Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (329 – 25 Ιανουαρίου 390), γνωστός και ως Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος και Γρηγόριος της Ναζιανζού, ήταν Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως τον 4ο αιώνα μ.Χ. Θεωρείται ευρέως ο πιο προικισμένος ρήτορας μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας. Ως ομιλητής με κλασική παιδεία και φιλόσοφος του ελληνισμού, κατάφερε να συνδυάσει τον ελληνισμό με την πρώτη Εκκλησία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Είχε σημαντικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση της Τριαδικής Θεολογίας μεταξύ τόσο των ελληνόφωνων όσο και των λατινόφωνων θεολόγων, και έγινε γνωστός ως «τριαδικός θεολόγος».
Τα περισσότερα από τα έργα του Αγίου Γρηγορίου επηρεάζουν ακόμα τους σύγχρονους θεολόγους, ειδικά όσον αφορά τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας.
Ο Γρηγόριος είναι Άγιος και της Ανατολικής και της Δυτικής Χριστιανικής Εκκλησίας. Στη Ρωμαϊκή Καθολική Εκκλησία θεωρείται ένας από τους Δασκάλους της Εκκλησίας· στην Ανατολική Ορθόδοξη και στη Δυτική Καθολική Εκκλησία είναι γνωστός ως ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, μαζί με τον Μέγα Βασίλειο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Παιδικά χρόνια και εκπαίδευση
Γεννήθηκε στο χωριό Αριανζός κοντά στη Ναζιανζό της νοτιοδυτικής Καππαδοκίας. Οι γονείς του, Γρηγόριος ο πρεσβύτερος και Νόννα, ήταν πλούσιοι γαιοκτήμονες. Η Νόννα έστρεψε στο Χριστιανισμό το σύζυγο της, ο οποίος βαπτίστηκε το 325 μ.Χ. και λίγα χρόνια αργότερα, το 328 ή 329 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ναζιανζού.
Ο νεαρός Γρηγόριος και ο αδερφός του, Καισάριος Ναζιανζηνός, τον πρώτο καιρό ήταν μαθητές του θείου τους, Αμφιλόχιου. Ο Γρηγόριος σπούδασε ρητορική και φιλοσοφία στη Ναζιανζό, στην Καισάρεια, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα. Στην Αθήνα συνάντησε τον Μέγα Βασίλειο και έγιναν φίλοι. Επίσης, εκεί συνάντησε ως συμφοιτητή και τον ειδωλολάτρη Ιουλιανό, μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως. Δάσκαλοί του ήταν οι γνωστοί ρήτορες Ιμέριος και Προαιρέσιος.
Ιερατείο
Το 361 επέστρεψε στη Ναζιανζό και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον πατέρα του. Ο νεαρός Γρηγόριος, ο οποίος ήθελε να γίνει μοναχός, αγανάκτησε με την πρόταση του πατέρα του να επιλέξει μεταξύ του ιερατείου και της ζωής του μοναχού, αποκαλώντας την πράξη τυραννίας. Αφού έφυγε από το σπίτι, συνάντησε τον Βασίλειο στην Αννεσόη και έζησαν ένα διάστημα ως ασκητές. Ωστόσο ο Βασίλειος τον προέτρεψε να επιστρέψει στην πατρίδα του και να βοηθήσει τον πατέρα του, κάτι που ο Γρηγόριος έκανε τον επόμενο χρόνο.
Όταν έφθασε στη Ναζιανζό, ο Γρηγόριος βρήκε τη χριστιανική κοινότητα διχασμένη λόγω των θεολογικών διαφορών, και τον πατέρα του να κατηγορείται για συμμετοχή σε αίρεση.
Ο Γρηγόριος κατάφερε να ενώσει τους χριστιανούς χάρη στις διπλωματικές και τις ρητορικές του ικανότητες.
