Ο Έλληνας είναι ευφυής κι εγωιστής μαζί. Προχωρεί και παλινωδεί συγχρόνως. Εφηύρε πρώτος τη Δημοκρατία, αλλά μόλις απελευθερώθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία έφερε ένα δεκαεφτάχρονο παιδαρέλι από την Βαυαρία να το κάνει βασιλιά του, πηγαίνοντας πολλούς αιώνες πίσω, απ’ όταν τελευταίοι του βασιλιάδες ήταν ο Αγαμέμνονας, ο Μενέλαος και ο Κόδρος. «Ο Έλληνας», θυμίζει ο Καζαντζάκης, «κολακεύει σαν Βυζαντινός τον ανώτερο, τυραννεί σαν αγάς τον κατώτερο, και συνάμα μπορεί να σκοτωθεί για το φιλότιμο. Είναι έξυπνος κι άβαθος χωρίς μεταφυσική αγωνία, και συνάμα, όταν αρχίσει να τραγουδάει, μια πίκρα παγκόσμια πετιέται από τα ανατολίτικα σωθικά του».
Ο Έλληνας είναι αυτός που επινόησε τη Φιλοσοφία. Ανέδειξε τον Σωκράτη αλλά του έδωσε να πιει το κώνειο. Λάτρεψε τον Φειδία αλλά τον καταδίκασε για ιεροσυλία.
Θαύμασε τον Θεμιστοκλή, αλλά τον έστειλε εξορία. Από τη μια πολεμούσε για την Ελευθερία, το 1821, κι από την άλλη είχε εμφύλιο. Κι όταν μετά από 19 αιώνες απελευθερώθηκε (αφού από το 146 π.Χ. μέχρι το 1830 μ.Χ. ήταν για 500 χρόνια στη σκλαβιά των Ρωμαίων, για 300 των Φράγκων και για 400 των Τούρκων), πριν καλά-καλά φτιάξει κράτος, άρχισε να εξοντώνει τους ήρωες του ’21: Αγάπησε τον Κολοκοτρώνη, αλλά τον φυλάκισε. Ηρωοποίησε τον Ανδρούτσο αλλά τον σκότωσε. Τον Καποδίστρια τον μαχαίρωσε έξω από την εκκλησία και τον Νικηταρά τον τουρκοφάγο τον άφησε να πεθάνει στην ψάθα…
Ο νεοέλληνας φέρεται συχνά σχιζοφρενικά. Είναι ορθόδοξος κι ετερόδοξος μαζί. Πολιτικά είναι με τη Δύση κι εθιμικά με την Ανατολή. Τη μια στιγμή λέει πως είναι έτοιμος να θυσιαστεί για την πατρίδα του και την άλλη στέλνει κρυφά τα λεφτά του στο εξωτερικό, μην τυχόν και χρεοκοπήσει και τα χάσει. Ο Έλληνας στις κρίσιμες στιγμές είναι πάντα διχασμένος, λέει ο εθνικός μας ποιητής, ο Διονύσιος Σολωμός στο ποίημά του «Ύμνος εις την Ελευθερία».
Καθημερινά στον τόπο αυτό ζούμε τη δολοφονία της αλήθειας.
Από ποιον όμως περιμένουμε να την ακούσουμε; Από τον πολιτικό που πάνω στην ερμηνεία της χτίζει καριέρα ή από τον δημοσιογράφο που γράφει αυτά που θέλει ο εργοδότης του;
Πατρίδα είναι η γη των πατεράδων μας. Η γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμά μας. Αία όπου «το πνεύμα κι από το χώμα μέσα λάμπει». Άρουρα ποτισμένη με ιδρώτα κι αίμα. Θάλασσα που τα σπλάχνα της δεν ησυχάζουν. Για χάρη της οι πολλοί, οι αγνοί Έλληνες θυσιάστηκαν. Την τίμησαν με τον αγώνα τους και τη ζωή τους, ενώ οι λίγοι, οι πονηροί την πρόδωσαν. Πόσοι δεν έχτισαν ονόματα στο όνομά της; Πόσοι δεν έζησαν πλουσιοπάροχα σε βάρος της; Πόσοι δεν έκαναν περιουσίες, από τα πρώτα δάνεια που πήρε, για τη σύσταση κράτους, από το εξωτερικό;
Πατριώτης δεν είναι αυτός που ζει από την πατρίδα, αλλά αυτός που ζει για την πατρίδα. Που ως οπλίτης υπηρετεί στις εσχατιές των συνόρων της και ως πολίτης αποτελεί τιμή για τα ιδανικά της.
Η σχέση του πατριώτη με την πατρίδα είναι ιερή και όχι κερδοσκοπική.
Ο πατριωτισμός κρίνεται από τις σχέσεις του πατριώτη με την πατρίδα. Αν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κι αν το ισοζύγιο δούναι-λαβείν γέρνει υπέρ εκείνης.
Όποιο κόμμα ή κίνημα επιβαρύνεται με οικονομικά σκάνδαλα ή βούλιαξε στα χρέη την πατρίδα και το λαό στη φτώχεια δεν είναι πατριωτικό, αλλά καταστροφικό. Τα πατριωτικά ονόματα βρίσκονται γραμμένα σε μνημεία ηρώων κι όχι σε λίστες καταχραστών του Δημοσίου.
Στην πατρίδα μας, την Ελλάδα, η διαφθορά είναι θωρακισμένη και νομικά, με το νόμο «Περί ευθύνης υπουργών». Έναν νόμο-πλυντήριο φτιαγμένο για την προστασία των πολιτικών. Η κυβέρνηση που δεν καταργεί το νόμο αυτόν, αλλά τον αφήνει να λειτουργεί ως ασπίδα των άνομων πολιτικών, ούτε αυτή είναι αθώα.