Η πρόσκληση στον Ερντογάν να επισκεφτεί την Ελλάδα προκάλεσε έκπληξη στους διπλωματικούς παρατηρητές. Λογικά δεν υπάρχει κάποιος λόγος γι’ αυτήν την επίσκεψη, αν είναι να ειπωθούν πάλι τα γνωστά τετριμμένα. Για ορισμένους, η αστάθεια και η ρευστότητα στην οποία βρίσκεται η περιοχή επιβάλλουν συναντήσεις με τη γειτονική χώρα η οποία, μονίμως, μας απειλεί στο ύψιστο δυνατό επίπεδο. Αυτό θα μπορούσε να είναι ένας πειστικός λόγος, αρκεί οι συναντήσεις αυτές να λειτουργούν εκτονωτικά και να μην επιδεινώνουν το αδιέξοδο.
Διότι όταν δεν μπορείς να τα βρεις στο επίπεδο των ηγετών, τα πράγματα δυσκολεύουν.
Γίνονται όμως και δεύτερες σκέψεις. Ο Ερντογάν έρχεται στην Ελλάδα αφού έχει ανακοινωθεί η αγορά των S-400 από την Άγκυρα, και αφού ο Έλληνας πρωθυπουργός επισκέφθηκε τις ΗΠΑ, επικεφαλής πολυμελούς κυβερνητικού κλιμακίου στο οποίο συμμετείχε και ο ΥΠΕΞ.
Από τους προσεκτικούς παρατηρητές δεν πέρασε απαρατήρητη η δίωρη συνάντηση του Νίκου Κοτζιά με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ στρατηγό ΜακΜάστερ, αλλά και η συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Μάικ Πενς. Οι ανακοινώσεις που ακολούθησαν δεν δικαιολογούν τις συναντήσεις αυτές.
Τα δεδομένα, λοιπόν, μέχρι στιγμής, είναι ότι οι συναντήσεις του Ερντογάν στην Αθήνα θα γίνουν υπό το βάρος της αγοράς των S-400 και της επίσκεψης του Έλληνα πρωθυπουργού στην Ουάσινγκτον.
Σε αυτό το πλαίσιο, προσθέστε τα εξής:
- Οι ΗΠΑ δεν στήριξαν την κουρδική διοίκηση του Βορείου Ιράκ στο δημοψήφισμα για ανεξαρτησία, και δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην περιοχή. Οι ιρακινές δυνάμεις σε συνεργασία με τους Ιρανούς πολιτοφύλακες κατήγαγαν συντριπτική νίκη κατά των Πεσμεργκά και άλλαξαν τις ισορροπίες. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ εγκαταλείπουν την ιδέα δημιουργίας κουρδικού κράτους. Μια κουρδική οντότητα στην περιοχή συμφέρει πρωτίστως τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Δείχνει, όμως, μια αδυναμία της Ουάσινγκτον και κάνει σκεπτικούς τωρινούς ή μελλοντικούς συμμάχους τους.
- Το Ιράν άφησε να εννοηθεί ότι υπήρξε κρούση από πλευράς Ουάσινγκτον για συνάντηση του Τραμπ με τον Ιρανό πρόεδρο Ρουχανί. Το Ιράν απέρριψε την πρόταση. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, οι ΗΠΑ δείχνουν μια ανεξήγητη αδυναμία ως ισχυρή δύναμη που δρα στην περιοχή.
Όπως έγραψε μια αμερικανική ιστοσελίδα, με τους Πέρσες δεν παίζεις σκάκι. Αυτοί το εφεύραν.
- Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν επισκέφθηκε την Τεχεράνη, και σύμφωνα με δημοσιεύματα του έγινε πρόταση –καθόλα λογικό– συνεργασίας των δύο χωρών με στόχο την απομόνωση των ΗΠΑ στην περιοχή.
- Οι κυβερνητικές δυνάμεις στη Συρία (οι δυνάμεις του Άσαντ) κατέλαβαν την πλούσια σε ενεργειακά αποθέματα περιοχή της Ντέιρ Ελ Ζορ. Την περιοχή διεκδικούσαν και οι συνεργαζόμενες με τις ΗΠΑ δυνάμεις των Κούρδων της Συρίας, στους σχηματισμούς των οποίων συμμετέχουν και Άραβες. Σημαντική απώλεια για τις ΗΠΑ.
- Η Ρωσία, παρά το γεγονός ότι αυτή την περίοδο έχει άριστες σχέσεις με την Τουρκία, κάλεσε στις ειρηνευτικές συνομιλίες της Αστάνας, για το μέλλον της Συρίας, τους Κούρδους της περιοχής. Σε αντίθεση με την Άγκυρα, η Μόσχα δεν τους θεωρεί τρομοκράτες.
- Η Ρωσία δείχνει σημάδια κόπωσης στη συριακή κρίση και αναζητά διέξοδο, ρυθμίζοντας όμως προς το συμφέρον της μεσανατολικές εκκρεμότητες. Δεν είναι καθόλου σίγουρο πως στόχος της είναι η παντελής απουσία των ΗΠΑ από την περιοχή.
- Η ΕΕ περνά υπαρξιακή κρίση και δεν έχει τη δυνατότητα προβολής σκληρής ισχύος. Η ήπια ισχύς την οποία προβάλει δεν είναι σημαντική για την συγκυρία.
- Η Κίνα διεκδικεί ρόλο στην περιοχή, και μια συνεννόηση Κίνας, Ρωσίας και Ιράν δεν αποκλείεται. Αντιθέτως, επιδιώκεται.
- Η Ελλάδα δεν έχει κανένα χαρτί ήπιας πολιτικής απέναντι στην Τουρκία. Το χαρτί της ΕΕ είναι αδύναμο, καθώς οι σημαντικές χώρες της ΕΕ δεν θέλουν την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας αλλά ούτε και η Τουρκία επιδιώκει να ενταχθεί σε μια ΕΕ με τα σημερινά χαρακτηριστικά.
- Ελληνική στρατιωτική αποτροπή, ακόμη, υπάρχει αλλά κινδυνεύει να περιοριστεί επικίνδυνα. Η αναζήτηση μιας νέας στρατιωτικής ισορροπίας και νέων διεθνών ερεισμάτων είναι απολύτως αναγκαία για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Η ελληνική πολιτική απέναντι στη γειτονική χώρα χρειάζεται ολική αναθεώρηση.
Αυτά είναι μερικά από τα νέα δεδομένα της ευρύτερης περιοχής μας τα οποία θα καθορίσουν το χάρτη και τις ισορροπίες μετά τη ρευστότητα που διανύουμε.
Έχει η ελληνική πλευρά αναλύσει και υπολογίσει τις επιλογές, τις ισορροπίες και τις δυνατότητες που διαθέτει για να υποστηρίξει την ακεραιότητα πρωτίστως της χώρας και στη συνέχεια τα ευρύτερα συμφέροντα;
Ας έχουμε όμως υπόψη μας πως οι εξελίξεις δεν επηρεάζουν μόνο την Ελλάδα, αλλά όλες τις χώρες της περιοχής.