Με… ερμηνευτικές ακροβασίες των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) επιχειρεί η κυβέρνηση να εξασφαλίσει την ψήφιση της τροπολογίας Κοντονή και από τον κυβερνητικό εταίρο, δημιουργώντας σύγχυση ώστε να συσκοτισθεί η «τούμπα» των ΑΝΕΛ. Οι πληροφορίες περί…συμπλήρωσης της τροπολογίας, με το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ, δεν έχει προφανώς καμία σημασία καθώς η ΕΣΔΑ έχει υπογραφεί και επικυρωθεί από την Ελλάδα και ισχύει στο σύνολό της, και συνεπώς οι επιφυλάξεις που υπάρχουν στην άσκηση του δικαιώματος «συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι» για λόγους «εθνικής ασφάλειας» (του άρθρου 11) ίσχυαν φυσικά και για την τροπολογία η οποία κατετέθη και με την οποία διαφώνησαν οι ΑΝΕΛ.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον όμως είναι ότι οι αποφάσεις του ΕΔΑΔ δεν αφορούν μόνο τη Θράκη αλλά και όσους επιχειρούν να συγκροτήσουν Συλλόγους που υποστηρίζουν την ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα, και φυσικά ακόμη πιο σημαντικό από τη διαδικασία επανάκρισης των υποθέσεων είναι το σκεπτικό των αποφάσεων του ΕΔΑΔ που καθιστά εξαιρετικά δυσχερείς τους ελληνικούς χειρισμούς, καθώς δεν λαμβάνουν υπόψη τις ρυθμίσεις της Λοζάνης ούτε ευαίσθητα ζητήματα που αφορούν τις διακρατικές σχέσεις της χώρας, ενώ έχει απορριφθεί το επιχείρημα επιβουλής για τη δημόσια ασφάλεια.
Και πάλι όμως πρέπει να επισημανθεί ότι η «μάχη» στη Θράκη πρέπει να δοθεί με εθνική συνολική πολιτική για το μειονοτικό που θα εξουδετερώσει την προώθηση του τουρκισμού από οργανώσεις που προσπαθούν να υποκαταστήσουν την πολιτεία. Και είναι οργανώσεις που σε άλλες έχει απαγορευθεί η λειτουργία τους αλλά λειτουργούν κανονικά, και άλλες που δεν έχουν καν ανάγκη να έχουν τον όρο «τουρκικός» στον τίτλο τους για να εκτελέσουν τη διατεταγμένη υπηρεσία τους.
Στη συζήτηση αυτή όμως πρέπει να εκτεθούν όλα τα στοιχεία που συστηματικά αποκρύβονται:
- Η τροπολογία δεν αφορά, όπως λανθασμένα έχει θεωρηθεί, μόνο την υπόθεση της «Τουρκικής Ένωσής Ξάνθης» (ΤΕΞ), του «Πολιτιστικού Συλλόγου Τούρκων Γυναικών Νομού Ροδόπης» και του «Συλλόγου Νεολαίας Μειονότητας Νομού Έβρου» οι οποίες δικαιώθηκαν από το ΕΔΑΔ, αλλά αφορά και τη «Στέγη Μακεδονικού Πολιτισμού» που απροκάλυπτα έθετε θέμα προβολής μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα.
- Αν και η κυβέρνηση δηλώνει ότι η τροπολογία απλώς και μόνο αφορά το διαδικαστικό, και απέναντι στην πίεση που υπάρχει (καθώς οι αποφάσεις του ΕΔΑΔ είναι δεσμευτικές) επιχειρείται παράκαμψη της εφαρμογής των αποφάσεων αυτών, αποκρύπτεται ποιο ήταν το σκεπτικό με το οποίο έλαβε τις αποφάσεις το ΕΔΑΔ, και το οποίο πλέον αποτελεί νομολογία του Δικαστηρίου.
- Στην περίπτωση της ΤΕΞ, το ΕΔΑΔ επισημαίνει ότι βάσει του άρθρου 11 ο καθένας μπορεί να ιδρύει σύλλογο που μπορεί να επιδιώκει εκτός άλλων (κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών κτλ.) σκοπών και την προστασία της πολιτιστικής και πνευματικής κληρονομιάς, καθώς και την αναζήτηση μιας εθνικής ταυτότητας ή την επιβεβαίωση μιας μειονοτικής συνείδησης.
