Πριν από περίπου έναν χρόνο, σε μια εξαιρετική συνέντευξή του, ο σπουδαίος Διονύσης Σαββόπουλος περιέγραψε με εύσχημο και εύστοχο τρόπο την εξέλιξη του δημόσιου (δια)λόγου στην εποχή του διαδικτύου. Ανέφερε χαρακτηριστικά:
Ξέρετε, είναι καλό όταν το υλικό αντιστέκεται. Αντιθέτως, μας ψευτοβολεύει όταν το υλικό είναι «εύπλαστο».
Π.χ. όταν έχτιζαν σπίτια με πέτρα –και η πέτρα είναι πολύ δύσκολο υλικό–, ό,τι και να έκαναν είχε μια καλή μορφή. Τα παλιά πέτρινα σπίτια, και των φτωχών ανθρώπων ακόμα, ήταν όλα όμορφα. Το μπετόν είναι εύκολο, επομένως προέκυψαν και πάρα πολλά εκτρώματα. Μια κοπέλα που αντιστέκεται σε κάνει καλύτερο άνδρα. Μια κοπέλα που είναι πολύ εύκολη σε κάνει σαχλό. Η αντίσταση του υλικού έχει μεγάλη σημασία. Και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν αντιστέκονται καθόλου, διότι δεν έχουν όρια. Μπορεί καθένας να γράψει ό,τι του κατέβει. Έτσι όμως φτωχαίνει η έκφραση.
Η ελευθερία της διαδικτυακής έκφρασης προφανώς δεν αποτελεί αρνητική εξέλιξη. Τουναντίον, είναι θετική η προοπτική για τον καθένα να μπορεί να εκφράζει τις σκέψεις, τους προβληματισμούς, τα παράπονά του δίχως περιορισμούς και λογοκρισία. Είναι επίσης θετικό ότι ο απλός πολίτης μπορεί να αρθρώσει δημόσιο λόγο και να επιχειρήσει κάποιου είδους διάλογο με τον οποιοδήποτε, και όλο αυτό να συμβαίνει εκτός του πλαισίου το οποίο ορίζουν οι μεγάλοι ειδησεογραφικοί όμιλοι. Το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν τις προϋποθέσεις για να ταυτιστούν με την ελευθερία έκφρασης και συμμετοχής στα κοινά στο πλαίσιο της –κακώς λεγομένης– «άμεσης δημοκρατίας» (ο ορισμός για τη δημοκρατία είναι ένας και μοναδικός, χωρίς διαβαθμίσεις «αμεσότητας»).
Τι είναι αυτό που πάει στραβά λοιπόν; Τι είναι αυτό που αποστερεί το διαδίκτυο από το να γίνει μια «αρχαία αγορά»; Το κυριότερο στοιχείο είναι η ανωνυμία που υπάρχει σε σχόλια και παρεμβάσεις, ή αντίστοιχα οι ψεύτικοι λογαριασμοί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η ανωνυμία δημιουργεί ανευθυνότητα και χαλαρότητα. Αν ο αρχαίος ρήτορας ανέβαινε στο βάθρο και συνεισέφερε αρνητικά στον δημόσιο διάλογο, δεχόταν αμέσως τη χλεύη και τις αποδοκιμασίες και τίθετο αυτοπρόσωπα ενώπιον των ευθυνών του καλούμενος να επιχειρηματολογήσει.
Η σημερινή αποξένωση καλλιεργεί μια ευκολία του τύπου «ας πούμε και μία ανακρίβεια, δεν χάθηκε ο κόσμος».
Δυστυχώς, το φαινόμενο λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις με υγιείς σκέψεις να αποφεύγουν να συμμετέχουν στη δημόσια συζήτηση και κάποιες άλλες να το κάνουν με πόνο ψυχής μόνο και μόνο επειδή αισθάνονται κάποια σολώνεια ηθική υποχρέωση.
Επικουρικό στοιχείο της κατάστασης είναι η οκνηρία και η αποφυγή της μελέτης. Παρατηρείται ότι πληθώρα σχολίων επί κειμένων στο διαδίκτυο είναι προσβλητικά ή απαξιωτικά χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, στημένα επί μίας τελικά έωλης επιχειρηματολογίας, αφού αυτή στηρίζεται αποκλειστικά στη διατύπωση και στο περιεχόμενο του τίτλου! Φιλοδοξεί κάποιος να ψέξει –και καλά κάνει–, χωρίς όμως να μπει στον κόπο να διαβάσει το κείμενο. Καλώ, όσους ενδιαφέρονται, να μετρήσουν πόσα από τα σχόλια σε κείμενα του διαδικτύου έχουν τη μορφή ερώτησης προς τον εκάστοτε γράφοντα… Κανείς δεν ρωτάει, κανείς δεν εκφράζει έστω μια επιφύλαξη.
Ξέρουμε τα πάντα όντας όλοι γνήσιοι απόγονοι καπεταναίων. Το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ» κυριαρχεί. Είναι η ευκολία της εποχής, στην οποία αναφέρεται και ο Σαββόπουλος, πέρα από το αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με άλλες απόψεις του. Η ευκολία της φωτογραφίας και του φαίνεσθαι, η ευκολία της προχειρότητας, καθώς στο κάτω-κάτω προέχει η εξύψωση του εγώ μας και η φωνή που βγαίνει από τα βάθη της ψυχής μας:
«Θα πω αυτό που θέλω και όπως το θέλω, έχοντας βαθιά την πεποίθηση μέσα μου ότι είμαι ο καλύτερος αλλά και πιο αδικημένος».
Όπως λέει και ο γνωστός κωμικός Χριστόφορος Ζαραλίκος διαφημίζοντας την παράστασή του: «Είμαι ο καλύτερος κωμικός, σύμφωνα με την έγκυρη γνώμη της μάνας μου».