Ο Αλέξης Τσίπρας, αν μη τι άλλο, είναι ένας τυχερός άνθρωπος. Όχι μόνο έγινε πρωθυπουργός ηγούμενος ενός κόμματος της Αριστεράς το οποίο σε κάθε εκλογική αναμέτρηση αγωνιούσε αν θα φθάσει το όριο του 3%, αλλά καταγράφεται στην ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία με την «kolotoumba» του 2015, όταν, μετά το δημοψήφισμα, εφήρμοσε την ακριβώς αντίθετη πολιτική από το αποτέλεσμα. Τον θυμήθηκε τις τελευταίες ημέρες η ισπανική εφημερίδα ***El País**, η οποία σε σχετικό άρθρο της για το καταλανικό δημοψήφισμα και τις επαμφοτερίζουσες δηλώσεις του Καταλανού προέδρου πρότεινε να εισαχθεί στο ευρωπαϊκό πολιτικό λεξιλόγιο ο όρος «kolotoumba».
Αν συμβεί, ο κ. Τσίπρας θα περάσει στην ευρωπαϊκή ιστορία – έστω με την «kolotoumba» του.
Αλλά η τύχη του Τσίπρα δουλεύει ακόμη περισσότερο. Οι εξελίξεις τον φέρνουν ώστε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, περίπου ενός έτους, να συναντάται με δύο Αμερικανούς προέδρους.
Πέρα από τις επίσημες διαρροές και το πρόγραμμα που ανακοινώθηκε για την επίσκεψη Τσίπρα στις ΗΠΑ στις 17 Οκτωβρίου, εκείνο που προέχει είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σοβαρό πρόβλημα με την Τουρκία. Δεν θεωρούν πλέον πως το ζήτημα των διαταραγμένων σχέσεων της υπερδύναμης με την ασιατική χώρα είναι θέμα Ερντογάν. Ο Ερντογάν απλώς το ανέδειξε, με τον απροκάλυπτα… «ποντιακό» τρόπο που τον διακρίνει. Με ευθύτητα και ένταση.
Στην Τουρκία, σύμφωνα και με δημοσιεύματα έγκυρων αμερικανικών εντύπων, και η κεμαλική αντιπολίτευση αλλά και το στράτευμα διακρίνονται από μια ακραία εθνικιστική λογική την οποία υπηρετούν απαρέγκλιτα. Δεν υπάρχει δύναμη που να βρίσκεται κοντύτερα στις ΗΠΑ, ούτε και οι ΗΠΑ αλλά και η Δύση μοιράζονται το ίδιο σύστημα αξιών με την Τουρκία. Αν δεν ήταν ήδη μέλος του ΝΑΤΟ, η Τουρκία δύσκολα θα εντασσόταν, σήμερα, στη συμμαχία.
Η ουσιαστική ρήξη επήλθε την επομένη της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά δεν ήθελε να το αναγνωρίσει κανείς.
Δυστυχώς η αμερικανική γραφειοκρατία εργάζεται, ακόμη και σήμερα, με τα δεδομένα του Ψυχρού Πολέμου, και με αυτά αντιμετωπίζει την Άγκυρα. Αλλά ο Ψυχρός Πόλεμος όπως τον ξέραμε τελείωσε. Ένας άλλος μπορεί να αρχίζει, αλλά σ’ αυτόν η Τουρκία δεν βρίσκεται στο πλευρό της Δύσης. Μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να πάει και με τη Ρωσία.
Υπάρχουν σοβαρές δυνάμεις στις ΗΠΑ στις οποίες, προς το παρόν, ίσως να μην συγκαταλέγεται ο υπουργός Εξωτερικών –ο οποίος τα χρόνια των ριζικών διεθνών μεταβολών ασχολιόταν με τα πετρέλαια και τις εξορύξεις τους– που ζητούν επιμόνως αναθεώρηση της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στην Άγκυρα. Η Τουρκία, λένε, δεν μπορεί να είναι στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ. Και αναφέρουν ένα σωρό λόγους, μεταξύ των οποίων τη διάσταση ΗΠΑ και Τουρκίας στο Κουρδικό, το Ιράκ, τη Συρία, αλλά κυρίως το Ιράν. Παραδόξως, θυμήθηκαν και την περίπτωση της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο και της ελληνοτουρκικής έντασης στο Αιγαίο.
Η ευκαιρία που δίνεται στον Αλέξη Τσίπρα είναι να βοηθήσει να γίνει αντιληπτή από την αμερικανική διοίκηση αυτή η θεμελιώδης διάσταση ΗΠΑ-Τουρκίας αλλά και να διευκολύνει τον πρόεδρο των ΗΠΑ να απομακρυνθεί από μια στρατηγική συμμαχία που έχει αρνητικές συνέπειες για τις ΗΠΑ.
