Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, μετά από 189 χρόνια από την ίδρυσή της και 115 χρόνια παραμονής της στο νεοκλασικό κτήριο της οδού Πανεπιστημίου, μετακομίζει σταδιακά, από τις αρχές Γενάρη, για να μετεγκατασταθεί στο σύγχρονο κτήριο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, που ανήγειρε και δώρισε στο ελληνικό δημόσιο το ΙΣΝ, μετά την ανάπλαση του χώρου του παλιού Ιπποδρόμου στο Φάληρο. Θα αξιωθεί άραγε η Πολιτεία να τιμήσει τον μεγάλο δωρητή, που δημιούργησε και της δώρισε το τεράστιο αυτό συγκρότημα; Οψόμεθα…
Για την ίδρυση της Εθνικής Βιβλιοθήκης έγινε λόγος για πρώτη φορά από τον φιλέλληνα Ιάκωβο Μάγερ στην εφημερίδα Ελληνικά Χρονικά που εξέδιδε στο Μεσολόγγι. Το 1829, ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας προχώρησε στην ίδρυση της πρώτης Δημόσιας Βιβλιοθήκης στην Αίγινα, στην οποία συγκεντρώθηκαν και ταξινομήθηκαν διάσπαρτα χειρόγραφα, βιβλία και εφημερίδες. Σκοπός της ήταν να μπορέσουν, κυρίως οι νέοι που σπούδαζαν στη Μεγάλη Σχολή που ίδρυσε το νεοσύστατο ελληνικό κράτος για τα ορφανά των αγωνιστών του ’21, να βρίσκουν και να διαβάζουν εκείνο που επιθυμούν. Πολλά παιδιά διέπρεψαν τότε στα γράμματα και τις τέχνες, όπως ο μεγάλος ζωγράφος Βρυζάκης.
Όταν η πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους μετακόμισε από το Ναύπλιο στην Αθήνα, μεταφέρθηκε από τον βασιλιά Όθωνα και η Δημόσια Βιβλιοθήκη. Στεγάσθηκε αρχικώς στο Λουτρό του Σταροπάζαρου, κοντά στην Ρωμαϊκή Αγορά και αργότερα μεταφέρθηκε στην Γοργοεπήκοο και στην εκκλησιά του Αγίου Νικολάου, που βρισκόταν στη θέση του σημερινού Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών.
Το νεοκλασικό που φιλοξένησε επί 115 έτη την Εθνική Βιβλιοθήκη
Το 1842, όταν κατασκευάσθηκε η εμπρόσθια πτέρυγα του Πανεπιστημίου Αθηνών, η Βιβλιοθήκη μεταφέρθηκε στον πάνω όροφό της και ενώθηκε με την πανεπιστημιακή και αποτελούσε ξεχωριστό ίδρυμα με την ονομασία Εθνική Βιβλιοθήκη. Με την παρέλευση 15ετίας διαπιστώθηκε ότι ο χώρος δεν επαρκούσε από την ραγδαία αύξηση των βιβλίων. Τότε ο βασιλιάς Όθωνας έδωσε εντολή στον Θεόφιλο Χάνσεν, που άρχισε να μελετά το σχέδιο της Ακαδημίας Αθηνών, να κάνει μια μελέτη και προς την άλλη πλευρά του Πανεπιστημίου, για την κατασκευή κτηρίου βιβλιοθήκης.
Ο Χάνσεν άρχισε την μελέτη, αλλά χρήματα δεν υπήρχαν για να υλοποιήσουν αυτή την ιδέα. Το 1884, ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης κάλεσε τον Χάνσεν να ξαναφέρει τα σχέδια της Βιβλιοθήκης, ελπίζοντας πως θα βρεθεί ευεργέτης να το χρηματοδοτήσει. Ο ευεργέτης βρέθηκε στο πρόσωπο του Κεφαλλονίτη, ομογενούς από τη Ρωσία, Παναγή Βαλλιάνου, που ανταποκρίθηκε στην παράκληση του βασιλιά Γεωργίου Α΄ προς τους Έλληνες της διασποράς, και πρόσφερε με τους αδελφούς του Μαρίνο και Ανδρέα 2,5 εκατ. δραχμές για την ανέγερση του κτηρίου.
Άγαλμα του Π. Βαλλιάνου
Στα μέσα Μαρτίου του 1888, με λαμπρότητα, ο βασιλιάς Γεώργιος έθεσε τον θεμέλιο λίθο της Βιβλιοθήκης και ο πρόεδρος της επιτροπής ανεγέρσεως Μάρκος Ρενιέρης τόνισε στην ομιλία του: «Οι προπάτορες ημών έκριναν σπουδαίον και ένδοξον έργον την ίδρυσιν και διακόσμησιν βιβλιοθηκών. Ο Αριστοτέλης αναφέρεται ως ο πρώτος συναγωγών την μεγαλυτέραν επί των χρόνων αυτού βιβλιοθήκην, έχων πρόθυμον χορηγόν τον μέγαν αυτού μαθητήν Αλέξανδρον. Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, οι διάδοχοι βασιλείς Άτταλος και Πτολεμαίος δι’ αδράς αμοιβής, συνέλεξαν πολυάριθμα έργα ελληνικής φιλολογίας και ανήγειραν λαμπράς βιβλιοθήκας, τας οποίας βάρβαροι κατέστρεψαν…».
Υπό την επίβλεψη του Τσίλερ, άρχισε η κατασκευή του κτηρίου, με πειραϊκό λίθο για τη βάση και πεντελικό μάρμαρο για τον άνω όροφο, όπως το κτήριο της Ακαδημίας. Το έργο προχώρησε, τα χρήματα εξαντλήθηκαν και οι εθνικοί ευεργέτες Βαλλιάνοι αναγκάστηκαν να προσφέρουν άλλες 300.000 δρχ. που ξοδεύτηκαν, χωρίς να τελειώσει η Βιβλιοθήκη. Τελικώς οι εργασίες ολοκληρώθηκαν το 1902 αφού κάλυψε ένα μέρος της δαπάνης το ελληνικό κράτος.
Ο Στ. Νιάρχος
Το 1903, στο νεοκλασικό δωρικού ρυθμού μέγαρο, εγκαταστάθηκε η «Βαλλιάνιος Εθνική Βιβλιοθήκη», όπως ονομάστηκε για να τιμηθούν οι ευεργέτες που διέθεσαν τεράστιο χρηματικό ποσό για έργο, που δεν αξιώθηκαν να καμαρώσουν. Η Εθνική Βιβλιοθήκη στο ΚΠΙΣΝ θα λειτουργήσει από τον Απρίλιο, προσφέροντας στο κοινό, στα δύο μεγάλα αναγνωστήρια, τον τεράστιο πλούτο της σε βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά, που ξεπερνούν τα δύο εκατομμύρια.
Στη συλλογή της υπάρχουν χειρόγραφα που χρονολογούνται από τον 9ο εως τον 20ό αιώνα, με θεολογικό και κοσμικό περιεχόμενο, που αφορούν την αρχαία ελληνική πραγματεία σε όλες τις επιστήμες. Το Βαλλιάνειο θα επαναλειτουργήσει ως αναγνωστήριο, εκθεσιακός και συνεδριακός χώρος και θα ξαναβρεί την παλιά του αίγλη.
Κείμενο, φωτογραφίες: Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης.