Στις 17 Νοεμβρίου 2014 η ελληνική γη άνοιξε τα σπλάχνα της για να υποδεχθεί ένα άξιο τέκνο της πατρίδας, τον σπουδαίο βυζαντινολόγο και ιστορικό του σύγχρονου Πόντου, Πολυχρόνη Ενεπεκίδη. Ο άνθρωπος που στην κυριολεξία άνοιξε το δρόμο για τις συζητήσεις γύρω από το μείζον θέμα της Γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών στις 12 Οκτωβρίου 2014.
Ωστόσο οι προξενικές Αρχές της Βιέννης, όπου ζούσε για πολλές δεκαετίες, ενημερώθηκαν για το θάνατό του 18 ημέρες μετά, χάρη σε μια επιστολή από δικηγορικό γραφείο με την οποία ζητούνταν να εντοπιστούν οι συγγενείς του καθηγητή.
Παρά το γεγονός ότι ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης ήταν ο πρώτος Έλληνας που μελέτησε τα αυστριακά και γερμανικά αρχεία που αφορούσαν την περίοδο 1909-1918, αποδεικνύοντας επί της ουσίας τον γενοκτονικό σχεδιασμό των Νεότουρκων, ελάχιστοι ήταν αυτοί που έδωσαν το παρών στην κηδεία του, που έγινε στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Δημητρίου Κηφισιάς.
Ποιος ήταν ο σπουδαίος Έλληνας
Ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης του Κυπριανού γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 1917 στην Αμισό του Πόντου. Σπούδασε φιλολογία και ιστορία στη φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στη Βιέννη και τη Σορβόνη. Από το 1942 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην αυστριακή πρωτεύουσα και τέσσερα χρόνια αργότερα αναγορεύτηκε διδάκτορας. Το 1953 ανακηρύχθηκε υφηγητής και το 1960 έγινε καθηγητής στην έδρα της Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας. Το 1974 έγινε προϊστάμενος στο Ινστιτούτο Βυζαντινών Σπουδών. Μετά τη συνταξιοδότησή του, το 1982, ανακηρύχθηκε ομότιμος καθηγητής του ίδιου πανεπιστημίου.
Ασχολήθηκε με την ιστορική έρευνα σε αρχεία και βιβλιοθήκες στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία, την Ελβετία, την Ιταλία, τη Μεγάλη Βρετανία, την Ουγγαρία και την Ελλάδα. Κατάφερε να συγκεντρώσει όλους τους νόμους του αυστριακού κράτους που αφορούσαν τους Έλληνες εμπόρους με τουρκική και στη συνέχεια με αυστριακή υπηκοότητα, στη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα.
Με τις επιστημονικές έρευνές του ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης απομυθοποίησε τη νεότερη ελληνική ιστορία. Μάλιστα με βάση τα ευρήματά του στα ευρωπαϊκά αρχεία και τα χειρόγραφα προσπάθησε να απαλλάξει την ελληνική ιστορία από τις στρεβλώσεις.
Τα σπουδαιότερα έργα του είναι:
- Η δόξα και ο Διχασμός. Από τα μυστικά αρχεία Βιέννης, Βερολίνου και Βέρνης, 1908-1918,
- Η Βασιλική ανταρσία 1916-1918,
- Οι διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου (1908-1918) βάσει των ανέκδοτων εγγράφων των κρατικών αρχείων της Αυστροουγγαρίας,
- Η Ελληνική Αντίστασις 1941-1944, όπως αποκαλύπτεται από τα μυστικά αρχεία της Βέρμαχτ εις την Ελλάδα,
- Οι διωγμοί των Εβραίων εν Ελλάδι 1941-1944: επί στη βάσει των μυστικών αρχείων των ΕΣ-ΕΣ,
- Η Θεσσαλονίκη στα χρόνια 1875-1912,
- Τραπεζούντα-Κωνσταντινούπολη-Σμύρνη, τρία κέντρα του μικρασιατικού ελληνισμού 1800-1923,
- Γενοκτονία στον Εύξεινο Πόντο. Διπλωματικά έγγραφα από τη Βιέννη (1909-1918) κ.α. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Βλάσης Αγτζίδης, «στα έγγραφα αυτά φαίνεται καθαρά ότι οι Αυστρογερμανοί διαπίστωναν ότι η πολιτική της γενικευμένης εθνικής εκκαθάρισης υπαγορεύτηκε από την παντουρκιστική ιδεολογία που τότε κυριαρχούσε στους τουρκικούς πληθυσμούς καθώς και από “τη βουλιμία των Τούρκων για την πλούσια ελληνική περιουσία”».
Τιμήθηκε με τα χρυσά παράσημα του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης, της προεδρίας της Αυστριακής Δημοκρατίας, του πρωθυπουργού της Αυστρίας και της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Ο συγγραφέας Ιάκωβος Χονδροματίδης στο βιβλίο του Οι δωσίλογοι της Κατοχής αναφέρει ότι ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης ήταν ένας από τους Έλληνες φυγάδες της Βιέννης που εγκατέλειψαν την Αθήνα και συμμετείχε ως εκπρόσωπος του τμήματος Νεολαίας της Εθνικής Επιτροπής στην κατάθεση στεφάνου στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, στην αυστριακή πρωτεύουσα κατά την επέτειο της ελληνικής επανάστασης του 1821.
Ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης παντρεύτηκε μια φορά, το 1962, και δεν απέκτησε παιδιά.