Χωρίς καμιά υπερβολή, όλοι μαζί στη Θεσσαλονίκη, σεμνά και ταπεινά, καρτερούσαμε αυτήν τη στιγμή της επιβλητικής παρουσίας του Θωρηκτού «Αβέρωφ» στο λιμάνι μας. Σε αυτό το τόλμημα ένας ήταν ο φόβος μας, μήπως φανούμε κατώτεροι των προγόνων μας, που στο Ναυτικό τους λατρεύουμε σαν αγίους. Διότι η έλευση του θρυλικού Θωρηκτού «Αβέρωφ» στη Θεσσαλονίκη δεν είναι μια απλή εορταστική παρουσία του Πολεμικού Ναυτικού. Είναι μια ιστορική παρουσία που συμβολίζει την ταύτιση μιας κατεξοχήν ναυτικής χώρας με το Πολεμικό της Ναυτικό, που ποτέ δεν υπέστειλε τις σημαίες του. Μια παρουσία που υπενθυμίζει πως τα θεμέλια του ελληνικού έθνους είναι θαλασσινά και πως ο χρησμός των ξύλινων τειχών είναι διαχρονικά επιβεβαιωμένος και δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση. Ελλάδα και Θάλασσα είναι έννοιες ταυτόσημες.
Το όποιο αφιέρωμα στο Θωρηκτό «Αβέρωφ», που καθόρισε τις νικηφόρες ναυμαχίες του ελληνικού στόλου κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, δεν μπορεί παρά να ξεκινά από το Αιγαίο.
Το Αιγαίο, το οποίο αποτέλεσε πάντα έναν ενιαίο και αναπόσπαστο χώρο κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας και κυρίως πολιτιστικής δημιουργίας. Από την προϊστορία μέχρι σήμερα, οι δεσμοί που συνέδεαν τα νησιά μεταξύ τους αλλά και με τις δύο εκατέρωθεν ακτές, την ελληνική και τη μικρασιατική, ήταν στενοί και οι αλληλεπιδράσεις έντονες.
Εκτός όμως από χώρος δημιουργίας, το Αιγαίο είναι και τόπος όπου σμίγουν σπουδαίοι δρόμοι επικοινωνίας και εμπορίου, θαλάσσιοι και χερσαίοι, γεγονός που αναπόφευκτα το καθιστά πεδίο συνεύρεσης αλλά και σύγκρουσης πολιτισμών. Η γεωγραφία της νοτιοανατολικής Ευρώπης και οι ιστορικές συγκυρίες το θέλησαν έτσι ώστε το συγκεκριμένο αρχιπέλαγος να γίνει εστία της διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού και κέντρο της διαμόρφωσης του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Συχνά μετατράπηκε σε θέατρο σφοδρών αντιπαραθέσεων μεταξύ Ανατολής και Δύσης, ή αν προτιμάτε, μεταξύ Ασίας και Ευρώπης, ο δρόμος για το χρυσόμαλλο δέρας, ο δρόμος που έκανε την Τροία ισχυρή και ξακουστή, ο δρόμος που επέλεξε ο Μέγας Αλέξανδρος.
Στην πιο πρόσφατη τέτοια σύγκρουση, στις αρχές του 20ού αιώνα, η Ελλάδα ως ένα σύγχρονο κράτος πια βρέθηκε να διεκδικεί από την παρηκμασμένη Οθωμανική αυτοκρατορία εδάφη με έντονα ελληνικό χαρακτήρα τόσο από πολιτισμική και ιστορική άποψη όσο κυρίως από άποψη πληθυσμιακής σύνθεσης.
Τη λύση ήρθαν να δώσουν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-13. Οι πόλεμοι αυτοί έμελλαν να ολοκληρώσουν το έργο που ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Η Επανάσταση, μαζί με τα άλλα εθνικά κινήματα που εκδηλώθηκαν στα Βαλκάνια κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα –των Σέρβων, των Μαυροβουνίων, των Βουλγάρων, των Βοσνίων– έσπειραν το σπόρο της παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με τους Βαλκανικούς Πολέμους οι ίδιες δυνάμεις θέρισαν τους πλούσιους καρπούς αυτής της σποράς, σηματοδοτώντας ταυτόχρονα το τέλος της εποχής των μεγάλων αυτοκρατοριών στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Μια νέα περίοδος ανέτειλε στη Ευρώπη. Η Ελλάδα είχε τα μέγιστα δυνατά οφέλη από τους Βαλκανικούς Πολέμους με την ενσωμάτωση της Ηπείρου, της Μακεδονίας και των νησιών του Αιγαίου.
Το σημαντικότερο όμως επίτευγμα ήταν η καθιέρωσή της ως κυρίαρχης δύναμης στο Αιγαίο, για πρώτη φορά μετά από αιώνες.
Το ότι η Ελλάδα είχε τα μέγιστα δυνατά οφέλη και τέτοιες πραγματικά ανεπανάληπτες επιτυχίες στους Βαλκανικούς Πολέμους, και ιδιαίτερα στο μέτωπο του Αιγαίου, ήταν το αποτέλεσμα ιδιοφυών στρατιωτικών κινήσεων, προσεκτικών διπλωματικών χειρισμών αλλά και ευμενών συγκυριών. Είναι αλήθεια ότι το σύνολο της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας είχε μεριμνήσει τη δεκαετία που προηγήθηκε των πολέμων ώστε να ενισχυθεί κατάλληλα το στράτευμα και ιδιαίτερα ο στόλος, κυρίως με την αγορά του ολοκαίνουργιου θωρηκτού «Αβέρωφ», η ταχύτητα και η ευελιξία του οποίου αποτέλεσαν τα θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομήθηκαν πολλοί από τους ναυτικούς θριάμβους. Ωστόσο, κανείς δεν γνωρίζει πώς θα εξελίσσονταν τα πράγματα αν στο τιμόνι της χώρας δεν βρισκόταν ο ιδιοφυής πολιτικός και αναμορφωτής της σύγχρονης Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος, ή αν στην ηγεσία του στόλου δεν είχε αναδειχθεί ο ικανότατος και τολμηρός ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης.
Σε αυτούς, αλλά και στους κυβερνήτες, τους αξιωματικούς και τα πληρώματα των πολεμικών πλοίων, στους πεζικάριους που μεταφέρθηκαν με τα πλοία για να δώσουν τις στεριανές μάχες όπου χρειάστηκε, αλλά και στον ηρωικό Βότση που με το παράτολμο εγχείρημά του έδωσε το σύνθημα για να ξαναγίνει το Αιγαίο θάλασσα ελληνική, αποτίουμε φόρο τιμής και το σεβασμό μας.
Ας μείνει ο αγώνας όλων αυτών που αγωνίστηκαν για την πατρίδα, στη θάλασσα και στη στεριά, στο Αιγαίο τη Μακεδονία και την Ήπειρο, άλλοτε δίνοντας τη ζωή τους κι άλλοτε ξεγελώντας το θάνατο, παράδειγμα αρετής και τόλμης για όλους εμάς και για τις γενιές που θα ’ρθουν.
Δημήτρης Τσαϊλάς
Υποναύαρχος Π.Ν. ε.α.
- Φωτογραφίες: averoph.wordpress.com.