Η εποχή την οποία διανύουμε χαρακτηρίζεται από την οικονομική κρίση των νοικοκυριών αλλά κυρίως από τη βαθιά κρίση των αξιών των ανθρώπων, οι οποίες μας διαχωρίζουν από τα άλλα έμβια άγρια όντα της φύσεως. Η ενασχόλησή μας μόνο με ένα κομμάτι του βίου μας, όπως η διασκέδαση (χοροί και πανηγύρια), κατά πρώτον μας υποβαθμίζει ως ανθρώπους και κατά δεύτερο δεν μας δίνει το δικαίωμα της υπέρβασης ώστε να ασχοληθούμε έμπρακτα με τα λοιπά πιο ουσιαστικά και άμεσα συνδεδεμένα με το μέλλον μας κομμάτια του παραπάνω βίου. Παρατηρώντας τις εικόνες αυτές τις απαράμιλλης συλλογικότητας [του φεστιβάλ], μου γεννάται, ως σκεπτόμενος Έλλην, ένα εύλογο και απλό ερώτημα:
Είναι δυνατόν η μαζικότητα της συμμετοχής αυτής να επιτυγχάνεται σε φεστιβάλ χορού και να μην μπορεί να επιτευχθεί σε θέματα ήσσονος σημασίας όπως η διεθνοποίηση της Γενοκτονίας των προγόνων μας;
Είναι δυνατόν η ΠΟΕ ως ένας από τους πανελλήνιους αντιπροσώπους των ποντιακών σωματείων να μην μπορεί να εκφράσει εκκωφαντικά την αντίρρησή της στις ανιστόρητες τοποθετήσεις του τέως υπουργού παιδείας Ν. Φίλη, προκαλώντας σεισμό στο κέντρο των αποφάσεων με μια παρόμοια αν όχι και μεγαλύτερη σε όγκο παρουσία;
Είναι δυνατόν να μην μπορεί να διοχετεύσει αυτήν τη δυναμική στην Ημέρα Μνήμης της 19ης Μαΐου στην τουρκοδιοικούμενη Θεσσαλονίκη του «κυρίου» Μπουτάρη, δημιουργώντας γέφυρες με το παρελθόν αλλά και με το μέλλον;
Δυστυχώς η έκφραση «εφτάγω γιαρτίμ» –που στα νέα ελληνικά σημαίνει «τείνω χέρι βοηθείας»–, ως λέξη και ως πράξη ωχριάζει με την πάροδο του καιρού. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι η συνείδησή τους δεν ψιθυρίζει την αλήθεια και τον τρόπο που πρέπει να ενεργήσουν. Ο μόνος λόγος, μπορεί να φαντάζει συνωμοτικός, αλλά ίσως να είναι ο χρηματισμός υπό τύπου «δωρεάς» ή ακόμα και η γλυκιά «καρέκλα». Έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε την εκκωφαντική απουσία της ΠΟΕ από το πλάι της ποδοσφαιρικής ομάδας ΠΑΕ Ποντίων Θρυλορίου Κομοτηνής, η οποία υπέστη την ακραία αθλητική βία από την ποδοσφαιρική «οικογένεια» διασυρόμενη στα αθλητικά δικαστήρια και τον μηδενισμό, επειδή ήθελε να τιμήσει τη μνήμη των προγόνων μας με το να μην τους λησμονήσει.
Άραγε πόσο υπερήφανοι θα ήταν οι πρόγονοί μας, οι οποίοι υπέστησαν όλη εκείνη την βαρβαρότητα του ξεριζωμού αλλά και τη βαρβαρότητα της μετεγκατάστασης στην μητέρα Ελλάδα. Ποιος θα μπορούσε να τους αντικρίσει κατάματα…
Πρέπει όλοι να κάνουμε την αυτοκριτική μας να αναλογιστούμε την ευθύνη των πράξεών μας αλλά και της ανυπαρξίας μας από τα σημαντικά γεγονότα ουσίας, έναντι της νεολαίας μας, της γενιάς που παραδειγματίζεται από ημάς. Είμαστε εμείς οι σημερινοί Έλληνες με καταγωγή από τον Πόντο άξιοι να μεταλαμπαδεύσουμε τις αξίες που κληρονομήσαμε από τους παππούδες και γονείς μας σε αυτά τα νέα παιδιά; Είμαστε σε θέση να κρατήσουμε τη φλόγα της ιστορικής αλήθειας άσβεστη; Καλώ όλους ημάς, βάζοντας το χέρι στην καρδιά, να αναλάβουμε επιτέλους την ευθύνη που μας αναλογεί, ευρισκόμενοι σε όποια θέση μας τοποθέτησε το χέρι της Σουμελιώτισσάς μας.
Για να μην μακρηγορώ άλλο, θα κλείσω με τα λόγια ενός φίλου μη Πόντιου ο οποίος μου είχε πει κάποτε ότι «Οι απόγονοι αυτών που στον μαρτυρικό Πόντο αγωνίστηκαν για την πίστη και το έθνος, κατάντησαν μόνο για χορούς και πανηγύρια!».
Κωνσταντίνος Ν. Καλτσίδης
Πρόεδρος Συλλόγου Ποντίων Βορείου Έβρου «Ο Διγενής»