Την ίδια ώρα, ο Αυτοκράτορας Ιουλιανός δήλωνε δημοσίως πως ήταν κατά του Χριστιανισμού. Ως απάντηση, ο Γρηγόριος έγραψε τις Ύβρεις κατά του Ιουλιανού (μεταξύ 362 και 363), όπου αναφέρει πως ο Χριστιανισμός θα ξεπεράσει τους ηγέτες όπως ο Ιουλιανός με αγάπη και υπομονή. Αυτή η διαδικασία, όπως περιέγραψε ο Γρηγόριος, είναι η δημόσια εκδήλωση της Θέωσης, η οποία οδηγεί σε πνευματική ανύψωση και μυστική ένωση με τον Θεό. Ο Ιουλιανός έδιωξε τον Γρηγόριο και άλλους χριστιανούς το 362, αλλά πέθανε έναν χρόνο αργότερα σε εκστρατεία κατά των Περσών. Με το θάνατο του αυτοκράτορα ο Γρηγόριος και οι χριστιανοί της Ανατολής δεν τελούσαν υπό τον κίνδυνο του διωγμού, καθώς ο νέος Αυτοκράτορας, ο Ιοβιανός, ήταν πιστός στο Χριστιανισμό.
Ο αυτοκράτορας Ιοβιανός
Επίσκοπος στα Σάσιμα και στη Ναζιανζό
Το 372 ο Γρηγόριος χειροτονήθηκε από τον Βασίλειο επίσκοπος στα Σάσιμα. Αυτή η έδρα δημιουργήθηκε από τον Βασίλειο με σκοπό να ενισχύσει τη θέση του στη διαμάχη του με τον Άνθιμο των Τυάνων. Οι φιλοδοξίες του πατέρα του να τον δει στην ιεραρχία της Εκκλησίας και η επιμονή του Βασιλείου έπεισαν τον Γρηγόριο να δεχθεί τη θέση του επισκόπου. Περιγράφοντας τη νέα επισκοπή του, δήλωσε: «Ήταν τελείως τρομακτική, άνευ υδάτων και βλάστησης, και χωρίς φίλους… αυτή ήταν η δική μου Εκκλησία των Σασίμων!».
Στα τέλη του χρόνου επέστρεψε στη Ναζιανζό για να βοηθήσει τον ετοιμοθάνατο πατέρα του στη διαχείριση της επισκοπής του. Αυτό επέφερε ένταση στη σχέση του με τον Βασίλειο, ο οποίος τον ήθελε στα Σάσιμα.
Ο Γρηγόριος απάντησε πως δεν ήθελε να συνεχίσει να παίζει το ρόλο της μαριονέτας για να προωθήσει τα ενδιαφέροντα του Βασιλείου, και έστρεψε την προσοχή του στα καθήκοντά του ως βοηθός του επισκόπου της Ναζιανζού.
Το 374, μετά το θάνατο των γονιών του, ο Γρηγόριος συνέχισε να διοικεί την επισκοπή της Ναζιανζού αλλά αρνήθηκε να λάβει τον τίτλο του επισκόπου και έδωσε την περιουσία του στους φτωχούς. Από τα τέλη του 375 και για τρία χρόνια ζούσε στο μοναστήρι της Σελεύκειας. Κατά το τέλος του 379 ο Βασίλειος πεθαίνει. Παρά το γεγονός ότι η υγεία του δεν του επέτρεψε να παραστεί στην κηδεία, ο Γρηγόριος έγραψε μια αποστολή στον αδερφό του Βασιλείου, Γρηγόριο Νύσσης, στην οποία συμπεριλαμβάνονταν δώδεκα ποιήματα αφιερωμένα στον Βασίλειο.
