τον πνευματικό κόσμο της Ελλάδας! Η έκφραση «ουδείς προφήτης στον τόπο του» δεν λέγεται τυχαία. Αυτοί είμαστε ως λαός. Κρύβουμε των αστεριών το φως για να φανούν οι πυγολαμπίδες! Αρκεί μόνο να είναι δικές μας. Να είναι του κόμματός μας.
Η πολιτική από επιστήμη για τα καλά και τα δίκαια, κατά τον Αριστοτέλη, από έννοια πολιτισμού και δικαίου, κατάντησε χώρος διαπλοκής και διαφθοράς. Πεδίο ρουσφετιού και μπαξισιού, διαποτισμένο από ανατολίτικες συνήθειες. Κάθε μέρα που περνά φέρνει και νέα σκάνδαλα. Σκάνδαλα που φανερώνουν ότι τα ερείπια στη χώρα αυτή δεν τα προκάλεσαν οι ξένοι αλλά εμείς οι ίδιοι.
Θυμάμαι όταν ήμουν μικρός τον πατέρα μου με μια βαλίτσα στο χέρι, φτιαγμένη από πεπιεσμένο χαρτόνι και ντυμένη με ύφασμα καρό, γεμάτη ρούχα, κι έναν σπάγκο να την κρατά γερά δεμένη για να μην ανοίξει, στον πηγαιμό του για την ξενιτιά. Οι βαλίτσες ήταν απλές τότε. Δεν είχαν κωδικούς, δεν ήταν τροχήλατες. Στις μέρες μας εξελίχθηκαν κι αυτές, και μόνο ρούχα δεν περιέχουν, αλλά οτιδήποτε άλλο μπορεί να φανταστεί ο νους του ανθρώπου.
Θυμάμαι ακόμη τους κήπους στο χωριό, όπου έμπαιναν τις νύχτες κάποια μικρά παιδιά κι «έκλεβαν» φρούτα. Τώρα άλλαξε και η κλοπή. Έγινε επιστημονική. Οι αγράμματοι ούτε για κλοπή είναι ικανοί στην προηγμένη εποχή που ζούμε.
Το «έγκλημα» άλλαξε ποιοτικά χαρακτηριστικά. Έχει πλέον στοιχεία ταξικά. Όσο πιο ψηλά βρίσκεται κανείς στην πολιτική και κοινωνική ιεραρχία τόσο μεγαλύτερο μπορεί να είναι το αδίκημα που θα μπορούσε να διαπράξει. Οι φτωχοί σε κάθε κοινωνία, όπως ο Γιάννης Αϊ-Γιάννης του Βίκτωρα Ουγκό στο βιβλίο του Οι Άθλιοι, το πολύ-πολύ να αρπάξουν κανένα καρβέλι ψωμιού. Ενώ οι ισχυροί μπορούν εύκολα να θησαυρίσουν, αν στερούνται ήθους.
Από ποιον λοιπόν κινδυνεύει η Ελλάς; Από ποιον κινδυνεύει η πατρίδα μας; Από τον φουκαρά, τον αδύναμο Έλληνα, αλλά δυνατό στο να φυλά Θερμοπύλες στις εσχατιές του Έβρου, στα χιόνια και το κρύο, ή από τον αστό πολιτικό που την εκπροσωπεί στις εμπορικές συναλλαγές της;
Ποιος υπερασπίζεται καλύτερα το έθνος μας; Ο αλλογενής απανταχού της γης που γνωρίζει την ιστορία του ή ο ανελλήνιστος ιθαγενής που την αγνοεί; Ποιος αναδεικνύει καλύτερα τον πολιτισμό μας; Ο ντόπιος που τον αγνοεί ή ο ξένος που μας υπενθυμίζει συχνά πυκνά τη ρήση του Πλάτωνα: «Καλόν Έλληνα όντα φιλέλληνα είναι»;
Είναι πολύ λυπηρό που καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν κατάφερε να αναδείξει την Ελλάδα σε παγκόσμιο κέντρο φιλοσοφίας.
Γιατί, βρε αδερφέ, να μην είχαμε ονομαστές σχολές εξειδικευμένες στις θεωρίες του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, στις οποίες θα δίδασκαν οι καλύτεροι καθηγητές, έτσι ώστε να έρχονταν στη χώρα μας φοιτητές από παντού φέρνοντας και συνάλλαγμα;
Γιατί να μην υπήρχε στην πατρίδα μας η καλύτερη πανεπιστημιακή σχολή στα μαθηματικά στο Πυθαγόρειο της Σάμου ή η καλύτερη σχολή Ιατρικής στην Κω; Γιατί μπορούν οι Άγγλοι να εξάγουν τη γλώσσα τους –που κατά το 25% των λέξεών της είναι ελληνική – και δεν μπορούμε εμείς να αξιοποιήσουμε την αναγνωρισμένη παγκοσμίως γλώσσα και σκέψη των προγόνων μας; Γιατί, βρε αδερφέ, να μην μπορούμε να γίνουμε κι εμείς ΜΙΤ, Harvard ή κάτι άλλο;