Δεκέμβριος του 1893 και η έβδομη κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη, που είχε ορκιστεί στις 30 Οκτωβρίου, βρίσκεται αντιμέτωπη με το φάσμα της χρεοκοπίας. Από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι το κράτος αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του προς τα εξωτερικά δάνεια και ότι τα τοκομερίδια θα πληρωθούν κατά 30%.
Τα εσωτερικά δάνεια, ωστόσο, θα πληρώνονταν για να μη χρεοκοπήσουν οι ελληνικές τράπεζες.
Σύμφωνα με το σχετικό βιβλίο των εκδόσεων Καπόν που υπογράφει η Λύντια Τρίχα (Χαρίλαος Τρικούπης, Μια βιογραφική περιήγηση, 2009), το περίφημο «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» δεν ειπώθηκε αυτολεξεί εκείνη την ημέρα (10 Δεκεμβρίου 1893).
«Δεν υπάρχει σχετική καταγραφή στα πρακτικά της Βουλής, κάτι που θεωρητικά θα έπρεπε να έχει γίνει», μου εξηγεί η ίδια. Αλλά «το “Δυστυχώς επτωχεύσαμεν” εκφράσθηκε στην πράξη με ένα νομοσχέδιο περί προσωρινού διακανονισμού του δημοσίου χρέους που κατέθεσε ο Τρικούπης στη Βουλή και το οποίο ουσιαστικά ήταν νομοσχέδιο πτώχευσης. Φυσικό ήταν να αποτελέσει την επομένη πρωτοσέλιδο όλων των εφημερίδων».
Ο Ανδρέας Συγγρός στα απομνημονεύματά του αναφέρει πως άκουσε εκείνη την ημέρα τον Τρικούπη να προφέρει τη φράση στην ομιλία του, ενώ άλλες πηγές επίσης δεν αμφισβητούν την ύπαρξή της, χωρίς, όμως, να είναι απολύτως ξεκάθαρο αν ακούστηκε εντός ή εκτός του κοινοβουλίου.
Σε αυτό το πλαίσιο αναφέρεται ότι η περίφημη φράση ειπώθηκε «εν τη ρύμη του λόγου», αναφέροντας «εν παρόδω» στις αναγκαίες προς τους δανειστές διαπραγματεύσεις ότι «πρέπει να λαλήσωμεν προς αυτούς επτωχεύσαμεν δυστυχώς…».
Αληθινή ή επινοημένη, η φράση του Χαρίλαου Τρικούπη θα συμβολίσει την αρχή του τέλους της πολιτικής του καριέρας.
Οι εκλογές του 1895 θα εξελιχθούν σε πρωτοφανή πανωλεθρία για τον Έλληνα εκσυγχρονιστή, ο οποίος δεν κατορθώνει να εκλεγεί βουλευτής. Απογοητευμένος και απαλλαγμένος από βουλευτικές υποχρεώσεις, ο Τρικούπης θα κάνει ένα μεγάλο ταξίδι στην Ευρώπη που θα κρατήσει 10 ολόκληρους μήνες για να καταλήξει στις Κάννες τον Μάρτιο του 1896.
Πίσω στην Ελλάδα, μια επαναληπτική εκλογή στην επαρχία Βάλτου, όπου εκλέγεται σχεδόν παμψηφεί, θα τον επαναφέρει στο πολιτικό προσκήνιο αλλά, όπως παρατηρεί η Λύντια Τρίχα, για τον ίδιο θα είναι αργά.
Ενώ η Αθήνα ζει με την έξαψη της αναβίωσης των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η Σοφία Τρικούπη λαμβάνει από τον αδελφό της ένα τηλεγράφημα. Άρρωστος με ποδάγρα, που είχε προκαλέσει το αυξημένο ουρικό οξύ, και επιπλοκές στην καρδιά και στα νεφρά του, την καλούσε κοντά του.
Στις 30 Μαρτίου του 1896 το απόγευμα ο Χαρίλαος Τρικούπης θα αφήσει την τελευταία του πνοή σε ένα δωμάτιο του ξενοδοχείου Gray et d’ Albion.