Σε ό,τι αφορά και την απόφαση διάλυσης ενός σωματείου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «Ακόμα και αν ο σκοπός του σωματείου ήταν η προώθηση της ιδέας ότι υπάρχει στην Ελλάδα μια εθνική μειονότητα, δεν θα μπορούσε τούτο να απειλήσει μια δημοκρατική κοινωνία, ιδιαίτερα επειδή ουδόλως γίνεται μνεία στο καταστατικό του περί προσφυγής των μελών του στη χρήση βίας ή αντιδημοκρατικών ή αντισυνταγματικών μέσων.
»Το ΕΔΑΔ, αν και έλαβε υπόψη τις αιτιολογίες των ελληνικών δικαστηρίων, δεν διαπίστωσε δραστηριότητες του σωματείου κατά το χρόνο της διάλυσής του που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη, την εδαφική ακεραιότητα ή τις δημοκρατικές αξίες. Αντίθετα, διαπίστωσε ότι οι δραστηριότητές του επιβεβαιώνουν μόνο την εκδήλωση και διατράνωση μιας μειονοτικής συνείδησης…
»Καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει τις πεποιθήσεις του σχετικά με την εθνική του ταυτότητα».
Κρίθηκε ακόμη ότι ο πρόεδρος ή τα μέλη του σωματείου δεν επικαλέστηκαν ποτέ την προσφυγή στη βία ή την εξέγερση, ή προέβησαν σε άλλη μορφή απόρριψης των δημοκρατικών αρχών, και σε κάθε περίπτωση αν πράγματι το σωματείο ήταν απειλή για τη δημόσια τάξη θα έπρεπε να εφαρμοσθεί το άρθρο 138 του Ποινικού Κώδικα (επιβουλή της ακεραιότητας της χώρας).
Ο Άρειος Πάγος με την αιτιολογία της μη δεσμευτικότητας των αποφάσεων του ΕΔΑΔ απέρριψε το νέο αίτημα της ΤΕΞ για επανεγγραφή στο Βιβλίο Σωματείων του Πρωτοδικείου (παρά το γεγονός ότι το άρθρο 46 της ΕΣΔΑ ομιλεί για δεσμευτικότητα και το άρθρο 28 του Συντάγματος αναφέρει ότι η ΕΣΔΑ αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού Δικαίου).
Το ΕΔΑΔ είχε δικαιώσει όμως σωματείο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και επτά Έλληνες πολίτες, των οποίων η αίτηση για την εγγραφή του σωματείου τους με τίτλο «Στέγη Μακεδονικού Πολιτισμού», στο καταστατικό του οποίου αναφερόταν ότι τα μέλη του είναι «μακεδονικής» εθνικής καταγωγής και ότι έχουν «μακεδονική εθνική συνείδηση» απορρίφθηκε από το Πρωτοδικείο Φλώρινας, απόφαση που επικυρώθηκε από το Εφετείο Θεσσαλονίκης και τον Άρειο Πάγο.
Αποδεχόμενο παραβίαση του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ, το Δικαστήριο επιδίκασε στους προσφεύγοντες το ποσό των 12.000 ευρώ. Και στο σκεπτικό ανέφερε τα εξής:
«…Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι σκοποί του προσφεύγοντος σωματείου, που αναφέρονται, γενικά, στο καταστατικό του, δύσκολα μπορούσαν από μόνοι τους να επιφέρουν παραβίαση της δημόσιας τάξης», και ότι «ακόμα και αν υποτεθεί ότι οι ιδρυτές σωματείου επικαλούνται μειονοτική συνείδηση, το Έγγραφο της Διάσκεψης της Κοπεγχάγης για την ανθρώπινη διάσταση της ΔΑΣΕ (Κεφάλαιο IV) της 29ης Ιουνίου 1990 και ο Χάρτης του Παρισιού για μια Νέα Ευρώπη της 21ης Νοεμβρίου 1990 –που η Ελλάδα επιπλέον υπέγραψε– τους επιτρέπουν να ιδρύουν σωματεία για να προστατεύσουν την πολιτιστική και πνευματική τους κληρονομιά».
