Η 7η Νοεμβρίου αποτελεί ημερομηνία ορόσημο για τη Ρωσική Επανάσταση που σηματοδότησε τον σύντομο 20ό αιώνα και δίχασε –ίσως συνεχίζει να διχάζει– την ανθρωπότητα.
Εξάλλου υπήρξε η πρώτη πλήρης και ευθεία αμφισβήτηση του καπιταλισμού.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε κλονίσει ανεπανόρθωτα τη διεθνή καπιταλιστική τάξη πραγμάτων, όπως είχε διαμορφωθεί το 1914. Αν και η Οκτωβριανή Επανάσταση –οκτωβριανή με το παλιό ημερολόγιο (25 Οκτωβρίου), νοεμβριανή με το Γρηγοριανό (7 Νοεμβρίου)– είχε παγκόσμια εμβέλεια, οι ρίζες της βρίσκονται στις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν στη Ρωσία. Πίσω από τη μεγαλοπρεπή πρόσοψη του τσαρικού απολυταρχικού καθεστώτος υπήρχε μια καθυστερημένη αγροτική χώρα που ελάχιστες προόδους είχε να επιδείξει αφότου, το 1861, καταργήθηκε η δουλοπαροικία. Ο φαύλος κύκλος βίας και καταστολής ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά της χώρας, αφού ήδη από τη δεκαετία του 1860 είχαν κάνει την εμφάνισή τους αρκετές ομάδες που πίστευαν στην αποτελεσματικότητα της δυναμικής δράσης ή ακόμα και των τρομοκρατικών ενεργειών. Οι λεγόμενοι ναρόντνικοι, που αργότερα θα εξελίσσονταν στο Σοσιαλεπαναστατικό Κόμμα, είχαν ιδιαίτερη απήχηση στη ρωσική ύπαιθρο – κυρίως μεταξύ των φτωχών αγροτών.
Ρωσική χωροφυλακή, 1890
Μετά το 1890 πάντως η χώρα είχε αρχίσει να κάνει κάποια δειλά βήματα προς την εκβιομηχάνιση. Αυτή η διαδικασία είχε ως συνέπεια την ανάδυση μιας ολοένα και πιο ισχυρής αστικής τάξης, αλλά και πολιτικών δυνάμεων που διαπνέονταν από τις αρχές του Δυτικού φιλελευθερισμού και κοινοβουλευτισμού – κύριοι εκπρόσωποι αυτών των δυνάμεων ήταν οι λεγόμενοι Καντέ, δηλαδή το Συνταγματικό Δημοκρατικό Κόμμα.
Παράλληλα με τις πρώτες βιομηχανίες έκανε τα πρώτα του δειλά βήματα και το ρωσικό βιομηχανικό προλεταριάτο, με τις πρώτες μαζικές όσο και δυναμικές κινητοποιήσεις που χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1890. Αντανάκλαση όλων αυτών των εξελίξεων ήταν και η ίδρυση, το 1898, του μαρξιστικών προσανατολισμών Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, ηγετικές φυσιογνωμίες του οποίου ήταν μεταξύ άλλων ο Πλεχάνοφ, ο Λένιν και ο Μάρτοφ.
Η διάχυτη δυσαρέσκεια που επικρατούσε στη ρωσική κοινωνία έγινε μάλιστα εντονότερη μετά την ταπεινωτική ήττα της χώρας στον ρωσοϊαπωνικό πόλεμο του 1904-1905.
Η πρώτη Ρωσική Επανάσταση, το 1905, είχε ασαφείς στόχους και προσανατολισμούς. Οι φιλελεύθεροι αστοί και οι οπαδοί της συνταγματικής μοναρχίας αμφισβητούσαν το αυταρχικό και οπισθοδρομικό τσαρικό καθεστώς, κατά του οποίου και εξεγέρθηκαν. Από την άλλη, οι εργάτες πήραν επίσης μέρος στην εξέγερση –ιδιαίτερα μετά τα αιματηρά γεγονότα της λεγόμενης Ματωμένης Κυριακής (22 Δεκεμβρίου) στην Αγία Πετρούπολη–, δημιουργώντας μάλιστα το πρώτο σοβιέτ (συμβούλιο) των εργατικών αντιπροσώπων.