Ο Γρηγόριος στην Κωνσταντινούπολη
Το 379 η Σύνοδος της Αντιοχείας και ο Αρχιεπίσκοπος Μελέτιος ζήτησαν από τον Γρηγόριο να πάει στην Κωνσταντινούπολη. Παρά τους δισταγμούς του, δέχθηκε. Η εξαδέλφη του Θεοδοσία του πρόσφερε για κατοικία μια έπαυλη που ο Γρηγόριος μετέτρεψε σε εκκλησία την οποία ονόμασε «Αναστασία» («σκηνή για την ανάσταση της πίστης»). Εκεί έδωσε πέντε ομιλίες για την Αγία Τριάδα. Οι ομιλίες του έτυχαν καλής υποδοχής και πολλοί πιστοί πήγαιναν στην «Αναστασία» για να τον ακούσουν. Φοβούμενοι τη δημοτικότητά του, οι υποστηρικτές του Αρειανισμού αποφάσισαν να επιτεθούν. Το Πάσχα του 379 προέβησαν σε βιαιοπραγίες μέσα στην εκκλησία, σκοτώνοντας έναν επίσκοπο και τραυματίζοντας τον Γρηγόριο. Όταν ξέφυγε από τον όχλο, ο Γρηγόριος προδόθηκε από έναν φίλο του, τον φιλόσοφο Μάξιμο τον Κυνικό. Ο Μάξιμος, ο οποίος είχε μυστική συμμαχία με τον Πέτρο, επίσκοπο Αλεξανδρείας, προσπάθησε να πάρει τη θέση του Γρηγορίου και να χειροτονηθεί ο ίδιος επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως.
Σοκαρισμένος, ο Γρηγόριος αποφάσισε να παραιτηθεί από τη θέση αλλά οι πιστοί τον ανάγκασαν να μείνει και έδιωξαν τον Μάξιμο.
Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος και αποχώρηση στη Ναζιανζό
Ο αυτοκράτορας Ουάλης πέθανε το 378. Η ανακήρυξη του διαδόχου του, Θεοδόσιου Α΄, ήταν καλό νέο για αυτούς που ήθελαν να εκκαθαρίσουν την Κωνσταντινούπολη από τον Αρειανισμό. Από το νεκρικό του κρεβάτι ο Βασίλειος υπενθύμισε τις ικανότητες του Γρηγορίου και τον συνέστησε να υπερασπιστεί την Τριαδική Παράδοση στην Κωνσταντινούπολη. Ο Θεοδόσιος θέλησε να ενώσει την Αυτοκρατορία με το Χριστιανισμό, και αποφάσισε να συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο για να συζητήσουν τα θέματα πίστης και πειθαρχίας. Ο Γρηγόριος συμφώνησε μαζί του και την άνοιξη του 381 συγκάλεσαν τη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία συμμετείχαν 150 επίσκοποι της Ανατολής. Μετά το θάνατο του προεδρεύοντος επισκόπου, Μελέτιου Αντιοχείας, ο Γρηγόριος ορίστηκε επικεφαλής της Συνόδου. Ελπίζοντας να ενώσει Δύση και Ανατολή, πρότεινε την αναγνώριση του Παυλίνου ως πατριάρχη Αντιοχείας. Οι Αιγύπτιοι και οι Μακεδόνες επίσκοποι, οι οποίοι υποστήριζαν τον Μάξιμο, έφθασαν αργά στη Σύνοδο. Δεν υποστήριξαν την άποψη του Γρηγορίου και θεωρούσαν πως κέρδισε τη θέση του με νοθεία.
Β΄ Οικουμενική Σύνοδος
Καταπονημένος και φοβούμενος πώς θα έχανε την εμπιστοσύνη του αυτοκράτορα και των επισκόπων, ο Γρηγόριος, αντί να επιμείνει στη θέση του, αποφάσισε να παραιτηθεί:
Αφήστε να είμαι σαν τον Προφήτη Ιωνά! Ήμουν υπεύθυνος για την καταιγίδα, αλλά θα θυσιαστώ για να σώσω το πλοίο. Δεν ήθελα να αναλάβω το θρόνο και με χαρά θα τον αφήσω.
Επιστρέφοντας στην Καππαδοκία, ο Γρηγόριος έγινε ξανά επίσκοπος Ναζιανζού. Πέρασε τα επόμενα χρόνια παλεύοντας με τους αιρετικούς του Αρειανισμού και με την αρρώστια του, και άρχισε να γράφει το De Vita Sua, το αυτοβιογραφικό ποίημά του. Στα τέλη του 383 η υγεία του χειροτέρευσε και τη θέση του ανέλαβε ο Ευλάλιος. Αφού πέρασε μερικά ειρηνικά χρόνια στο οικογενειακό του κτήμα, ο Γρηγόριος πέθανε στις 25 Ιανουαρίου 390.