Στην καταβολή προστίμου 92 ευρώ καταδικάστηκε τελικά από δικαστήριο της Θέουτα, τον ισπανικό θύλακα στο βόρειο Μαρόκο, ο πατέρας του 8χρονου αγοριού από την Ακτή Ελεφαντοστού που βρέθηκε το 2015 κρυμμένο σε μια βαλίτσα για να μπορέσει να περάσει τα νότια σύνορα της Ευρώπης. Στις 7 Μαΐου 2015, η βαλίτσα που μετέφερε μια νεαρή Μαροκινή, πέρασε από το σκάνερ μεθοριακού σημείου ελέγχου στη Θέουτα και οι φρουροί είδαν έκπληκτοι τη σιλουέτα ενός παιδιού κουλουριασμένου σε εμβρυακή στάση.
Η εισαγγελία είχε ζητήσει την επιβολή φυλάκισης τριών ετών στον πατέρα, τον 45χρονο Αλί Ουατάρα από την Ακτή Ελεφαντοστού, και την επιβολή ποινής κάθειρξης έξι ετών σε βάρος της νεαρής Μαροκινής που μετέφερε τη βαλίτσα, η οποία καταζητείται ακόμη από την Aστυνομία, σύμφωνα με το δικαστήριο.
«Βάλανε σε κίνδυνο τη ζωή του παιδιού, το οποίο βρέθηκε στριμωγμένο απάνθρωπα μέσα σε μια πολύ μικρή βαλίτσα, χωρίς εξαερισμό», είπε σήμερα κατά την έναρξη της δίκης ο πρόεδρος του δικαστηρίου Φερνάντο Τεσόν, συνοψίζοντας τα επιχειρήματα της διώκουσας αρχής. Ωστόσο στο πέρας της ακροαματικής διαδικασίας ο εισαγγελέας ζήτησε τελικά να επιδικαστεί πρόστιμο 224 ευρώ σε βάρος του πατέρα, επειδή δεν αποδείχθηκε ότι «γνώριζε με ποιον τρόπο θα έβαζαν στη χώρα τον γιο του».
Το δικαστήριο καταδίκασε εντέλει τον πατέρα στην καταβολή προστίμου μόνον 92 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη ότι είχε ήδη τεθεί υπό προσωρινή κράτηση για ένα μήνα.
Την τελική του απόφαση την έλαβε το δικαστήριο αφού άκουσε την μαρτυρία του παιδιού, του 10χρονου πλέον Αντού. Μολονότι «ανέπνεε με δυσκολία» μέσα στη βαλίτσα, ο Αντού αθώωσε τον πατέρα του, διηγούμενος ότι, πριν από το ταξίδι του, του είχε εξηγήσει ότι θα περάσει στην Ευρώπη «οδικώς» και δεν του είχε πει ποτέ για βαλίτσα.
(Φωτ.: EPA / Guardia Civil)
Μιλώντας προς το δικαστήριο, ο πατέρας είπε ότι ζούσε για οκτώ χρόνια στην Ισπανία (με άδεια διαμονής, σταθερή δουλειά, κατοικία) και ότι είχε καταφέρει να φέρει εκεί την γυναίκα του και την κόρη του, αλλά όχι και τον μικρότερο γιο του, καθώς οι Αρχές αρνούνταν να σμίξει όλη η οικογένεια με το επιχείρημα ότι τα 1.300 ευρώ που έβγαζε από τη δουλειά του δεν ήταν αρκετά. Ο Αλί είπε ακόμη ότι είχε πληρώσει 5.000 ευρώ σε ένα δίκτυο διακινητών, το οποίο άλλαζε συνέχεια στρατηγική, κοροϊδεύοντάς τον.