Η σφαγή της Ματωμένης Κυριακής
Η επανάσταση του 1905 κατεστάλη σχετικά εύκολα από το τσαρικό καθεστώς, το οποίο αρκέστηκε απλώς σε ορισμένες πολιτικές μεταρρυθμίσεις, όπως, η εκλογή Κοινοβουλίου (Δούμας).
Αντίστοιχα λίγο-πολύ ήταν τα αιτήματα όσων εξεγέρθηκαν τον Φεβρουάριο του 1917, με την προσθήκη βέβαια ενός νέου στοιχείου: της κόπωσης από τα δυόμισι ήδη χρόνια πολέμου, σε συνδυασμό με τη γενική δυσαρέσκεια για τον τρόπο διεύθυνσης της πολεμικής προσπάθειας. Αυτήν την φορά ο τσάρος εξαναγκάσθηκε σε παραίτηση. Την εξουσία ανέλαβε, έτσι, η λεγόμενη Προσωρινή Κυβέρνηση με την υποστήριξη της Δούμας. Ωστόσο σύντομα θα γινόταν φανερός ο υβριδικός και επισφαλής χαρακτήρας του νέου καθεστώτος, καθώς η Προσωρινή Κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει έναν άλλο (υπό διαμόρφωση) πόλο εξουσίας: τα σοβιέτ.
Η Φεβρουαριανή Επανάσταση είχε ως συνέπεια –εκτός των άλλων– να επιστρέψουν από το εξωτερικό εξόριστοι και αυτοεξόριστοι επαναστάτες. Οι περισσότεροι από αυτούς ανήκαν στους Μπολσεβίκους ή στους Μενσεβίκους (όπως λέγονταν οι δύο πτέρυγες του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος μετά τη διάσπαση του 1903), αλλά και στους Σοσιαλεπεναστάτες (γνωστούς και ως Εσέρους, από τα αρχικά του κόμματός τους: SR).
Η Φεβρουαριανή Επανάσταση
Τα σοβιέτ, και ειδικά το σοβιέτ της Πετρούπολης, ήταν κατά κάποιον τρόπο ένας εναλλακτικός πόλος εξουσίας απέναντι στην Προσωρινή Κυβέρνηση.
Το βασικό μαρξιστικό σχήμα έκανε λόγο για δύο, διακριτές μεταξύ τους, επαναστάσεις: θα προηγούνταν η αστική και θα ακολουθούσε η σοσιαλιστική. Τα περισσότερα, λοιπόν, μέλη των σοβιέτ ήταν πρόθυμα να δουν τα γεγονότα του Φεβρουαρίου σαν την αναγκαία αστική επανάσταση η οποία θα εγκαθίδρυε στη Ρωσία κοινοβουλευτικό καθεστώς Δυτικού τύπου, παραπέμποντας τη σοσιαλιστική επανάσταση σε μια μεταγενέστερη, απροσδιόριστη προς ώρας, στιγμή.
Αυτήν την άποψη είχαν και τα πρώτα δύο στελέχη των Μπολσεβίκων που είχαν καταφέρει να επιστρέψουν στην Πετρούπολη: ο Στάλιν και ο Κάμενεφ.
Τα πράγματα άλλαξαν ριζικά όταν, τον Απρίλιο του 1917, επέστρεψε στη Ρωσία ο Λένιν, όντας αρχικά σχεδόν ο μόνος από τους ηγέτες των Μπολσεβίκων που είχε αντίθετη άποψη. Ο Λένιν αμφισβήτησε την άποψη ότι όσα είχαν συμβεί συνιστούσαν, απλώς, την απαραίτητη για την εξέλιξη της χώρας αστική επανάσταση. Κατά τη γνώμη του, η επανάσταση που είχε ξεσπάσει τον Φεβρουάριο θα μπορούσε να υπερβεί τα όρια της αστικοδημοκρατικής αλλαγής. Η δυαδική εξουσία που υπήρχε εκ των πραγμάτων μετά την πτώση του τσαρικού καθεστώτος συνιστούσε παράλληλα και μια μορφή «κενού εξουσίας». Σε όλη τη Ρωσία συμβούλια, (σοβιέτ) εργατών και αγροτών έκαναν καθημερινά την εμφάνισή τους αμφισβητώντας το κύρος και την εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης.