Και σε αυτή την υπόθεση το ΕΔΑΔ έκρινε ότι δεν προέκυψε από τον φάκελο της υπόθεσης ότι οι προσφεύγοντες «έλαβαν κατά την εποχή των πραγματικών περιστατικών πρωτοβουλίες ή πραγματοποίησαν δράσεις ικανές να θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη στην Ελλάδα». Το Εφετείο στην απόφασή του είχε παραπέμψει σε δράσεις της περιόδου 1990-1991, από ορισμένα από τα ιδρυτικά μέλη του προσφεύγοντος σωματείου για την προώθηση της ιδέας ύπαρξης «μακεδονικής» μειονότητας στην Ελλάδα. Ένα λεπτό σημείο ήταν ακόμη ότι στην περίπτωση αυτή τα εθνικά δικαστήρια στηρίχθηκαν στο άρθρο 11 της ΕΣΔΑ για την απόρριψη του αιτήματος της «Στέγης Μακεδονικού Πολιτισμού», ενώ το άρθρο 12 του Συντάγματος αναφέρει ότι η ίδρυση Σωματείων δεν υπόκειται σε προηγούμενη άδεια.
Τι προβλέπουν τα επίμαχα άρθρα της «Ευρωπαϊκής Σύμβασης δια την Προάσπισιν των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών»:
Άρθρο 11
Ελευθερία του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι
- Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συναιτερισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ’ άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του.
- Η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό του νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων.
Το παρόν άρθρον δεν απαγορεύει την επιβολήν νομίμων περιορισμών εις την άσκησιν των δικαιωμάτων τούτων υπό μελών των ενόπλων δυνάμεων, της αστυνομίας ή των διοικητικών υπηρεσιών του Κράτους.
Άρθρο 14
Απαγόρευση των διακρίσεων
Η χρήσις των αναγνωριζομένων εν τη παρούση Συμβάσει δικαιωμάτων και ελευθεριών δέον να εξασφαλισθή ασχέτως διακρίσεως φύλου, φυλής, χρώματος, γλώσσης, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικής ή κοινωνικής προελεύσεως, συμμετοχής εις εθνικήν μειονότητα, περιουσίας, γεννήσεως ή άλλης καταστάσεως. Άρθρο 46 Υποχρεωτική ισχύς και εκτέλεση των αποφάσεων.
- Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συμμορφώνονται προς τις οριστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου επί των διαφορών στις οποίες είναι διάδικοι.
- Η οριστική απόφαση του Δικαστηρίου διαβιβάζεται στην Επιτροπή Υπουργών, η οποία εποπτεύει την εκτέλεση της εν λόγω απόφασης.
- Εάν η Επιτροπή Υπουργών κρίνει ότι η εποπτεία της εκτέλεσης μιας οριστικής απόφασης εμποδίζεται από ένα πρόβλημα στην ερμηνεία της απόφασης, μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο Δικαστήριο προκειμένου αυτό να αποφανθεί επί του ερμηνευτικού ζητήματος. Η απόφαση περί παραπομπής απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων των εκπροσώπων που έχουν το δικαίωμα να μετέχουν στην Επιτροπή.
- Εάν η Επιτροπή Υπουργών κρίνει ότι ένα Υψηλό Συμβαλλόμενο Μέρος αρνείται να συμμορφωθεί με οριστική απόφαση σε υπόθεση στην οποία είναι μέρος, μπορεί, αφού προειδοποιήσει επισήμως το Μέρος αυτό και με απόφαση που λαμβάνεται με πλειοψηφία δύο τρίτων των εκπροσώπων που έχουν το δικαίωμα να μετέχουν στην Επιτροπή, να παραπέμψει στο Δικαστήριο το ζήτημα εάν το εν λόγω Μέρος έχει παραλείψει να εκπληρώσει την υποχρέωσή του δυνάμει της παραγράφου 1.5.
Εάν το Δικαστήριο διαπιστώσει παραβίαση της παραγράφου 1, παραπέμπει την υπόθεση στην Επιτροπή Υπουργών προκειμένου αυτή να εξετάσει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Εάν το Δικαστήριο δεν διαπιστώσει παραβίαση της παραγράφου 1, παραπέμπει την υπόθεση στην Επιτροπή Υπουργών, η οποία κλείνει την εξέταση της υπόθεσης.
- Πηγή: mignatiou.com / Νίκος Μελέτης.