Εκείνο που κυρίως θα πρέπει να γίνει σαφές στον Αμερικανό πρόεδρο είναι η ισορροπία στρατιωτικών δυνάμεων.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος και δεν συμφέρει επ’ ουδενί τις ΗΠΑ να ανατρέψουν την ισορροπία αυτή μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αν πωλήσουν στην Άγκυρα F-35, να χαρίσουν και στην Ελλάδα τον αναγκαίο αριθμό για να μπορεί να αντεπεξέλθει ως το προκεχωρημένο δυτικό φυλάκιο στα ασιατικά καθεστώτα. Αν η Τουρκία αγοράσει τους S-400, να παραχωρηθούν ανάλογα οπλικά συστήματα και στην Ελλάδα.
Ίσως το μήνυμα αυτής της επίσκεψης το έχουν συλλάβει οι Τούρκοι, και έσπευσαν την εβδομάδα που πέρασε να δημιουργήσουν αμφιβολίες για την αγορά των S-400 υποστηρίζοντας πως δεν ικανοποιούνται οι όροι για πρόσβαση των Τούρκων στην υψηλή τεχνολογία των πυραύλων και συμπαραγωγή τους – κάτι που εξαρχής ήταν γνωστό πως δεν θα το επέτρεπαν οι Ρώσοι. Μάλλον ως πρόσχημα μοιάζει, για να στείλει το μήνυμα στα αμερικανικά κέντρα ότι η Άγκυρα είναι διατεθειμένη να υπαναχωρήσει από την αγορά των πυραύλων.
Πρόκειται για τα γνωστά «τουρκικά παζάρια», τόσο συνηθισμένα στην Ανατολή.
Υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα που θα ήταν ενδιαφέρον να τεθεί στη συνάντηση Τράμπ- Τσίπρα: το ζήτημα της ΑΟΖ. Το εξήγησε πολύ καλά ο καθηγητής Θόδωρος Καρυώτης σε ανοικτή επιστολή του προς τον πρωθυπουργό. Οι ΗΠΑ θα πρέπει να ενθαρρύνουν, να υποστηρίξουν και να διευκολύνουν την ανακήρυξη ΑΟΖ από την Ελλάδα στην Ανατολική Μεσόγειο με βάση την αρχή ότι και τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ (επήρεια Καστελόριζου).
Οι ίδιες οι ΗΠΑ το υποστηρίζουν αυτό για τον εαυτό τους, αποθαρρύνουν όμως την Ελλάδα να το κάνει. Το ίδιο και με τα χωρικά ύδατα. Η Ουάσινγκτον έχει ζητήσει επανειλημμένως από την Αθήνα να μην προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, κυρίως διότι ενοχλείτο η Άγκυρα. Βεβαίως και διότι στενεύουν οι διεθνείς διάδρομοι στο Αιγαίο, αλλά αυτό είναι ένα ζήτημα που λύνεται.
Ήρθε η ώρα το αμερικανικό κατεστημένο να δει τα πραγματικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή και τα συμφέροντα αυτά δεν τα ικανοποιεί η Τουρκία. Δεν το έκανε ποτέ. Στα πρώτα χρόνια του 1990 είχε αναλάβει το ρόλο να επηρεάσει τις τουρκόφωνες χώρες της κεντρικής Ασίας. Δεν κατάφερε τίποτε. Στη συνέχεια παρουσιάστηκε ως χώρα υπόδειγμα για τη Μέση Ανατολή. Όχι μόνο δεν κατάφερε τίποτε, αλλά βούλιαξε στον μεσανατολικό βάλτο. Οι μεσανατολικές μνήμες από την οθωμανική περίοδο είναι ακόμη ζωντανές. Και η ένταση με τις ΗΠΑ αποκαλύπτει το βαθύ χάσμα που χωρίζει τα συμφέροντα των δύο χωρών.
Αν οι Αμερικανοί υπεύθυνοι για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής συνεχίσουν να βλέπουν την σημερινή Τουρκία μέσω του παραμορφωτικού φακού του Ψυχρού Πολέμου, θα οδηγούνται σε συνεχή αδιέξοδα.
Κοινές αξίες Τουρκίας και Δύσης δεν υπάρχουν. Καιρός να γίνει αντιληπτό και να υποστηριχτεί η χώρα που βρίσκεται στην οριογραμμή αυτής της αλλαγής πολιτικών και πολιτισμικών προτύπων. Να υποστηριχτεί η Ελλάδα.