Στάλιν, Λένιν και Τρότσκι σε νεανική φωτογραφία
Αγρότες καταλάμβαναν εκτάσεις, εργάτες έθεταν υπό τον έλεγχό τους εργοστάσια, στρατιώτες αναδείκνυαν τους επικεφαλής τους με ψηφοφορία, η στρατιωτική ιεραρχία είχε καταλυθεί και μονάδες βρίσκονταν υπό διάλυση. Όταν λοιπόν ο Λένιν αποφάσισε να επαναπροσδιορίσει τους στόχους της Επανάστασης με τις περιώνυμες «Θέσεις του Απρίλη», το έδαφος ήταν ήδη πρόσφορο για τις προτάσεις του.
Το καλοκαίρι του ’17 ο Λένιν, παρά τις αντιξοότητες, κατάφερε να πείσει τα άλλα ηγετικά στελέχη του κόμματός του, αν και στα σοβιέτ οι απόψεις του παρέμεναν μειοψηφικές.
Μετά και την αποτυχημένη απόπειρα κατάληψης της εξουσίας από τον δεξιό στρατηγό Κορνίλοφ, ήδη τον Σεπτέμβριο, οι Μπολσεβίκοι είχαν καταφέρει να διαθέτουν την πλειοψηφία στα σοβιέτ της Πετρούπολης και της Μόσχας.
Τον Οκτώβριο ο Λένιν, έχοντας επιστρέψει μεταμφιεσμένος στην Πετρούπολη (είχε καταφύγει στη Φινλανδία για να μη συλληφθεί από την Προσωρινή Κυβέρνηση), εξασφάλισε τη σύμφωνη γνώμη της Κεντρικής Επιτροπής των Μπολσεβίκων. Την προετοιμασία για την υλοποίηση της απόφασης ανέλαβε η στρατιωτική επαναστατική επιτροπή των σοβιέτ της Πετρούπολης, τον έλεγχο της οποίας είχαν σαφώς οι Μπολσεβίκοι.
Σημαντικό ρόλο στις προετοιμασίες για την κατάληψη της εξουσίας έπαιξε επίσης ο Τρότσκι, ο οποίος είχε ενταχθεί στους Μπολσεβίκους μετά την επιστροφή του στην Πετρούπολη, το καλοκαίρι του 1917.
Στις 25 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το Γρηγοριανό Ημερολόγιο) η Κόκκινη Φρουρά, την οποία αποτελούσαν κυρίως εργάτες, κατέλαβε στρατηγικής σημασίας θέσεις στην Πετρούπολη και σύντομα τα χειμερινά ανάκτορα. Η Προσωρινή Κυβέρνηση κατέρρευσε χωρίς καν να προβάλλει ουσιαστική αντίσταση.
Για πολλούς ήταν η μεγαλύτερη επανάσταση του 20ού αιώνα. Για άλλους, ένα «αναίμακτο πραξικόπημα».
Οι δυσκολίες αρχίζουν από την επόμενη μέρα. Τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα που απασχολούν και σήμερα τα επαναστατικά μαρξιστικά ρεύματα ήταν ο Λένιν, που έφυγε νωρίς, ο Στάλιν και ο Τρότσκι, ενώ αξιοσημείωτος ήταν και ο ρόλος (και η παρουσία) των Αναρχικών.
Η εξέλιξη, και κυρίως η κατάληξη της επανάστασης δεν πρέπει να ικανοποίησε. Το γραφειοκρατικό φαινόμενο κυριάρχησε, και η ανάδυση του Στάλιν έμελλε να βάψει με πολύ αίμα μια πολιτική πρόταση που υποσχόταν την απελευθέρωση του ανθρώπου. Παράλληλα, με την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος, το 1989, άρχισε να αμφισβητείται και η μαρξιστική θεωρία ως σύγχρονη πρόταση εναλλακτικής διακυβέρνησης.